Αρχαιολογικά Μουσεία Κωνσταντινούπολης

28°58′53.00″E / 41.0116694°N 28.9813889°E / 41.0116694; 28.9813889

Τα αρχαιολογικά μουσεία Κωνσταντινούπολης (τουρκικά: İstanbul Arkeoloji Müzeleri) είναι ομάδα αρχαιολογικών μουσείων τα οποία βρίσκονται στην περιοχή Εμίνονου στην Κωνσταντινούπολη στην Τουρκία, κοντά στο παλάτι του Τοπκαπί. Η ομάδα αυτή αποτελείται από το ίδιο το κύριο κτήριο του αρχαιολογικού μουσείου, το μουσείο της αρχαίας ανατολής, και το μουσείο ισλαμικής τέχνης. Στα μουσεία φιλοξενούνται πάνω από 1 εκατομμύριο αντικείμενα από όλες τις εποχές και πολιτισμούς της παγκόσμιας ιστορίας.

Αρχαιολογικά Μουσεία Κωνσταντινούπολης
Οι είσοδοι των 3 μουσείων, αρχαιολογικό (κορυφή), αρχαίας Ανατολής (αριστερά), ισλαμικής τέχνης (δεξιά)
Ίδρυση1891
ΠεριοχήΕμίνονου, Κωνσταντινούπολη, Τουρκία
Συντεταγμένες41°00′39″N 28°58′54″E / 41.010872°N 28.981659°E / 41.010872; 28.981659
Επισκέπτες382.148 (2011) [1]

Ιστορία

Κατά τον 19ο αιώνα κατά τις προσπάθειες εκμοντερνισμού της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, πάρθηκε η απόφαση από τον σουλτάνο Αμπντούλ Αζίζ να δημιουργηθεί ένα κεντρικό μουσείο κατά τα πρότυπα των μεγάλων μουσείων της Ευρώπης όπως το Λούβρο[2][3] και το Βρετανικό μουσείο[3]. Ως τοποθεσία του μουσείου επιλέχθηκαν οι εξωτερικοί κήποι του παλατιού του Τοπκαπί, η κατασκευή του κυρίως κτηρίου ξεκίνησε το 1881 και το μουσείο λειτούργησε για πρώτη φορά το 1891, ενώ οι εργασίες στα διάφορα κτήρια συνεχίστηκαν ως το 1908. Με την νομοθέτηση προστασίας των αρχαιοτήτων στην Οθωμανική αυτοκρατορία, πολλές περιοχές έστειλαν τις αρχαιότητες τους στο μουσείο, και τα εκθέματα του πληθύνθηκαν. Η πρόσοψη του κυρίως κτηρίου εμπνεύστηκε από την Σαρκοφάγο του Αλεξάνδρου και την Σαρκοφάγο των Θρηνούντων Γυναικών, εκθέματα τα οποία βρίσκονται εντός του μουσείου. Το κτήριο αποτελεί ένα από τα εξέχοντα παραδείγματα της νεοκλασικής αρχιτεκτονικής στην Κωνσταντινούπολη.

Το μουσείο της αρχαίας Ανατολής ξεκίνησε αρχικά το 1883 ως σχολή καλών τεχνών, ώσπου το 1935 άρχισε να λειτουργεί ως μουσείο. Υπήρξε κλειστό κατά την περίοδο 1963 - 1974 όταν και έγιναν εκτεταμένες ανακαινίσεις.

Το κτήριο με την ονομασία Τσινιλί Κιοσκ ανεγέρθηκε κατόπιν παραγγελίας του σουλτάνου Μωάμεθ Β´ το 1472, και είναι ένα από τα παλαιότερα Οθωμανικά κτήρια της πόλης. Κατά την περίοδο 1874 έως 1891 λειτούργησε προσωρινά ως το κεντρικό μουσείο της πόλης, και το 1953 ξεκίνησε τη λειτουργία του ως μουσείο ισλαμικής τέχνης, και αργότερα ενσωματώθηκε στο αρχαιολογικό μουσείο.

Τα μουσεία είναι ανοικτά για το κοινό καθημερινά.[4]

Εκθέματα

Η σαρκοφάγος γνωστή ως Σαρκοφάγος του Αλεξάνδρου.
Η σαρκοφάγος του Ταμπνίτ

Το μουσείο έχει πλήθος εκθεμάτων εκ των οποίων τα πιό γνωστά είναι τα παρακάτω:[5]

  • Η σαρκοφάγος του Αλεξάνδρου η οποία βρέθηκε στη νεκρόπολη της Σιδώνας. Δεν σχετίζεται με τον ίδιο τον Μέγα Αλέξανδρο και θεωρείται πως πρόκειται για αυτή του Αβδαλώνυμου, τοπικού βασιλιά της Φοινίκης με μια πιο σύγχρονη εκδοχή να ισχυρίζεται πως πρόκειται για αυτή του Μαζακού, ενός Πέρση κυβερνήτη της Βαβυλώνας.[6]
  • Η σαρκοφάγος του Ταμπνίτ, Φοίνικα βασιλικά της Σιδώνας
  • Τάφους από την Λυκία
  • Τμήματα της Πύλης της Ιστάρ από τη Βαβυλώνα
  • Πλήθος αρχαίων αγαλμάτων από την κλασική έως την ρωμαϊκή περίοδο, από την Αφροδισιάδα, Έφεσο και Μίλητο
  • 2 από τις τρείς πλάκες της Αυγυπτοχεττιτικής ειρηνευτικής συμφωνίας που χρονολογούνται από το 1258 π.Χ και αποτελούν την παλαιότερη καταγεγραμμένη ειρηνευτική συμφωνία
  • Συλλογή με 75.000 επιγραφές σφηνοειδούς γραφής

Φωτογραφίες

Βιβλιογραφία

  • Χαβέλα, Κωνσταντούλα. Αρχαιολογικό Μουσείο Κωνσταντινούπολης, Αθήνα : Η Καθημερινή, 2010. ISBN 978-960-475-140-2[7]

Παραπομπές

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Στα ελληνικά

Ξενόγλωσσοι