Το Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης (Αγγλικά: Museum of Fine Arts, Boston και εν συντομία MFA Boston) είναι ένα από τα μεγαλύτερα μουσεία των Ηνωμένων Πολιτειών. Διαθέτει περισσότερα από 500.000 έργα τέχνης από όλη την υφήλιο. Φημίζεται για τη μεγάλη συλλογή ασιατικής τέχνης που χρονολογείται από το 4000 π.Χ. έως τη σύγχρονη εποχή, τη μεγαλύτερη συλλογή εκτός Γαλλίας από πίνακες του σπουδαίου ιμπρεσιονιστή ζωγράφου Κλωντ Μονέ, την κορυφαία συλλογή παγκοσμίως αμερικανικής τέχνης του 19ου αιώνα και μια από τις καλύτερες συλλογές αντικειμένων του ΑιγυπτιακούΠαλαιού Βασιλείου.[1]
Το 1807 στη Βοστώνη είχε αρχίσει να λειτουργεί η Βιβλιοθήκη της πόλης με την ονομασία Boston Athenaeum. Το 1849 εγκαινιάστηκε το κτίριο στο οποίο στεγάζεται η βιβλιοθήκη μέχρι και σήμερα, στην Beacon Street. Ο πρώτος όροφος λειτουργούσε ως γλυπτοθήκη, ο δεύτερος ως βιβλιοθήκη και ο τρίτος ως πινακοθήκη. Μέσα στις επόμενες δεκαετίες, καθώς η συλλογή έργων τέχνης πλήθαινε, κατέστη αναγκαίο να δημιουργηθεί ένα μουσείο για τη στέγαση τους.
Το μουσείο ιδρύθηκε το 1870 και εγκαινιάστηκε στις 4 Ιουλίου 1876, στην επέτειο των 100 χρόνων από τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας των ΗΠΑ.[2] Το κτίριο σχεδίασαν οι αρχιτέκτονες John Hubbard Sturgis και Charles Brigham σε νεογοτθικό ρυθμό και είχε χτιστεί σχεδόν εξ ολοκλήρου από τούβλα και τερακότα, που είχε εισαχθεί από την Αγγλία. Το κτίριο βρισκόταν στην Copley Square στη γειτονιά Back Bay της Βοστώνης.
Το 1907 αποφασίστηκε η μετεγκατάσταση του μουσείου σε νέα έδρα, στη λεωφόρο Huntington στην περιοχή Fenway–Kenmore της Βοστώνης, κοντά στο Μουσείο Ιζαμπέλα Στιούαρτ Γκάρντνερ, που είχε ανοίξει πρόσφατα. Η διεύθυνση του μουσείου ανέθεσε στον αρχιτέκτονα Γκάι Λόουελ να δημιουργήσει σχέδια για ένα μουσείο που θα μπορούσε να κατασκευαστεί σταδιακά, καθώς η χρηματοδότηση γινόταν και αυτή σε στάδια. Δύο χρόνια αργότερα, ολοκληρώθηκε το πρώτο τμήμα του νεοκλασικού κτιρίου που σχεδίασε ο Λόουελ. Διέθετε μια πρόσοψη 150 μέτρα από γρανίτη, με 4 μεγάλες κολόνες στην είσοδο που τις στόλιζαν ιωνικά κιονόκρανα και μια μεγάλη ροτόντα.[3] Το μουσείο μεταφέρθηκε στη νέα του θέση το 1909. Μετά την απομάκρυνση του μουσείου το 1909, το αρχικό κτίριο κατεδαφίστηκε και το 1912 αντικαταστάθηκε από το ξενοδοχείο Copley Plaza.
Σε ένα επόμενο στάδιο χτίστηκε μια πτέρυγα κατά μήκος του πάρκου της πόλης, του Back Bay Fen, για να στεγάσει την πινακοθήκη. Χρηματοδοτήθηκε εξ ολοκλήρου από τη Μαρία Αντουανέτ Έβανς Χαντ, σύζυγο πλούσιου επιχειρηματία, και άνοιξε το 1915. Από το 1921 έως το 1925, ο διάσημος καλλιτέχνης Τζον Σίνγκερ Σάρτζεντ ζωγράφισε τις τοιχογραφίες που κοσμούν τη ροτόντα και τις σχετικές κιονοστοιχίες. Το 1999 έγιναν εργασίες συντήρησης αυτών των τοιχογραφιών.
Η πτέρυγα διακοσμητικών τεχνών χτίστηκε στην ανατολική πλευρά του κεντρικού κτιρίου το 1928 και επεκτάθηκε το 1968. Μια νέα προσθήκη χτίστηκε το 1966–1970 και μια άλλη επέκταση έγινε το 1976. Η Δυτική Πτέρυγα σχεδιάστηκε από τον γνωστό αρχιτέκτονα Ι.Μ. Πέι και άνοιξε το 1981. Αυτή η πτέρυγα στεγάζει το καφέ, το εστιατόριο, τις αίθουσες συσκέψεων, τις αίθουσες διδασκαλίας και ένα κατάστημα δώρων/βιβλιοπωλείο, καθώς και μεγάλους εκθεσιακούς χώρους για περιοδικές εκθέσεις.
Στις αρχές της νέας χιλιετίας το μουσείο ξεκίνησε μια μεγάλη προσπάθεια ανακαίνισης και επέκτασης των εγκαταστάσεων του. Το 2001 ξεκίνησε μια εκστρατεία συγκέντρωσης κεφαλαίων, από την οποία το μουσείο κατάφερε να λάβει μέχρι το 2008 πάνω από 504 εκατομμύρια δολάρια, εκτός από την απόκτηση έργων τέχνης αξίας άνω των 160 εκατομμυρίων δολαρίων.[4] Κατ' αυτόν τον τρόπο, τον Νοέμβριο του 2010 έγινε εφικτό να εγκαινιαστεί μια νέα μεγάλη πτέρυγα 11 χιλιάδων τετραγωνικών μέτρων, που συγκεντρώνει την Αμερικανική τέχνη και μια εσωτερική γυάλινη αυλή που ενώνει τις διάφορες πτέρυγες.[5]
Τον Σεπτέμβριο του 2006 το Μουσείο αφιέρωσε τιμής ένεκεν την Πτέρυγα του Αρχαίου Κόσμου στους Έλληνες ομογενείς Γεώργιο και Μάργκο Μπεχράκη, για τη δωρεά 10 εκατομμυρίων δολαρίων στο μουσείο. Με αυτήν του τη δωρεά ο Μπεχράκης έγινε ο 3ος μεγάλος δωρητής στην ιστορία του μουσείου.[6] Μια μεγάλη ανακαίνιση και επανεγκατάσταση της «Πτέρυγας Μπεχράκης» έγινε το 2021, όπως και η προσθήκη 5 νέων γκαλερί για την τέχνη της αρχαίας Ελλάδας, της Ρώμης και της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Η δυτική πτέρυγα του Μουσείου, που είναι αφιερωμένη στη Σύγχρονη Τέχνη, το 2011 ξανάνοιξε με 7 νέες γκαλερί και της δόθηκε το όνομά του Edward Linde και της συζύγου του ως αναγνώριση των 25 εκατομμυρίων δολαρίων που πρόσφεραν στο μουσείο.
Το Μουσείο Καλών τεχνών της Βοστώνης είναι το 4ο μεγαλύτερο στις Ηνωμένες Πολιτείες και το 20ο παγκοσμίως. Οι συλλογές του καλύπτουν όλο το φάσμα του πολιτισμού από την προϊστορία μέχρι τις ημέρες μας, με εκθέματα από όλον τον κόσμο. Κάποια από τα εκθέματα που ξεχωρίζουν είναι τα εξής:
Γύψινο αγγείο σε σχήμα λαγού. Αυτό μπορεί να είναι το παλαιότερο έργο τέχνης στις συλλογές του μουσείου. Αν και η χρήση του και η προέλευσή του είναι άγνωστα, ένα σχεδόν πανομοιότυπο αγγείο ανασκάφηκε το 1978 σε νεολιθική τοποθεσία στον ποταμό Ευφράτη στη Συρία, το οποίο χρονολογείται περίπου στο 6400 π.Χ.
Θραύσμα αλαβάστρινης νικήτριας στήλης του Ναράμ-Σιν, βασιλιά της Ακκαδικής αυτοκρατορίας. Ο πολεμιστής σε αυτό το θραύσμα φορά κράνος με ραβδώσεις και μακριά φούστα. Κρατάει πολεμικό πέλεκυ και ακουμπά το δεξί του χέρι στον ώμο αιχμαλώτου. 2334-2154 π.Χ.
Κεφαλή από διορίτη του Γουδέα, βασιλιάς της Σουμεριακής πόλης-κράτους Λαγκάς, 2144-2124 π.Χ.
Αργυρό ρυτό σε σχήμα γροθιάς, με ανάγλυφη πομπή μουσικών στο χείλος. Περίοδος του Μεγάλου βασιλείου των Χετταίων του Τουδαλίγια Γ΄, 13ος π.Χ. αιώνας
Άγαλμα καθιστού άνδρα από ανδεσίτη, Περίοδος Νεοχετταίων ή Αραμαίων,10ος-9ος π.Χ. αιώνας
Λέων εν κινήσει από εφυαλωμένα τούβλα. Ένα από τα 120 λιοντάρια που κοσμούσαν την Οδό της Λιτανείας από την Πύλη της Ιστάρ στο ναό του Μαρδούκ στη Βαβυλώνα, 604-561 π.Χ.
Μπούστο του πρίγκηπα Ανγχάφ, προέλευση: Γκίζα, 2520–2494 π.Χ.
Σαρκοφάγος της Μερεσάνκ Β’, κόρης του Χέοπα, μέσα του 24ου π.Χ. αιώνα
Γλυπτικό σύμπλεγμα του Μυκερίνου με βασίλισσα (πιθανότατα μια εκ των συζύγων του), προέλευση: Γκίζα, 2490-2472 π.Χ.
Γλυπτικό σύμπλεγμα του Μυκερίνου με τη θεά Άθωρ και τη θεοποιημένη νομή της Λαγός προέλευση: Γκίζα, 2490-2472 π.Χ.
Ξύλινο άγαλμα του Ουπουαούτ από τάφο κατώτερου αξιωματικού στην Ασιούτ, 2140-1991 π.Χ.
Άγαλμα από γρανοδιορίτη που απεικονίζει τη Sennuwy, σύζυγο του νομάρχη Djefaihapi της Δωδέκατης δυναστείας. Ανακαλύφθηκε στην Κέρμα της Νουβίας σε μεταγενέστερο τάφο, 1971-1926 π.Χ.
«Απόλλων του Μαντίκλου», αναθηματικό ορειχάλκινο αγαλματίδιο με προέλευση πιθανόν από τη Θήβα, Φέρει επιγραφή με Βουστροφηδόν γραφή και βοιωτικούς χαρακτήρες: «Ο Μάντικλος με αφιέρωσε ως δεκάτη στον Εκήβολο, τον αργυροτοξευτή. Εσύ, Φοίβε (Απόλλωνα), δώσε του ανταμοιβή», 700–675 π.Χ.
Έλασμα κατασκευασμένο από ἤλεκτρον (κράμα χρυσού και άργυρου) με απεικόνιση της θεάς Μέλισσας, αδελφής της Αμάλθειας, από την Κάμιρο της Ρόδου, 660-620 π.Χ. [σημ. 1]
Μεσόμφαλος χρυσή φιάλη σπονδών, έχει βάρος 835 γρ. Φέρει εγχάρακτη αρχαϊκή γραφή με γράμματα του Κορινθιακού αλφαβήτου «Οι Γιοί του Κύψελου αφιέρωσαν από την Ηράκλεια». Προέρχεται πιθανόν από την Ολυμπία, 625 π.Χ.
Ερυθρόμορφος δίωτος σκύφος με παράσταση αθλητών, 480 π.Χ.
Αττικός ερυθρόμορφος Κάνθαρος με σκηνές από τη Γιγαντομαχία, φέρει την επιγραφή του αγγειοπλάστη Ιέρωνα: «ΙΕΡΟΝ ΜΕΔΟΝΤΟΣ ΕΠΟΙ[Ε]», 470-460 π.Χ.
«Ο Θρόνος της Βοστώνης» Τρίπλευρο ανάγλυφο λαξευμένο σε μάρμαρο Θάσου, ίσως αποτελούσε τμήμα βωμού. Απεικονίζονται η Δήμητρα, η Αφροδίτη και στο μέσον ο Έρως. Περίπου 460 π.Χ.
Ερυθρόμορφος κρατήρας, αποδίδεται στον ζωγράφο της Δοκιμασίας. Η δολοφονία του Αγαμέμνονα στη μια όψη και η δολοφονία του Αιγίσθου στην άλλη, 460 π.Χ.
Ερυθρόμορφη πελίκη με αναπαράσταση του Οδυσσέα και του Ελπήνορα στον Άδη, περίπου 440 π.Χ.
Χρυσό σκουλαρίκι με τη θεά Νίκη να οδηγεί άρμα που το σέρνουν δυο άλογα, 350-325 π.Χ.
Κεφαλή Αφροδίτης (Μπάρτλετ), από παριανό μάρμαρο, λαξευμένη πιθανόν στο εργαστήρι του Πραξιτέλη, 330-300 π.Χ.[7]
Σαρκοφάγος από τραβερτίνο με κάλυμμα όπου απεικονίζεται ένα ζευγάρι αγκαλιασμένο, Προέλευση: Βούλτσι, 350-300 π.Χ.
Σαρκοφάγος ή μεγάλη τεφροδόχος από τραβερτίνο με κάλυμμα που κοσμείται από το άγαλμα μιας μισοξαπλωμένης γυναίκας. Φέρει την επιγραφή FASTIA VELSI LARZL, VELUS PUIA δηλαδή Fastia Velsi, σύζυγος του Larza Velu, Προέλευση: Βούλτσι 3ος αιώνας π.Χ.
μπρούτζινο βαλσαμάριο με μορφή γυναικείας κεφαλής, τέλη 3ου-αρχές 2ου αιώνα π.Χ.
Η συλλογή του μουσείου είναι μια από τις καλύτερες στον κόσμο, με περίπου 1.500 έργα που ξεκινούν από τον δωδέκατο αιώνα και φθάνουν μέχρι τον εικοστό.[8]
Το Μουσείο της Βοστώνης διαθέτει μια από τις μεγαλύτερες συλλογές πινάκων του Μονέ εκτός Παρισιού. Στους 35 πίνακες της συλλογής αντιπροσωπεύονται τα διάφορα στάδια της καριέρας του καλλιτέχνη: από τις πρώτες τοπιογραφίες του στη δεκαετία του 1860, έως την ένταξή του στον ιμπρεσιονισμό, τη δεκαετία του 1870, περνώντας στη δεκαετία του 1880, όταν άρχισε να ενδιαφέρεται όλο και περισσότερο για τις επιδράσεις του φωτός σε σταθερά θέματα σε διαφορετικές ώρες της ημέρας, με αποκορύφωμα τους πίνακές του της δεκαετίας του 1890 και των αρχών του εικοστού αιώνα.[9]
Η συλλογή περιλαμβάνει περισσότερους από 2.000 πίνακες που δημιουργήθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά και τη Λατινική Αμερική, από την περίοδο της αποικιοκρατίας έως τα μέσα του 20ού αιώνα.
Η συλλογή περιλαμβάνει περίπου 22.000 έργα τέχνης από τον έβδομο αιώνα μέχρι σήμερα. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν εκθέματα που ανήκουν στις εξής κατηγορίες: ασημικά και πορσελάνες από τη Μ. Βρετανία, γαλλικές διακοσμητικές τέχνες του δέκατου όγδοου αιώνα, μεσαιωνική γλυπτική και ιταλική γλυπτική της Αναγέννησης.
Η Παναγία βρεφοκρατούσα, σύμπλεγμα από χρωματισμένο ασβεστόλιθο, Ιταλία, 1125-1150
Ντονατέλλο, Η Παρθένος των Νεφών, μαρμάρινο χαμηλό ανάγλυφο, Ιταλία, 1425-1435
Αργυρό κύπελλο με καπάκι σε σχήμα υδρόγειου σφαίρας, Ελβετία, 1580-1590
Κύπελλο από καρύδα με αργυρό στολισμό από σύμβολα της θάλασσας όπως, μια σειρήνα, ένα δελφίνι και ο Ποσειδώνας, Ολλανδία, 1607
Σετ από ασημένια κουτιά τσαγιού και κουτί ζάχαρης σε θήκη από μαόνι, Αγγλία, 1739
Κύπελλο από επιχρυσωμένο ασήμι, των ιπποδρομιών του Ρίτσμοντ (Γιόρκσιρ), Αγγλία, 1764
Η συλλογή περιλαμβάνει περίπου 13.000 έργα από τη Βόρεια, Κεντρική και Νότια Αμερική και την Καραϊβική, που χρονολογούνται από τον 16ο αιώνα μέχρι σήμερα. Μεταξύ των εκθεμάτων ξεχωρίζουν έπιπλα και ασημικά σκεύη από την αποικιακή Νέα Αγγλία, οι διακοσμητικές τέχνες της αποικιακής Λατινικής Αμερικής, το μοντέρνο ντιζάιν από τις δεκαετίες του 1920 και του '30. [10] Η γλυπτική περιλαμβάνει έργα από τα τέλη του 18ου αιώνα μέχρι τον 20ο.
Η Αμερικανική πτέρυγα διαθέτει οκτώ αναπαραστάσεις τυπικών δωματίων, που εκτείνονται από τα τέλη του 17ου έως τα μέσα του 19ου αιώνα, καθώς και πολλά αρχιτεκτονικά στοιχεία μεγάλης κλίμακας. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτα είναι τα δωμάτια της οικίας Oak Hill, τα οποία παρήγγειλε η Elizabeth Derby West[σημ. 3] γύρω στα 1800 για το σπίτι της οικογένειάς της στο σημερινό Danvers[σημ. 4] της Μασαχουσέτης. Αυτά τα τρία δωμάτια - σαλόνι, τραπεζαρία και υπνοδωμάτιο - είναι οι πιο ολοκληρωμένοι νεοκλασικοί εσωτερικοί χώροι με αυθεντικά έπιπλα σε αμερικανικό μουσείο.
Η συλλογή παρουσιάζει δημιουργικά επιτεύγματα καλλιτεχνών της Ασίας από το 4000 π.Χ. έως σήμερα. Η συλλογή με περισσότερα από 115.000 αντικείμενα περιλαμβάνει έργα από την Ανατολική και Νότια Ασία και τον ισλαμικό κόσμο.[13]
Το μουσείο στεγάζει τη μεγαλύτερη συλλογή ιαπωνικής τέχνης εκτός Ιαπωνίας, αριθμώντας περί τα 100.000 έργα τέχνης, με εξαιρετικά εκθέματα πρώιμων βουδιστικών έργων ζωγραφικής και γλυπτικής. Εκθέτονται πίνακες της Σχολής Κανούχα και της Σχολής του Κιότο, πίνακες και στάμπες του Ουκίγιο - ε, σπαθιά και μάσκες του Θεάτρου Νο, ενώ τα πρόσφατα αποκτήματα καθιέρωσαν το μουσείο ως κέντρο τέχνης και εικαστικού πολιτισμού της περιόδου Μεϊτζί.
Kaikei (快慶), Ξυλόγλυπτο επιχρυσωμένο άγαλμα του Μποντισάτβα, 1189
Πάπυρος με αναπαράσταση ιστορικού γεγονότος της Περιόδου Χεϊάν, Νυχτερινή επίθεση στο αυτοκρατορικό παλάτι, δεύτερο μισό του 13ου αιώνα
Μεταξύ των διεθνώς αναγνωρισμένων αριστουργημάτων της κινεζικής συλλογής είναι τα μνημειώδη βουδιστικά πέτρινα γλυπτά, τα κεραμικά από τη Δυναστεία Τανγκ (618-906 μ.Χ.) και τη Δυναστεία Σονγκ (960–1279), αντικείμενα από μπλε-λευκή πορσελάνη, αυτοκρατορικά σκεύη από τη Δυναστεία Τσινγκ καθώς και πίνακες και καλλιγραφία από τη Δυναστεία Μινγκ και τη Δυναστεία Τσινγκ.
Άγαλμα από ασβεστόλιθο ύψους 196 εκατοστών, Καθιστός Μποντισάτβα, 530 μ.Χ.
Αποδίδεται στον Γιαν Λι-πεν (600–673 μ.Χ.), Οι 13 αυτοκράτορες, θεωρείται ο αρχαιότερος αυλικός κύλινδρος που έχει διασωθεί
Κυρίες της Αυλής παρασκευάζουν μεταξένιο ύφασμα. Μελάνι, χρώμα και χρυσός σε μετάξι. Αποδίδεται στον αυτοκράτορα Χουιζόνγκ, της Δυναστείας Βόρειου Σονγκ, αρχές 12ου αιώνα. Είναι το μοναδικό διασωθέν αντίγραφο του ομώνυμου έργου του Ζανγκ Σουάν, Κινέζου ζωγράφου που έζησε κατά τη διάρκεια της δυναστείας Τανγκ
Μπλε-λευκό πορσελάνινο βάζο με λιονταρίσιες λαβές εκατέρωθεν, μέσα 14ου αιώνα
Η κορεατική συλλογή περιλαμβάνει περί τα χίλια αντικείμενα διακοσμητικής τέχνης υψηλού επιπέδου, κυρίως κεραμική και μεταλλοτεχνία, καθώς και βουδιστικούς πίνακες από τη Δυναστεία Γκορίο (918-1392 μ.Χ.) και τη Δυναστεία των Τζόσον (1392 – 1897).
Βάζο από υαλωμένο πηλό, με οβάλ σώμα, ρηχό χείλος, χωρίς λαβές. Φέρει παραστάσεις με γερανούς και μπαμπού, αρχές 13ου αιώνα
Αργυρή βουδιστική λειψανοθήκη της Δυναστείας Γκορίο, 14ος αιώνας
Η συλλογή της Νότιας Ασίας διαθέτει εκθέματα από την κοιλάδα του Ινδού ποταμού, μια διάσημη συλλογή πινάκων Ρατζπούτ [σημ. 5], πίνακες ζωγραφικής και τελετουργικά αντικείμενα από τις περιοχές των Ιμαλαΐων και σημαντικά ινδουιστικά και βουδιστικά γλυπτά.Η συλλογή της Νοτιοανατολικής Ασίας περιλαμβάνει έργα γλυπτικής από πέτρα και μπρούτζο και τελετουργικά αντικείμενα από την Ινδονησία, την Ταϊλάνδη, την Καμπότζη, τη Μιανμάρ (Βιρμανία) και το Βιετνάμ καθώς και έργα βιετναμέζικης κεραμικής.
Μικρό πήλινο πιθάρι, terra sigillata με μαύρη διακόσμηση από πουλιά, κοιλάδα Ινδού ποταμού, 2600–2000 π.Χ.
Ορειχάλκινη κανάτα σε σχήμα χήνας, Βόρεια Ινδία, 16ος αιώνας
Σύμπλεγμα του βουδιστικού θεού Vajrabhairava με τη σύζυγό του Vajravetali, Χαλκός και ορείχαλκος, μερικώς επαργυρωμένος και επιχρυσωμένος, με χρωστική ουσία και ένθετα ημιπολύτιμους λίθους, Θιβέτ, 17ος αιώνας
Πρόκειται για μία από τις εξέχουσες συλλογές ισλαμικής τέχνης στις Ηνωμένες Πολιτείες, με εκθέματα που κυμαίνονται από τον αρχαίο έως τον σύγχρονο ισλαμικό υλικό πολιτισμό από το Ιράν, την Αίγυπτο, την Τουρκία και άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής.
Η συλλογή αντικατοπτρίζει την ποικιλομορφία και την πολυπλοκότητα της τέχνης που δημιουργήθηκε στην Αμερικανική ήπειρο πριν την έλευση των Ευρωπαίων. Τα εκθέματα, που καλύπτουν δύο χιλιετίες, εκφράζουν τις κοινωνικές, πολιτικές και πνευματικές ανησυχίες διαφόρων πολιτισμών που άκμασαν σε διαφορετικά τοπία και κλιματικές ζώνες. Η συλλογή περιλαμβάνει έργα κεραμικής, αργυροχρυσοχοΐας, υφαντικής, αρχιτεκτονικής που δημιουργήθηκαν από αρχαίους πολιτισμούς στην Κεντρική (Μεξικό, Γουατεμάλα, Μπελίζ και Ονδούρα) και τη Νότια Αμερική.[15]
Η συλλογή περιλαμβάνει γλυπτά Γιορούμπα από τις βασιλικές αυλές της Νιγηρίας, μεταλλικά τεχνουργήματα, περιδέραια, μαχαίρια, ράβδους και σπαθιά, επιτραπέζια σκεύη, μάσκες και αντικείμενα ένδυσης.
Μονόλιθος από βασάλτη ύψους 73 εκατοστών, έχει ωοειδές σχήμα και επάνω του έχει λαξευτεί ένα εκφραστικό πρόσωπο. Πολιτεία Cross River, Νιγηρία, πριν το 1905
Ξύλινος κίονας από το παλάτι Γιορούμπα του Ẹfọ̀n-Alààyè, αναπαριστά γυναίκα που κρατάει ένα βρέφος στην αγκαλιά της και έχει άλλο ένα στην πλάτη της, Νιγηρία, 1912-16
Η συλλογή περιλαμβάνει μπρούτζινους βωμούς, ανάγλυφες πλάκες και εμβλήματα από το Βασίλειο του Μπενίν[σημ. 10], πολιτεία της σημερινής Νιγηρίας. Έχουν ως θεματολογία τη ζωή στη βασιλική Αυλή, τα τελετουργικά, τις οικογενειακές δομές και τον πολιτισμικό πλούτο του Μπενίν. Τα μπρούντζινα του Μπενίν οδήγησαν σε επανεκτίμηση του αφρικανικού πολιτισμού και της λαϊκής του τέχνης από τους Ευρωπαίους, ειδικά όταν μελέτες απέδειξαν ότι η γνώση του Μπενίν για τη μεταλλουργία δεν προήλθε από τους Πορτογάλους εμπόρους που είχαν επαφή με το Μπενίν στην πρώιμη αποικιοκρατική περίοδο αλλά το Βασίλειο του Μπενίν ήταν ένας κόμβος του αφρικανικού πολιτισμού πολύ πριν από την εισβολή των Πορτογάλων αποικιοκρατών και είναι σαφές ότι οι μπρούτζοι κατασκευάστηκαν στο Μπενίν από έναν ιθαγενή πολιτισμό, αιώνες πριν από την επαφή με τους Ευρωπαίους. Η Νιγηρία διαπραγματεύεται την επιστροφή των Μπρούτζινων του Μπενίν με πολλές ευρωπαϊκές χώρες και σχεδιάζει την κατασκευή μουσείου στο Μπενίν Σίτι, στην πολιτεία του Έντο, όπου θα συγκεντρωθούν και θα εκτεθούν.[17]
Ξύλινο χωνί Μαορί, που χρησιμοποιείται για το τάισμα ενός αρχηγού κατά τη διάρκεια της ιερής και σωματικά απαιτητικής διαδικασίας του τατουάζ, Νέα Ζηλανδία, 19ος-20ος αιώνας
Η συλλογή περιλαμβάνει εβραϊκά τελετουργικά αντικείμενα που χρησιμοποιούνταν είτε κατ' οίκον είτε στη συναγωγή, πάπυροι Τορά, συμβόλαια γάμου σε περγαμηνή, βιβλία και χειρόγραφα όπως Βίβλοι, βιβλία προσευχής και γραπτά σχετικά με τον εβραϊκό νόμο. Σε αυτά, έχουν προστεθεί έργα, από πίνακες και γλυπτά μέχρι καρτ ποστάλ και αρχαία νομίσματα, που είναι κατά κάποιο τρόπο έκφραση της εβραϊκής εμπειρίας, ιστορίας και πολιτισμού.
Το μουσείο διαθέτει μια συναρπαστική συλλογή κοσμημάτων από σχεδόν κάθε πολιτισμό, από τα αρχαία αιγυπτιακά μενταγιόν μέχρι τις σύγχρονες δημιουργίες της αργυροχρυσοχοΐας.
Ελληνιστικό στεφάνι με φύλλα βελανιδιάς, 4ος π.Χ. αιώνας
Καμέο αναπαράσταση του θεού Έρωτα και της Ψυχής, 50-25 π.Χ.
Το 1930 το μουσείο της Βοστώνης εγκαινίασε, πρώτο σε όλη την Αμερική, ένα τμήμα αφιερωμένο στην ύφανση και την υφαντική τέχνη. Στις μέρες μας το τμήμα υφαντικής τέχνης και τέχνης της μόδας του μουσείου έχει εμπλουτιστεί με περισσότερα από 30 χιλιάδες αντικείμενα από την Αρχαία Αίγυπτο μέχρι τον σύγχρονο κόσμο.
Τμήμα από ταπισερί με αναπαράσταση του Διονύσου, Αίγυπτος, 4ος-5ος μ. Χ. αιώνας
Σκουφί με πλεξούδες από ανθρώπινα μαλλιά, Περού, 500-900 μ.Χ.
Με έργα από την Ευρώπη και την Αμερική, που ξεκινούν από τον 15ο αιώνα και φθάνουν έως σήμερα, η συλλογή αφηγείται την ιστορία της δημιουργικής χαρακτικής και της σχεδίασης σε πολλές μορφές. Το μουσείο διαθέτει επίσης μια μεγάλη συλλογή σπάνιων βιβλίων και μια από τις καλύτερες συλλογές καρτ ποστάλ στον κόσμο.
Άλμπρεχτ Ντύρερ, Ο Χριστός ενώπιον του Καϊάφα, χαλκογραφία, (Πάθος υπ' αρ. 4), 1512
Ρέμπραντ, Αυτοπροσωπογραφία στο πλευρό της συζύγου του, σκίτσο, 1636
Γκόγια, Ο ματαντόρ Πέντρο Ρομέρο σκοτώνει τον ταύρο, σκίτσο για τη σειρά χαρακτικών με τίτλο Ταυρομαχία, πριν το 1816
Πάμπλο Πικάσο, Minotaure aveugle guidé par Marie-Thérèse au pigeon dans une nuit étoilée, 1934
Το Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης ήταν ένα από τα πρώτα μουσεία των Ηνωμένων Πολιτειών με συλλογή φωτογραφιών, μια συλλογή που ξεκίνησε το 1924 όταν ο φωτογράφος Άλφρεντ Στίγκλιτς δώρισε 27 από τις φωτογραφίες του. Από τότε, το τμήμα απέκτησε πλούσιο υλικό.
Άλφρεντ Στίγκλιτς, Η πόλη της φιλοδοξίας, 1910
Γιόζεφ Σούντεκ Δειλινό στη γέφυρα του Καρόλου Πράγα, 1940-50
Με τον όρο σύγχρονη τέχνη το μουσείο ορίζει τα έργα τέχνης που δημιουργήθηκαν από τα μέσα του 20ου αιώνα ως τις μέρες μας. Το τμήμα δημιουργήθηκε το 1971 και στη συλλογή του διαθέτει πλέον 2000 έργα αυτής της περιόδου, κάποια από τα οποία εκτίθενται στη Δυτική Πτέρυγα του μουσείου.
Το 1876 μια «Σχολή σχεδίου και ζωγραφικής» λειτούργησε στο υπόγειο του πρώτου κτιρίου του μουσείου, 3 χρόνια αργότερα οι εγγεγραμμένοι φοιτητές ήταν 160 (120 γυναίκες και 40 άνδρες). Το 1901 το μουσείο αναλαμβάνει τη λειτουργία της σχολής, μετονομάζοντάς την σε «Σχολή του Μουσείου Καλών Τεχνών» (The School of the Museum of Fine Arts). Το 1945 το μουσείο και το Πανεπιστήμιο Ταφτς συνεργάζονται στο πρώτο τους κοινό πρόγραμμα σπουδών. Από το 2016 η Σχολή πέρασε στη δικαιοδοσία του Πανεπιστημίου και πλέον ονομάζεται «Σχολή του Μουσείου Καλών Τεχνών στο Τάφτς» (School of the Museum of Fine Arts at Tufts, συντομογραφία:SMFA).[20]