Μίλαν Γκούροβιτς

Σέρβος καλαθοσφαιριστής

Ο Μίλαν Γκούροβιτς (σερβικά: Милан Гуровић, Νόβι Σαντ, ΣΟΔ Γιουγκοσλαβίας, 17 Ιουνίου 1975[1][2]) είναι Σέρβος πρώην διεθνής καλαθοσφαιριστής και νυν προπονητής. Αγωνιζόταν στις θέσεις του σούτινγκ γκαρντ και του σμολ φόργουορντ και κατά τη διάρκεια της καριέρας του διετέλεσε μέλος διαφόρων συλλόγων στα πρωταθλήματα της Σερβίας, της Ελλάδας (όπου πραγματοποίησε τα πρώτα του βήματα ως επαγγελματίας), της Ισπανίας κ.α. Παράλληλα, υπήρξε διεθνής με την εθνική Γιουγκοσλαβίας με την οποία έφτασε στην κατάκτηση του Ευρωμπάσκετ του 2001 και του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος του 2002, καθώς και ενός χάλκινου μεταλλίου στο Ευρωμπάσκετ του 1999.

Μίλαν Γκούροβιτς
Με τον Ερυθρό Αστέρα
Προσωπικές πληροφορίες
Γέννηση17 Ιουνίου 1975 (1975-06-17) (49 ετών)
Νόβι Σαντ, Γιουγκοσλαβία (νυν Σερβία)
ΕθνικότηταΣέρβος
Πληροφορίες καριέρας
NBA Ντραφτ1997 / -
Επαγγελματική καριέρα1993–2009
ΘέσηΣούτινγκ γκαρντ / Σμολ φόργουορντ
Αριθμός8, 11, 15, 32, 51
Προπονητική καριέρα2012–σήμερα
Ιστορικό καριέρας
Ως παίκτης:
1993–1998Περιστέρι
1998–2000Μπαρτσελόνα
2000ΑΕΚ
2000–2001Τριέστε
2001–2003Ουνικάχα Μάλαγα
2003–2004KK NIS Vojvodina
2004Παρτιζάν Βελιγραδίου
2005Μπανταλόνα
2005–2007Ερυθρός Αστέρας
2007–2008Πρόκομ Τρεφλ
2008–2009Γαλατασαράι
Ως προπονητής:
2012–2013Ερυθρός Αστέρας (βοηθός)
2013–2015KK FMP
2016KK Vršac

Καταγωγή και πρώτα χρόνια

Γεννήθηκε το 1975 στο Νόβι Σαντ[1][2] της γιουγκοσλαβικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Σερβίας και είναι το μεγαλύτερο από τα δύο παιδιά του Μπόζινταρ και της Μάρα Γκούροβιτς[3], ενώ έλκει την καταγωγή του από το Τρεμπίνιε[2] της σημερινής Βοσνίας και Ερζεγοβίνης. Ξεκίνησε την ενασχόλησή του με τον αθλητισμό από το κουνγκ φου, προτού ενταχθεί - έπειτα από παρότρυνση ενός φίλου - στα τμήματα υποδομής της μπασκετικής ομάδας NAP Νόβι Σαντ[3]. Σύμφωνα με τον ίδιο, κατά τα πρώτα του βήματα στο άθλημα είχε ως πρότυπο τον Κροάτη καλαθοσφαιριστή Τόνι Κούκοτς[4].

Καριέρα

Περιστέρι

Το καλοκαίρι του 1993, ως συνέπεια του Πολέμου της Γιουγκοσλαβίας μετανάστευσε στην Ελλάδα και εντάχθηκε στο Περιστέρι[5], στο οποίο αγωνίστηκε ως γηγενής με το ονοματεπώνυμο Μίλαν Μαλατράς[6][7]. Μερικά χρόνια αργότερα, η διαδικασία μέσω της οποίας ο Γκούροβιτς έλαβε την ελληνική υπηκοότητα ερευνήθηκε από τα δικαστήρια της χώρας, από κοινού με τις αντίστοιχες περιπτώσεις ελληνοποιήσεων και άλλων καλαθοσφαιριστών όπως οι Πέτζα Στογιάκοβιτς, Τιτ Σοκ, Ντούσαν Γιέλιτς και Άιβαρ Κούουσμα[8][9].

Ο Γκούροβιτς έκανε το ντεμπούτο του με την επαγγελματική ομάδα του συλλόγου τη σεζόν 1993/94 σε αναμέτρηση με τον Γ.Σ. Λάρισας για το πρωτάθλημα της Α1[10]. Τον επόμενο χρόνο άρχισε να συμμετέχει κανονικά στο ροτέισον της ομάδας αγωνιζόμενος σε 24 παιχνίδια[10], ενώ από την περίοδο 1996/97 είχε εξασφαλίσει θέση βασικού[11]. Παράλληλα, είχε σημαντική συνεισφορά στην πορεία του Περιστερίου μέχρι την προημιτελική φάση το Κυπέλλου Κόρατς, μετρώντας 13,7 πόντους ανά αγώνα και σημειώνοντας νταμπλ νταμπλ σε τρεις αναμετρήσεις (με αντιπάλους τις Ζόρκα Φάρμα[12] και Νάμικα Λάχτι στη φάση των ομίλων και τη Βαρέζε στον τρίτο γύρο[13]).

Καλύτερη του χρονιά στον αθηναϊκό σύλλογο ήταν η σεζόν 1997/98, κατά την οποία είχε μέσους όρους 17,2 πόντων και 4,5 ριμπάουντ ανά παιχνίδι[11] στην Α1, ενώ είχε σημαντική συμβολή στην εκ νέου πορεία του Περιστερίου μέχρι την προημιτελική φάση του Κυπέλλου Κόρατς, πετυχαίνοντας 31 πόντους στην επαναληπτική αναμέτρηση με τη γιουγκοσλαβική Μπούντουτσνοστ[14] για τη φάση των «16». Προς το τέλος των αγωνιστικών υποχρεώσεων, οι σχέσεις ανάμεσα στον παίκτη και την ομάδα του οξύνθηκαν εξαιτίας διαφωνιών στο οικονομικό σκέλος, καθώς ο Γκούροβιτς ζητούσε αναπροσαρμογή των απολαβών του[15][16]. Κατά τη θητεία του στην ελληνική ομάδα, συνυπήρξε με τον μετέπειτα συμπαίκτη του και στην Εθνική Γιουγκοσλαβίας, Μάρκο Γιάριτς[5].

Μπαρτσελόνα

Τον Σεπτέμβριο του 1998, αν και βρισκόταν επί μεγάλο χρονικό διάστημα σε επαφές με την ιταλική Κίντερ Μπολόνια[17][18], εν τέλει συμφώνησε να συνεχίσει την καριέρα του στην Μπαρτσελόνα[18], η οποία κατέβαλε σημαντικό χρηματικό ποσό στο Περιστέρι προκειμένου να ολοκληρωθεί η μεταγραφή[19]. Η συγκεκριμένη μετακίνηση αναφέρεται ως η ακριβότερη στην μέχρι τότε ιστορία της ισπανικής λίγκας[20]. Ο Γκούροβιτς παρέμεινε στη Βαρκελώνη για μια διετία, κατά την οποία τον πρώτο του χρόνο κατέκτησε το Κύπελλο Κόρατς του 1999[21] σε διπλούς αγώνες κόντρα στην Εστουντιάντες (έχοντας 8 πόντους στο πρώτο παιχνίδι[22] όπου η Μπαρτσελόνα ηττήθηκε στη Μαδρίτη με 93-77 και άλλους 13 στον επαναληπτικό[23] όπου η ομάδα του κάλυψε τη διαφορά του πρώτου αγώνα επικρατώντας με 97-70) και το πρωτάθλημα της ίδιας σεζόν[21].

Κατά τον δεύτερο χρόνο του συμμετείχε στο Final Four της Ευρωλίγκας όπου σημείωσε 5 πόντους στον ημιτελικό με τη Μακάμπι Τελ Αβίβ και άλλους 13 στον μικρό τελικό με αντίπαλο την Εφές Πίλσεν (η Μπαρτσελόνα ηττήθηκε σε αμφότερες τις αναμετρήσεις)[24]. Ωστόσο ήρθε σε κόντρα με τον προπονητή Αΐτο Ρενέσες, θεωρώντας πως είχε περιορισμένο χρόνο συμμετοχής, με αποτέλεσμα να ζητήσει να αποχωρήσει[18]. Με τους μπλαουγκράνα ο Γκούροβιτς αγωνίστηκε σε 67 αγώνες πρωταθλήματος σκοράροντας περίπου 11,5 πόντους ανά παιχνίδι[25].

Σεζόν 2000/01

Όντας ελεύθερος μετά την αποδέσμευσή του από την Μπαρτσελόνα, προσεγγίστηκε από τον προπονητή του Παναθηναϊκού Ζέλικο Ομπράντοβιτς, όμως απέρριψε την πρόταση που του έγινε, θυμωμένος από το γεγονός πως λίγους μήνες νωρίτερα, ο ίδιος προπονητής τον είχε αφήσει εκτός της τελικής αποστολής της Γιουγκοσλαβίας για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ. Αργότερα, ο Γκούροβιτς παραδέχτηκε πως η συγκεκριμένη απόφαση του ήταν μεγάλο λάθος[26]. Το ίδιο διάστημα βρέθηκε κοντά στον Άρη[27], επιλέγοντας εν τέλει την ΑΕΚ, με την οποία υπέγραψε διετές συμβόλαιο.

Ωστόσο, η παρουσία του Γκούροβιτς στην Ένωση ήταν ολιγόμηνη, καθώς αποχώρησε τον Δεκέμβριο[21][28] του 2000. Ενδιάμεσα είχε έρθει σε ρήξη με τον Ντούσαν Ίβκοβιτς και είχε απουσιάσει χωρίς άδεια από τις προπονήσεις[26][29], ενώ αργότερα ειπώθηκε πως το ύψος των απολαβών του δημιουργούσε προβλήματα στον οικονομικό προγραμματισμό της ομάδας[30]. Κατά τη σύντομη θητεία του με την ΑΕΚ αγωνίστηκε σε 5 παιχνίδια για το πρωτάθλημα με 10 πόντους ανά αγώνα και σε άλλα 4 για την Ευρωλίγκα με μέσο όρο 13 πόντων[25], μεταξύ των οποίων οι 16 που σημείωσε στην εντός έδρας νίκη της ΑΕΚ επί της Κίντερ Μπολόνια με 71-70 για την πρεμιέρα της διοργάνωσης[31]. Κατόπιν ολοκλήρωσε τη σεζόν στην ιταλική Τριέστε[21], όπου είχε 23 συμμετοχές με μέσο όρο 16 πόντων σε 32,5 λεπτά ανά αγώνα[25].

Μάλαγα

Ακολούθως επέστρεψε στην Ισπανία αγωνιζόμενος με ιδιαίτερη επιτυχία[32] για μια διετία στην Ουνικάχα Μάλαγα. Την πρώτη του χρονιά στον σύλλογο, ο Γκούροβιτς είχε μέσους όρους 14 πόντων για το πρωτάθλημα[25], ενώ η Μάλαγα έχοντας ακόμη στο ρόστερ της παίκτες όπως οι Λούις Μπούλοκ, Φρεντερίκ Βάις, Κάρλος Καμπέθας, Μπέρνι Ροντρίγκεζ κ.ά., έφτασε στον τελικό με πλεονέκτημα έδρας, χάνοντας ωστόσο στη σειρά των αγώνων από την Ταού Κεράμικα. Παράλληλα ο Γκούροβιτς σκόραρε με 11,3 πόντους ανά παιχνίδι στην Ευρωλίγκα[21]. Την επόμενη χρονιά μέτρησε 10,3 πόντους για το πρωτάθλημα και 12,7 στο πλαίσιο της Ευρωλίγκας[21][25], έχοντας ποσοστό ευστοχίας 47,6% στα σουτ τριών πόντων για τις αναμετρήσεις της φάσης των «16» (όπου μεταξύ άλλων σημείωσε 26 πόντους ενάντια στην Τσιμπόνα και 19 κόντρα στην Εφές Πίλσεν)[33].

2003-2005: μεταξύ διαφόρων ομάδων

Το 2003, αν και αρχικά υπέγραψε στην Ταού Κεράμικα, εν τέλει επαναπατρίσθηκε στη Σερβία για λογαριασμό της KK NIS Vojvodina που έδρευε στο Νόβι Σαντ, όπου αγωνίστηκε για μια σεζόν. Η συγκεκριμένη απόφαση προκάλεσε την αντίδραση του ισπανικού συλλόγου και την επέμβαση της FIBA[34], η οποία επιδίκασε ένα ποσό ως αποζημίωση στην Ταού[35]. Μετά το τέλος της παρουσίας του στη KK NIS Vojvodina μετέβη στη Ρωσία για λογαριασμό της Ούνιξ Καζάν, όμως αποχώρησε πριν την έναρξη των αγωνιστικών υποχρεώσεων επικαλούμενος οικογενειακά προβλήματα[36]. Τον Οκτώβριο του 2004 συμφώνησε με την Παρτιζάν Βελιγραδίου[37], από την οποία αποδεσμεύτηκε τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους για εξωαγωνιστικούς λόγους. Αιτία ήταν ένα τατουάζ εθνικιστικού περιεχομένου του Γκούροβιτς, το οποίο είχε ως επακόλουθο την απαγόρευση εισόδου του σε Κροατία και Βοσνία, γεγονός που τον καθιστούσε αυτομάτως εκτός πλάνων για αρκετά παιχνίδια της Αδριατικής Λίγκας[38]. Ο ίδιος χαρακτήρισε αργότερα το πέρασμα του από την Παρτιζάν ως λανθασμένη επιλογή[3]. Ως εκ τούτου ολοκλήρωσε τη χρονιά στην Μπανταλόνα του Αΐτο Ρενέσες, στην οποία υπέγραψε κατά τα τέλη Φεβρουαρίου[36] του 2005.

Ερυθρός Αστέρας

Έπειτα ο Γκούροβιτς επέστρεψε εκ νέου στη Σερβία ως παίκτης του Ερυθρού Αστέρα με τον οποίο κατέκτησε κατά την πρώτη του χρονιά το εγχώριο κύπελλο, πετυχαίνοντας 17 πόντους στον τελικό κόντρα στη Χέμοφαρμ (80-65)[39]. Την ίδια σεζόν ήταν πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος με 25,7 πόντους[21] ανά παιχνίδι. Επίσης ήταν βασικός συντελεστής στην πορεία της ομάδας για δύο συνεχόμενες σεζόν μέχρι την προημιτελική φάση του ULEB Cup[40], με μ.ό. 16,6 και 25,9 πόντους αντίστοιχα[21].

Μετέπειτα καριέρα

Τη σεζόν 2007/08 αγωνίστηκε στην πολωνική Πρόκομ Τρεφλ Σόποτ (όντας μια από τις σημαντικές μεταγραφές της ομάδας που περιλάμβαναν ακόμη τους Τράβις Μπεστ, Τομάς Βαν Ντέν Σπίγκελ και Ρουμπέν Βολκοβίσκι[41]), με την οποία πραγματοποίησε ατομικό ρεκόρ πόντων στην Ευρωλίγκα, πετυχαίνοντας 28 σε νικηφόρα αναμέτρηση εναντίον του Ολυμπιακού τον Ιανουάριο του 2008[21][42][43]. Παράλληλα, πανηγύρισε με την Πρόκομ την κατάκτηση του πρωταθλήματος, κάνοντας νταμπλ νταμπλ με 36 πόντους και 10 ριμπάουντ στον τελευταίο αγώνα της σειράς των τελικών κόντρα στην Τουρόφ[44][45]. Ακόμη κατέκτησε και το κύπελλο Πολωνίας πετυχαίνοντας 20 πόντους στον τελικό με αντίπαλο τη Σλασκ Βρότσλαβ (επικράτηση της Πρόκομ με 81-69)[46].

Την επόμενη χρονιά ο Γκούροβιτς ανήκε στη Γαλατασαράι[47], με την οποία έπαιξε στο τουρκικό πρωτάθλημα (15 συμμετοχές στην κανονική περίοδο με 10,13 πόντους ανά αγώνα[48]), καθώς και στις διοργανώσεις του Eurocup και του EuroChallenge (όπου είχε μέσο όρο 13,6 πόντων[49]). Αυτή ήταν η τελευταία ομάδα της καριέρας του, καθώς τον Σεπτέμβριο του 2009 ανακοίνωσε επίσημα την αποχώρησή του από την ενεργό δράση[50].

Στην εθνική ομάδα

Ο Γκούροβιτς κλήθηκε για πρώτη φορά στην εθνική ομάδα της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας / Σερβίας και Μαυροβουνίου το 1998 μαζί με άλλους ελληνοποιημένους καλαθοσφαιριστές που αγωνίζονταν μέχρι τότε στο ελληνικό πρωτάθλημα (Τάρλατς, Στογιάκοβιτς και Γιάριτς)[51][52], το ζήτημα των οποίων είχε απασχολήσει ακόμη και τις κυβερνήσεις των δύο κρατών[53]. Κορυφαίες στιγμές του Γκούροβιτς με το εθνόσημο ήταν η κατάκτηση του Ευρωμπάσκετ του 2001 και του Μουντομπάσκετ του 2002, όπου αναδείχτηκε από κοινού με τους Ντέγιαν Μποντιρόγκα, Βλάντε Ντίβατς, Πέτζα Στογιάκοβιτς, Ντράγκαν Τάρλατς κ.ά. σε έναν από τους πρωταγωνιστές εκείνης της ομάδας[54]. Επίσης κέρδισε και ένα χάλκινο μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ του 1999.

Αγωνίστηκε για πρώτη φορά σε επίσημη διοργάνωση το 1999 στο Ευρωμπάσκετ της Γαλλίας, όπου παρά την κατάκτηση της τρίτης θέσης είχε μικρή συμμετοχή, καθώς αγωνίστηκε στα 7 από τα 9 ματς που έδωσε η Γιουγκοσλαβία, με μέσους όρους 4 πόντων σε σχεδόν 16 λεπτά παρουσίας ανά παιχνίδι. Οι καλύτερες εμφανίσεις του στο τουρνουά πραγματοποιήθηκαν στη δεύτερη φάση, έχοντας 10 πόντους και 9 ριμπάουντ κόντρα στην Ισπανία (νίκη με 77-63) και 12 πόντους ενάντια στη Ρωσία (ήττα με 76-68)[55].

Το 2000, αν και συμπεριλήφθηκε στην προεπιλογή ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων, έμεινε εν τέλει εκτός της αποστολής για το τουρνουά[26]. Την επόμενη χρονιά επιλέχθηκε από τον Σβέτισλαβ Πέσιτς στην τελική δωδεκάδα για το Ευρωμπάσκετ που διεξήχθη στην Τουρκία. Αγωνίστηκε και στις έξι αναμετρήσεις που έδωσε η Γιουγκοσλαβία, με μέσο όρο 10,5 πόντων σε 18,5 λεπτά συμμετοχής, έχοντας παράλληλα ποσοστό ευστοχίας 43,5% στα σουτ τριών πόντων. Στην προημιτελική φάση κόντρα στη Λετονία, ο Γκούροβιτς σημείωσε 20 πόντους, πετυχαίνοντας 6 τρίποντα[56] (ένα λιγότερο από τον Στογιάκοβιτς) και συμβάλλοντας στην άνετη επικράτηση και πρόκριση των «πλάβι» με 114-78. Ακόμη, πέτυχε 11 πόντους στον τελικό της Κωνσταντινούπολης, όπου η Γιουγκοσλαβία νίκησε με 78-69 τη διοργανώτρια Τουρκία[57].

Στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 2002 έλαβε μέρος και στους εννέα αγώνες της Γιουγκοσλαβίας κατά τη διάρκεια της διοργάνωσης. Ξεχώρισε για την εμφάνισή του στον προημιτελικό κόντρα στη διοργανώτρια ομάδα των ΗΠΑ, όπου είχε 15 πόντους με 4/6 προσπάθειες για τρίποντο[1]. Μάλιστα, 1:17 λεπτά πριν τη λήξη πιεζόμενος από τον Ρέτζι Μίλερ πέτυχε το σημαντικότερο εξ αυτών, δίνοντας προβάδισμα τεσσάρων πόντων στην ομάδα του, η οποία επικράτησε με 81-78. Το τουρνουά ολοκληρώθηκε με τον Γκούροβιτς να πανηγυρίζει την κατάκτηση του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος μετά τη νίκη της Γιουγκοσλαβίας επί της Αργεντινής στην παράταση του τελικού με 84-77[58] (αναμέτρηση στην οποία πέτυχε τρεις πόντους[59]). Από την πλευρά του, ο Γκούροβιτς είχε 10,7 πόντους ανά αγώνα (τρίτος σκόρερ των Γιουγκοσλάβων πίσω από τους Στογιάκοβιτς και Μποντιρόγκα) και ποσοστό ευστοχίας 40% στα σουτ τριών πόντων[1].

Τον Σεπτέμβριο του 2003 συμπεριλήφθηκε στη δωδεκάδα της Σερβίας και Μαυροβουνίου για το Ευρωμπάσκετ της Σουηδίας, όπου αναδείχτηκε πρώτος σκόρερ της ομάδας με 78 πόντους[60] (13 πόντοι ανά αγώνα), καθώς και πρώτος στην αντίστοιχη κατηγορία του χρόνου συμμετοχής. Μεταξύ άλλων, είχε 14 πόντους και 8 ριμπάουντ στην πρεμιέρα εναντίον της Ρωσίας (ήττα με 80-95)[61], 24 πόντους εκ νέου κόντρα στη Ρωσία για τους αγώνες κατάταξης των θέσεων 5-8 (νίκη με 86-77) και άλλους 15 απέναντι στην Ελλάδα στον αγώνα για την πέμπτη θέση (νίκη των Ελλήνων με 72-64)[62].

Ο Γκούροβιτς επανήλθε στην εθνική κατά το Ευρωμπάσκετ του 2005 που διοργανώθηκε στη Σερβία/Μαυροβούνιο. Αγωνίστηκε στα τρία από τα τέσσερα παιχνίδια που έδωσε η ομάδα (η οποία έμεινε εκτός οκτάδας), έχοντας 9 πόντους ανά αγώνα[63]. Δύο χρόνια αργότερα συμμετείχε στην αποστολή της Εθνικής Σερβίας για το Ευρωμπάσκετ του 2007: αγωνίστηκε και στις τρεις αναμετρήσεις της Σερβίας, όπου αναδείχτηκε πρώτος σκόρερ της ομάδας με μέσο όρο 19 πόντων και ποσοστά 45,5% στα δίποντα, 25% στα τρίποντα και 64% στις ελεύθερες βολές. Από την πλευρά της, η Σερβία αποκλείστηκε στον πρώτο γύρο της διοργάνωσης χάνοντας και τις τρεις αναμετρήσεις κόντρα σε Ρωσία, Ελλάδα (στην παράταση, μετά από τρίποντο του Γκούροβιτς στην τελευταία επίθεση της κανονικής διάρκειας[64]) και Ισραήλ[65].

Διακρίσεις και τίτλοι

Ομαδικοί τίτλοι

Μπαρτσελόνα

Ερυθρός Αστέρας

  • 1 Κύπελλο Σερβίας: 2006

Πρόκομ Τρεφλ Σόποτ

Εθνική Γιουγκοσλαβίας

Ατομικές διακρίσεις

  • Πολυτιμότερος παίκτης της κανονικής διάρκειας του ULEB Cup: 2007
  • Πρώτος σκόρερ του ULEB Cup: 2007
  • Πρώτος σκόρερ του Πρωταθλήματος Σερβίας/Μαυροβουνίου: 2006
  • Συμμετοχή στο Ισπανικό All Star Game: 1999, 2002

Στατιστικά

ΧρονιάΟμάδαΑγώνεςΠόντοιΠόντοι μ.οΔίποντα%Τρίποντα%Βολές%Ριμπ.
1999/2000Μπαρτσελόνα242219,234/7644,740/10737,433/447565
2000/01ΑΕΚ452138/16506/154018/2378,310
2001/02Ουνικάχα Μάλαγα1112411,319/5435,216/503238/4682,643
2002/03Ουνικάχα Μάλαγα1620312,727/5549,133/8439,350/618255
2004/05Παρτίζαν Βελιγρ.6559,27/2133,38/3423,517/2373,914
2007/08Πρόκομ1218415,332/784125/7334,245/5188,258
Σύνολο7383911,5127/30042,3128/36335,3201/24881245
Μέσος όρος11,542,335,3813,4

Προπονητική καριέρα

Μερικά χρόνια μετά το τέλος της αθλητικής του καριέρας, ο Γκούροβιτς διετέλεσε τη σεζόν 2012/13 βοηθός προπονητή στον Ερυθρό Αστέρα, ενώ κατόπιν υπήρξε για μια διετία προπονητής της Košarkaški klub FMP (γνωστή και ως Ζελέζνικ)[67], η οποία λειτουργεί ως θυγατρική ομάδα του Αστέρα. Το 2016 ήταν ομοσπονδιακός προπονητής της εθνικής Σερβίας Κ18, η οποία κατετάγη δέκατη στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα που διεξήχθη στη Σαμψούντα της Τουρκίας[68] και είχε ένα σύντομο πέρασμα από τον πάγκο της Βρσατς (παλαιότερα γνωστή ως Χέμοφαρμ)[69]. Παράλληλα διατηρεί ακαδημία μπάσκετ με έδρα το Βελιγράδι[4].

Εξωαγωνιστικές αντιπαραθέσεις

Ο Ντράζα Μιχαήλοβιτς.

Το 2004, ενώ ο Γκούροβιτς αγωνιζόταν με την Παρτιζάν, του απαγορεύτηκε η είσοδος στην Κροατία[70] προκειμένου να αγωνιστεί σε αναμέτρηση για την Αδριατική Λίγκα εναντίον της Τσιμπόνα, εξαιτίας ενός τατουάζ στο αριστερό του χέρι που απεικονίζει τον Ντράζα Μιχαήλοβιτς (εθνικιστής ηγέτης των Σέρβων Τσέτνικ κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και αμφιλεγόμενη προσωπικότητα που εκτελέστηκε το 1946 από την κυβέρνηση του Τίτο ως συνεργάτης των δυνάμεων Κατοχής και εγκληματίας πολέμου) εκτός και αν το κάλυπτε, επιλογή που ο Γκούροβιτς απέρριψε[71]. Για τον ίδιο λόγο τον Μάρτιο 2003, όταν ακόμη ανήκε στην Ουνικάχα, είχε ζητήσει να μην ακολουθήσει την αποστολή της ομάδας στην Κροατία για αγώνα της β΄ φάσης της Ευρωλίγκας ώστε να αποφευχθούν αντιδράσεις από κροατικής πλευράς[35][72]. Το 2006, όντας πλέον παίκτης του Ερυθρού Αστέρα, απείχε από ορισμένα εκτός έδρας παιχνίδια απέναντι σε ομάδες της Βοσνίας και της Κροατίας λόγω αντίστοιχης απαγόρευσης[73].

Τον Οκτώβριο του 2006, μερικές μέρες πριν το ντέρμπι ανάμεσα στην Παρτιζάν και τον Ερυθρό Αστέρα, δέχτηκε απειλητικά τηλεφωνήματα από οπαδούς της Παρτιζάν, οι οποίοι επιπλέον προέβησαν σε αναγραφή υβριστικών συνθημάτων προς τον ίδιο και τη σύζυγό του έξω από την οικία του. Η ένταση συνεχίστηκε και κατά τη διάρκεια του αγώνα, όταν αποβλήθηκε έπειτα από ενέργειά του να πετάξει στην κερκίδα μπουκάλι που είχε εκτοξευτεί εναντίον του, με επακόλουθο την εισβολή οπαδών στον αγωνιστικό χώρο[74].

Το 2007, σε συνέντευξή του καταφέρθηκε με σεξιστικούς χαρακτηρισμούς εναντίον της Σέρβας συγγραφέως και πολιτικού Μπιλιάνα Σρμπλιάνοβιτς, η οποία νωρίτερα τον είχε αποκαλέσει δημοσίως «ηλίθιο με τατουάζ»[75].

Προσωπική ζωή

Ο Γκούροβιτς είναι παντρεμένος και πατέρας τεσσάρων παιδιών. Τον Δεκέμβριο του 2019 συνελήφθη από την αστυνομία έπειτα από καταγγελία της συζύγου του για άσκηση βίας εναντίον της ιδίας και της ανήλικης κόρης τους. Ο ίδιος παραδέχτηκε την πράξη του, ρίχνοντας ωστόσο την ευθύνη για το περιστατικό στη σύζυγό του[76]. Λίγες μέρες αργότερα καταδικάστηκε σε δεκάμηνο κατ' οίκον περιορισμό[77][78], ενώ πάρθηκαν ασφαλιστικά μέτρα εναντίον του. Τον Φεβρουάριο του 2020 υπέβαλε αίτηση για μεταβολή της ποινής[79]. Έχει παραδεχτεί πως κατά το παρελθόν αντιμετώπισε προβλήματα κατάθλιψης[4][76].

Παραπομπές

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

🔥 Top keywords: Πύλη:ΚύριαΕυρωπαϊκό Πρωτάθλημα ποδοσφαίρουΕιδικό:ΑναζήτησηΜιχάλης ΔημητρακόπουλοςΕυρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου 2024Σερζ ΙμπάκαΘανάσης ΠαπακωνσταντίνουΣεβίτσεΛορένζο ΜπράουνΆμλετΑλέξης ΚούγιαςΠαναθηναϊκός (καλαθοσφαίριση ανδρών)ΣλοβακίαΝηλ ΆρμστρονγκΚιλιάν ΕμπαπέΠρωτάθλημα Ελλάδας καλαθοσφαίρισης ανδρώνΚώστας ΣλούκαςΕυρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου 2020Ιβάν ΓιοβάνοβιτςΝατάσα ΓιάμαληΔημήτρης ΣταρόβαςΕυρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου 2004Τζεφ ΜπέζοςΕυρωλίγκα ανδρώνΠαλαιών Πατρών Γερμανός Γ΄Ρόμελου ΛουκάκουΕλλάδαΕθνική Γαλλίας (ποδόσφαιρο ανδρών)Λένα ΜαντάΔημήτρης ΓιαννακόπουλοςΟλυμπιακός Σ.Φ.Π. (καλαθοσφαίριση ανδρών)Τα Μυαλά που Κουβαλάς 2Παγκόσμιο Κύπελλο ΠοδοσφαίρουΠαγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου 2026Πρωτάθλημα Ελλάδας χειροσφαίρισης ανδρώνΟλυμπιακός Σ.Φ.Π. (ποδόσφαιρο)Ν'Γκολό ΚαντέΕθνική Ελλάδας (ποδόσφαιρο ανδρών)Ορθογραφία της Γαλλικής γλώσσας