Κόουλ Πόρτερ

Ο Κόουλ Άλμπερτ Πόρτερ (Cole Albert Porter, 9 Ιουνίου 1891 - 15 Οκτωβρίου 1964) ήταν Αμερικανός τραγουδοποιός και ένας από τους σημαντικότερους στιχουργούς και συνθέτες του 20ού αιώνα[16].

Κόουλ Πόρτερ
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Cole Porter (Αγγλικά)
Γέννηση9  Ιουνίου 1891[1][2][3]
Peru
Θάνατος15  Οκτωβρίου 1964[1][4][2]
Σάντα Μόνικα[5]
Αιτία θανάτουνεφρική ανεπάρκεια
Συνθήκες θανάτουφυσικά αίτια
Τόπος ταφήςMount Hope Cemetery[6][7]
Χώρα πολιτογράφησηςΗνωμένες Πολιτείες Αμερικής
Εκπαίδευση και γλώσσες
Μητρική γλώσσαΑγγλικά[8]
Ομιλούμενες γλώσσεςΑγγλικά[8][9]
ΣπουδέςΝομική Σχολή Χάρβαρντ
Πανεπιστήμιο Γέιλ
Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ
Σκόλα Καντόρουμ του Παρισιού[10]
Worcester Academy[11]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταθεατρικός συγγραφέας
συνθέτης[12]
πιανίστας
στιχουργός
τραγουδοποιός
συνθέτης μουσικών θεμάτων για κινηματογραφικές ταινίες
συγγραφέας[13]
Αξιοσημείωτο έργοNight and Day
So Near and Yet so Far
Οικογένεια
ΓονείςKate Porter[14]
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΒραβεύσειςΕιδικό Βραβείο Επιτροπής Γκράμι (1989)
αστέρι στη Λεωφόρο της Δόξας του Χόλιγουντ[15]
Ιστότοπος
www.coleporter.org
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Βιογραφία

Ο Κόουλ Πόρτερ γεννήθηκε σε μία εύπορη οικογένεια στην Ιντιάνα και παρόλο που ο αυταρχικός παππούς του τον ήθελε δικηγόρο, εκείνος αψήφισε την επιθυμία του και διάλεξε τη μουσική ως επάγγελμα. Πρώιμο ταλέντο, ξεκίνησε μαθήματα πιάνου και βιολιού σε ηλικία μόλις 6 ετών, αλλά σύντομα στράφηκε αποκλειστικά στο πιάνο. Άρχισε να συνθέτει το 1901 και τέσσερα χρόνια αργότερα ξεκίνησε σπουδές στη μουσική Ακαδημία Γουόρτσεστερ[17]. Το 1909 γράφτηκε στο πανεπιστήμιο Γέιλ, όπου έγινε δημοφιλής, συνθέτοντας τραγούδια για την ομάδα ράγκμπι του πανεπιστημίου και τον φοιτητικό επιστημονικό σύλλογο[18]. Όταν εγκατέλειψε το Γέιλ είχε στο ενεργητικό του ήδη περισσότερα από 300 τραγούδια και αρκετές ολοκληρωμένες συνθέσεις. Έκανε το ντεμπούτο του στο Μπρόντγουεϊ με τη μουσική κωμωδία Δες πρώτα την Αμερική (See America First, 1916). Το 1917 ο Πόρτερ μετακόμισε στο κοσμοπολίτικο Παρίσι του Μεσοπολέμου. Εκεί γνώρισε τη Λίντα Λι Τόμας, με την οποία παντρεύτηκε το 1919. Στο Παρίσι συναναστρεφόταν με άλλους μουσικούς, συγγραφείς, καλλιτέχνες και διανοούμενους και, επιπλέον, συνέχισε τις μουσικές σπουδές του. Έχοντας κλασική εκπαίδευση, ο Κόουλ Πόρτερ ασχολήθηκε με το μιούζικαλ[19]. Το μεγαλύτερο διάστημα της δεκαετίας του 1920, το έζησε στην Ευρώπη και στα τέλη της δεκαετίας επέστρεψε στις Η.Π.Α., όπου άρχισε να γνωρίζει επιτυχία στις σκηνές του Μπρόντγουεϊ, ενώ η τεχνοτροπία του, η οποία ήταν ένα επιτηδευμένο μείγμα αισθησιασμού, σπιρτάδας και εσωτερικότητας, είχε γίνει ήδη αναγνωρίσιμη [20].

Η δεκαετία του 1930 ήταν η χρυσή εποχή του Πόρτερ, με πολλές επιτυχημένες παραστάσεις, που τον κατέστησαν ως έναν από τους σημαντικότερους τραγουδοποιούς της μουσικής σκηνής του Μπρόντγουεϊ. Σε αντίθεση με πολλούς επιτυχημένους συνθέτες του Μπρόντγουεϊ, ο Πόρτερ έγραφε για τα τραγούδια του τόσο τη μουσική όσο και τους στίχους.

Μετά από ένα σοβαρό ατύχημα που είχε το 1937 κατά τη διάρκεια ιππασίας, ο Πόρτερ έμεινε ανάπηρος και σε συνεχή πόνο. Το ατύχημα τον ταλαιπώρησε σε όλη την υπόλοιπη ζωή του, υποβαλλόμενος στη συνέχεια σε περισσότερες από 30 εγχειρήσεις, αλλά συνέχισε να εργάζεται. Οι παραστάσεις του στις αρχές της δεκαετίας του 1940 δεν περιείχαν τις επιτυχίες των προηγούμενων δεκαετιών, αλλά το 1948 έκανε μία θριαμβευτική επιστροφή με το πιο επιτυχημένο του μιούζικαλ, το Φίλα με, Κέιτ (Kiss Me, Kate), χάρη στο οποίο κέρδισε το πρώτο βραβείο Τόνυ για το καλύτερο μιούζικαλ.

Άλλα μιούζικαλ του Πόρτερ είναι τα 50 εκατομμύρια Γάλλοι (Fifty Million Frenchmen, 1929), Η εύθυμη ζωντοχήρα (Gay Divorce, 1932), Εσύ θα με τρελάνεις (Anything Goes, 1934), Η Du Barry ήταν... κυρία (Du Barry Was a Lady, 1939), Can-Can (1953) και Ένα ζευγάρι μεταξένια καλτσόν (Silk Stockings, 1955), όπου μεταφέρθηκε σε μιούζικαλ η αντικομμουνιστική σάτιρα Νίνοτσκα με την Γκρέτα Γκάρμπο. Όπως έγινε και με άλλους συνθέτες του μιούζικαλ (Τζορτζ Γκέρσουιν, Ρότζερς και Χαρτ) οι πολυάριθμες επιτυχίες του έγιναν στάρνταρντ της παραδοσιακής ποπ και της τζαζ, ενώ ερμηνεύτηκαν και από σύγχρονους καλλιτέχνες. Ανάμεσα τους τα "Night and Day" (1932), "Begin the Beguine" (1934), "I Get a Kick Out of You" (1934), "You're the Top" (1934), "I've Got You Under My Skin" (1936), "It's De-Lovely" (1936), "My Heart Belongs to Daddy" (1938), "Well, Did You Evah!" (1939) και "I Concentrate on You" (1940). Επίσης, συνέθεσε μουσικές για κινηματογραφικές ταινίες από τη δεκαετία του 1930 έως τη δεκαετία του 1950, συμπεριλαμβανομένων των Ο χορός ειν' η ζωή μου (Born to Dance, 1936), που περιελάμβανε το τραγούδι "You'd Be So Easy to Love", Ροζαλί (Rosalie, 1937), που περιελάμβανε το "In the Still of the Night", Ποτέ δεν θα πλουτίσεις (You'll Never Get Rich, 1941), Υψηλή κοινωνία (High Society, 1956), που περιείχε το "True Love", και Τα κορίτσια (Les Girls, 1957).

Η τελευταία επιτυχία του Πόρτερ ήταν το 1958, για μία τηλεοπτική μεταφορά της ιστορίας του Αλαντίν. Το 1960 το πανεπιστήμιο Γέιλ τον ανακήρυξε επίτιμο διδάκτορα.

Ο Κόουλ Πόρτερ πέθανε στις 15 Οκτωβρίου του 1964 αφήνοντας πίσω του πλούσιο έργο: από την πιο γνωστή μπαλάντα γουέστερν, το "Don't Fence Me In" (1934), έως μιούζικαλ και μουσική και τραγούδια σε ταινίες που άφησαν εποχή.

Η ζωή του Πόρτερ μεταφέρθηκε δύο φορές στον κινηματογράφο: η πρώτη ήταν το 1946 στην ταινία Νύχτα και μέρα (Night and Day) με πρωταγωνιστή τον Κάρι Γκραντ, και η δεύτερη το 2004 στην ταινία De-Lovely με πρωταγωνιστή τον Κέβιν Κλάιν[21]. Αναφορές στον Κόουλ Πόρτερ υπάρχουν στο βιβλίο του Γιου Νέσμπε Το αστέρι του διαβόλου[22] και στο βιβλίο του Καζούο Ισιγκούρο Νυχτερινά: Πέντε ιστορίες της μουσικής και της νύχτας[23]. Το τραγούδι "Why Shouldn't I" του Κόουλ Πόρτερ επιλέχθηκε από το ζευγάρι Τζορτζ Κλούνεϊ και Αμάλ Αλαμουντίν για τον πρώτο χορό στη δεξίωση του γάμου τους[24].

Παραπομπές

Εξωτερικοί σύνδεσμοι