Αχμέντ Αντνάν Σαϊγκούν

Ο Αχμέντ Αντνάν Σαϊγκούν (τουρκικά: Ahmed Adnan Saygun) ήταν Τούρκος συνθέτης, μουσικολόγος και στιχουργός.[12] Αποτελώντας μέλος της ομάδας Τουρκική Πεντάδα, συνετέλεσε στην εισαγωγή της δυτικής κλασικής μουσικής στην Τουρκία, με τα έργα του να δείχνουν γνώση της δυτικής μουσικής πρακτικής, με ταυτόχρονη ενσωμάτωση παραδοσιακών τουρκικών στοιχείων.[13][14] Στις παραγωγές του περιλαμβάνονται πέντε συμφωνικά έργα, πέντε όπερες, δύο κοντσέρτα για πιάνο, κοντσέρτα για βιολί, βιόλα και τσέλο, καθώς και μια ποικιλία έργων δωματίου και χορωδιών.[15][16]

Αχμέντ Αντνάν Σαϊγκούν
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Ahmet Adnan Saygun (Τουρκικά)
Γέννηση7  Σεπτεμβρίου 1907[1][2][3]
Σμύρνη[4]
Θάνατος6  Ιανουαρίου 1991[2][3][5]
Κωνσταντινούπολη[6]
Τόπος ταφήςΚοιμητήριο του Ζιντζιρλικουγιού
Χώρα πολιτογράφησηςΤουρκία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςτουρκικά[7][8]
ΣπουδέςΣκόλα Καντόρουμ του Παρισιού
İzmir Atatürk High School
Κονσερβατόριο του Παρισιού[9]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταδιευθυντής ορχήστρας
συνθέτης[10]
χορογράφος
μουσικολόγος[11]
music publicist[11]
Αξιοσημείωτο έργοYunus Emre Oratorio
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΒραβεύσειςΕθνικός καλλιτέχνης
Commons page Σχετικά πολυμέσα
Ο Αχμέντ Αντνάν Σαϊγκούν

Βιογραφικά στοιχεία

Ο Σαϊγκούν γεννήθηκε το 1907 στη Σμύρνη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.[17] Οι συναυλίες της οθωμανικής στρατιωτικής μπάντας και η εκτέλεση δυτικών έργων μουσικής δωματίου τον επηρέασαν ώστε να ξεκινήσει τα πρώτα μαθήματα μουσικής στο δημοτικό σχολείο.[18] Έτσι, ξεκίνησε σε νεαρή ηλικία να παίζει πιάνο, κοντόλαιμο λαούτο και ούτι και γρήγορα παθιάστηκε με τη σύνθεση μουσικής στην ηλικία των δεκατεσσάρων ετών.[19] Ο πατέρας του, ο οποίος ήταν καθηγητής μαθηματικών και μελετητής των θρησκειών και της λογοτεχνίας, τον δίδαξε αγγλικά και γαλλικά, καθώς και γνώσεις περί των θρησκειών του κόσμου.[20][21] Μέσα από εμπεριστατωμένη μελέτη ο Σαϊγκούν ήταν σε θέση να μεταφράσει τη μουσική ενότητα της Γαλλικής Μεγάλης Εγκυκλοπαίδειας (French Grande Encyclopédie) σε μια μουσική εγκυκλοπαίδεια στα τουρκικά.[22][23] Στο γυμνάσιο συνέχισε τα μαθήματα μουσικής και το 1926, μόλις δύο χρόνια μετά την αποφοίτησή του από το γυμνάσιο, διορίστηκε στη γενέτειρά του τη Σμύρνη ως καθηγητής μουσικής.[24]

Το 1928 αναγνωρίστηκε σε εθνικό επίπεδο και έλαβε υποτροφία για σπουδές στη Γαλλία από το τουρκικό κράτος.[25][26] Εισήχθη στη Σχολή Καντορούμ του Παρισιού, όπου σπούδασε μουσική σύνθεση με την καθοδήγηση του Βανσάν Ντιντί, θεωρία και αντίστιξη από τον Ουζέν Μπορέλ, όργανο με τον Εντουάρντ Σουμπερμπιέλ και γρηγοριανό μέλος με τον Αμεντί Γκαστουέ.[27][28] Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου η φαντασία του άκμασε, παρέχοντάς του τη δυνατότητα να γράψει το πρώτο μεγάλο ορχηστρικό έργο του, το Ντιβερτιμέντο (Divertimento).[29]

Το 1931 επέστρεψε στην Τουρκία ως καθηγητής μουσικής για μια σχολή που ιδρύθηκε από τον Μουσταφά Κεμάλ και στόχο είχε την εκπαίδευση των καθηγητών μουσικής βάση των δυτικών μουσικών προτύπων. Το 1934 διορίστηκε ως μαέστρος της Προεδρικής Συμφωνικής Ορχήστρας, ενώ την ίδια χρονιά ο Κεμάλ του ζήτησε να γράψει την πρώτη τουρκική όπερα.[30] Μέσα σε δύο μήνες η πρώτη τουρκική όπερα, με τίτλο Οζσόι (Özsoy), ήταν πραγματικότητα.[31] θέμα της όπερας ήταν η ιστορική φιλία μεταξύ των λαών της Τουρκίας και του Ιράν. Το ίδιο έτος ολοκληρώθηκε και η δεύτερη όπερα του Σαϊγκούν, με τίτλο Τασμπεμπέκ (Taşbebek), καθιστώντας τον έτσι ως το μουσικό σύμβολο της χώρας του.[32][33]

Παρέμεινε για ένα μικρό διάστημα στο Κρατικό Ωδείο της Άγκυρας και μετακόμισε στην Κωνσταντινούπολη εργαζόμενος του Δημοτικού Ωδείου.[34] Το 1936 ο Μπέλα Μπάρτοκ επισκέφθηκε την Τουρκία για να εξερευνήσει την τοπική λαϊκή μουσική.[35] Ο Σαϊγκούν συνόδευσε τον Μπάρτοκ στα ταξίδια του σε όλη τη χώρα, συλλέγοντας και μεταγράφοντας λαϊκά τραγούδια από την Ανατολία και το Οσμανίγιε.[36] Το 1939 κλήθηκε ξανά στην Άγκυρα για περαιτέρω προώθηση της δυτικής μουσικής.[37] Ένα χρόνο αργότερα ίδρυσε τη δική του μουσική οργάνωση, η οποία παρουσίασε ρεσιτάλ και συναυλίες σε όλη τη χώρα, ενώ ανάπτυξε της δημόσια γνώση σχετικά με τη δυτική κλασική μουσική.[38]

Η διεθνής αναγνώριση του Σαϊγκούν άνθισε με το ορατόριο Γιουνούς Εμρέ το 1946.[39][40][41] Το έργο αυτό αποτυπώνει την κληρονομιά του ποιητή Γιουνούς Εμρέ με τη χρήση τουρκικών μέσων και λαϊκών μελωδιών, αν και είναι γραμμένο σε μεταρομαντικό ύφος.[42] Μετά την πρεμιέρα του στην Άγκυρα το 1947, μεταφράστηκε σε πέντε γλώσσες και εκτελέστηκε σχεδόν σε όλο τον κόσμο. Το 1958 εκτελέστηκε στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και, το ίδιο έτος, κέρδισε το Τάγμα του Αστέρα της Ιταλικής Αλληλεγγύης, καθώς και το βραβείο σύνθεσης Γιαν Σιμπέλιους.[43][44]

Η επιτυχία του Γιουνούς Εμρέ ενθάρρυνε τον Σαϊγκούν να συνθέσει περαιτέρω έργα μεγάλης κλίμακας. Στη δεκαετία του 1950 έγραψε τρεις νέες όπερες, δύο συμφωνίες, ένα κοντσέρτο για πιάνο και πολλά κομμάτια μουσικής δωματίου.[45] Η πρεμιέρα του πρώτου του κουαρτέτου εγχόρδων στο Παρίσι, το 1954, και η πρεμιέρα του δεύτερου κουαρτέτου του στη Νέα Υόρκη, το 1958, του προσέφερε περαιτέρω διεθνή αναγνώριση.[46] Ακολούθησαν και άλλα έργα, όπως τρεις επιπλέον συμφωνίες, κοντσέρτα για βιολί και βιόλα και ένα δεύτερο κοντσέρτο για πιάνο, καθώς και ένα τρίτο κουαρτέτο εγχόρδων.[47][48] Ένα τέταρτο κουαρτέτο εγχόρδων παρέμεινε ημιτελές όταν εκείνος απεβίωσε.[49]

Ο Σαϊγκούν δεν ήταν μόνο γνωστός ως συνθέτης, αλλά και ως λόγιος, καθώς έγραψε και δημοσίευσε πολλά βιβλία σχετικά με τη διδασκαλία της μουσικής. Υπήρξε, επίσης, ένας εθνομουσικολόγος και βοήθησε στη δημιουργία πολλών νέων ωδείων. Αποτέλεσε μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας της Τουρκίας και του διοικητικού συμβουλίου της Τουρκικής Ραδιοφωνίας Τηλεόρασης.

Παραπομπές