Κιτασάτο Σιμπασαμπούρο

Ιάπωνας επιστήμονας

Ο Κιτασάτο Σιμπασαμπούρο, αγγλ. Kitasato Shibasaburō (στα ιαπωνικά: 北里 柴三郎, 29 Ιανουαρίου 1853 – 13 Ιουνίου 1931) ήταν σημαντικός Ιάπωνας γιατρός και βακτηριολόγος. Συνέβαλε καθοριστικά στην ανακάλυψη μεθόδου για την πρόληψη του τέτανου και της διφθερίτιδας. Ανακάλυψε στο ίδιο χρονικό διάστημα, όπως ο δρ. Αλεξάντρ Υερσέν, το μολυσματικό παράγοντα της βουβωνικής πανώλης.[1]

Είχε προταθεί για το πρώτο βραβείο Νόμπελ Φυσιολογίας ή Ιατρικής το 1901 χωρίς να το λάβει τελικά. Το Νόμπελ Ιατρικής απονεμήθηκε στον Έμιλ φον Μπέρινγκ.[2][3][1]

Κιτασάτο Σιμπασαμπούρο
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
北里 柴三郎 (Ιαπωνικά)
Γέννηση29 Ιανουαρίου 1853
Ογκούνι
Θάνατος13 Ιουνίου 1931
Αζάμπου, Τόκιο
ΕθνικότηταΙαπωνική
ΥπηκοότηταΙαπωνική Αυτοκρατορία και Ιαπωνία
ΣπουδέςΙατρική
Γνωστός γιαβουβωνική πανώλη, τέτανος, διφθερίτιδα
ΣύζυγοςTorako Matsuo
Επιστημονική σταδιοδρομία
Ερευνητικός τομέαςβακτηριολογία
Αξίωμαmember of the House of Peers
Ιδιότηταγιατρός, βακτηριολόγος
Διδακτορικός καθηγητήςΡόμπερτ Κοχ
Ακαδημαϊκός τίτλοςDoctor of Medical Science
Φοιτητές τουΚιγιόσι Σίγκα και Liu Ching-Kan

Βιογραφικά στοιχεία

Ο Κιτασάτο Σιμπασαμπούρο γεννήθηκε στο χωριό Ογκούνι της επαρχίας Χίγκο, στο σημερινό νομό Κουμαμότο. Όταν ήταν παιδί ήθελε να ασχοληθεί με πολεμικές τέχνες και να γίνει στρατιωτικός, επειδή είχε καταγωγή από οικογένεια Σαμουράι, αλλά οι γονείς του τον παρότρυναν να σπουδάσει στο ιατρικό σχολείο στο Κουμαμότο κάτω από την καθοδήγηση του καθηγητή της σχολής Constant George van Mansveldt.[4]

Σπουδές και σταδιοδρομία

Σπούδασε στην Ιατρική σχολή στο Τόκιο, που αποτελεί τον πρόδρομο του σημερινού τμήματος Ιατρικής του πανεπιστημίου του Τόκιο, και από την οποία αποφοίτησε το 1883.[1]Ήταν υπέρμαχος της αντίληψης ότι πρώτιστη προτεραιότητα της ιατρικής είναι η πρόληψη των ασθενειών και όχι η θεραπεία των ασθενών. Το 1884 άρχισε να εργάζεται στο Κεντρικό Γραφείο Δημόσιας Υγείας του Υπουργείου Εσωτερικών. Εκεί έγινε βοηθός ερευνητής του Μασανόρι Ογκάτα, ενός καθηγητή του πανεπιστημίου του Τόκιο. Τον ίδιο χρόνο παντρεύτηκε την Torako Matsuo.[5] Το 1885 στάλθηκε από την ιαπωνική κυβέρνηση στη Γερμανία για να εμπλουτίσει τις γνώσεις του στη βακτηριολογία και τις μολυσματικές ασθένειες. Σπούδασε υπό την καθοδήγηση του σπουδαίου ερευνητή, δρ. Ρόμπερτ Κοχ στο πανεπιστήμιο του Βερολίνου από το 1885 έως το 1891.[6][7]

Το 1889 δημοσίευσε μία μελέτη για την καλλιέργεια του αναερόβιου βακτηρίου Clostridium chauvoei και μία άλλη μελέτη για το βακτήριο, που προκαλεί τον τέτανο. Κατάφερε να επιτύχει την πρώτη καθαρή καλλιέργεια του κλωστηριδίου του τετάνου (Clostridium tetani).[5][8] Το 1890 μαζί με τον δρ. Έμιλ φον Μπέρινγκ παρουσίασαν μία μελέτη για την επίτευξη ανοσίας απέναντι στη διφθερίτιδα και τον τέτανο. Με τη μελέτη αυτή έθεσαν τα θεμέλια του κλάδου της ανοσολογίας και απέδειξαν ότι ο ορός αίματος μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη θεραπεία μολυσματικών ασθενειών για την ανάπτυξη ανοσίας σε αυτές τις ασθένειες.[5][1][9][4] Δημιούργησε αντιτοξίνες για τη διφθερίτιδα και τη νόσο του άνθρακα.

Το 1892 με τη βοήθεια του Yukichi Fukuzawa ίδρυσε το Ινστιτούτο μελέτης λοιμωδών νόσων, το οποίο το 1899 έγινε τμήμα του γραφείου δημόσιας υγείας της ιαπωνικής κυβέρνησης.[1][5] Το 1914 ξαφνικά έγινε υπαγωγή του ινστιτούτου στο υπουργείο παιδείας με αποτέλεσμα το ερευνητικό προσωπικό και ο Κιτασάτο Σιμπασαμπούρο να αντιδράσουν. Ο Κιτασάτο Σιμπασαμπούρο ίδρυσε την ίδια χρονιά το ινστιτούτο Κιτασάτο στο οποίο πήγαν πολλοί συνεργάτες του.[5] To 1893 ίδρυσε στο Τόκιο το πρώτο ιδιωτικό σανατόριο για ασθενείς με φυματίωση με την επωνυμία «Yojo-en».[6] Το 1894 στάλθηκε από την ιαπωνική κυβέρνηση στο Χονγκ Κονγκ, για να μελετήσει την επιδημία της βουβωνικής πανώλης, η οποία είχε εξαπλωθεί στη νότια Κίνα. Ο Κιτασάτο συνοδευόταν από τον παθολόγο Τανεμίτσι Αογιάμα, μερικούς σπουδαστές ιατρικής και βοηθούς.

Την ίδια εποχή ο βακτηριολόγος Αλεξάντρ Υερσέν είχε σταλεί επίσης στο Χονγκ Κονγκ από την γαλλική κυβέρνηση με έναν μόνο υπηρέτη και μικρό εργαστηριακό εξοπλισμό και ανακάλυψε το αίτιο, που προκαλούσε την ασθένεια. Μεγάλη διαμάχη έχει αναπτυχθεί αν και κατά πόσο οι δύο επιστήμονες ανακάλυψαν το βάκιλο της πανώλης (Pasteurella pestis ή Yersinia pestis) ή άλλο βακτήριο και ποιος από τους δύο τον ανακάλυψε πρώτος. Το πιθανότερο είναι να έφτασαν στην ανακάλυψη σχεδόν παράλληλα και ανεξάρτητα ο ένας με τον άλλον. [8][10][1][11][12] Εκτός από την ανακάλυψη του μολυσματικού παράγοντα της βουβωνικής πανώλης, ο Κιτασάτο Σιμπασαμπούρο ασχολήθηκε με την ανάπτυξη μεθόδων αποφυγής εξάπλωσης της ασθένειας, όπως η απομόνωση των ατόμων, η επιβολή καραντίνας σε μολυσμένους ασθενείς, η βελτίωση του αποχετευτικού συστήματος και του πόσιμου νερού. Ήταν υπέρμαχος της άποψης ότι κάθε οικογένεια έπρεπε να έχει γάτες ως κατοικίδια, γιατί η βουβωνική πανώλη διαδιδόταν με τους αρουραίους.[4] Ο Αλεξάντρ Υερσέν έκανε ακριβέστερη περιγραφή του βακίλου της πανώλης σε σχέση με τον Κιτασάτο Σιμπασαμπούρο.[13] Ο Κιτασάτο Σιμπασαμπούρο το 1911 πήγε στη Μαντζουρία για να μελετήσει τα μέτρα εναντίον της πνευμονικής πανώλης.[6]

Το 1917 ο Κιτασάτο Σιμπασαμπούρο έγινε κοσμήτορας στην ιατρική σχολή του πανεπιστημίου Κέιο στο Τόκιο και παρέμεινε σ' αυτή τη θέση μέχρι το 1928.[1] Ίδρυσε το 1921 μαζί με άλλους γιατρούς την εταιρεία Sekisen Ken-onki, που αργότερα μετονομάστηκε σε Terumo, η οποία κατασκευάζει πιο ακριβή κλινικά θερμόμετρα και άλλο ιατρικό εξοπλισμό.[2] Το 1923 εκλέχθηκε πρώτος πρόεδρος της ιαπωνικής ιατρικής ένωσης. Το 1924 ανακηρύχθηκε βαρόνος από τον αυτοκράτορα της Ιαπωνίας.[5][14]Πέθανε από ενδοκρανιακή αιμορραγία στο σπίτι του στο Αζάμπου στο Τόκιο στις 13 Ιουνίου 1931.[8][2]Ο τάφος του βρίσκεται στο κοιμητήριο Αογιάμα στο Τόκιο.

Εικόνες

Παραπομπές