Σάντορ Κότσις

Ούγγρος ποδοσφαιριστής

Ο Σάντορ Κότσις (ουγγρικά: Sándor Kocsis, 21 Σεπτεμβρίου 1929 – 22 Ιουλίου 1979) ήταν Ούγγρος διεθνής ποδοσφαιριστής ο οποίος αγωνιζόταν ως επιθετικός. Ήταν ο πρώτος σκόρερ του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1954 με 11 γκολ. Θεωρούμενος ως ένας από τους καλύτερους επιθετικούς όλων των εποχών,[1][2] ψηφίστηκε 39ος καλύτερος ποδοσφαιριστής του 20ού αιώνα στις εκλογές της IFFHS και δεύτερος Ούγγρος.[3]

Σάντορ Κότσις
Προσωπικές πληροφορίες
Πλήρες όνομαΣάντορ Πέτερ Κότσις
Ημερ. γέννησης21 Σεπτεμβρίου 1929
Τόπος γέννησηςΒουδαπέστη, Ουγγαρία
Ημερ. θανάτου22 Αυγούστου 1979 (49 ετών)
Τόπος θανάτουΒαρκελώνη, Ισπανία
Ύψος1,77 μ.
ΘέσηΕπιθετικός
Επαγγελματική καριέρα*
ΠερίοδοςΟμάδαΣυμμ.(Γκ.)
1946–1950Φερεντσβάρος89(70)
1947Φερεντσβάρος ΙΙ4(13)
1950–1956Χόνβεντ162(183)
1953–1955Χόνβεντ ΙΙ2(7)
1957–1958Γιανγκ Φέλοους11(7)
1958–1965Μπαρτσελόνα75(42)
Σύνολο343(322)
Εθνική ομάδα
ΠερίοδοςΟμάδαΣυμμ.(Γκ.)
1947Ουγγαρία Κ-213(3)
1948–1956Ουγγαρία68(75)
* Οι συμμετοχές και τα γκολ στις προηγούμενες ομάδες υπολογίζονται μόνο για τα εγχώρια πρωταθλήματα.
† Συμμετοχές (Γκολ).

Σε επίπεδο συλλόγων ξεκίνησε την καριέρα του στην πατρίδα του με τις Φερεντσβάρος και Χόνβεντ Βουδαπέστης, όπου διακρίθηκε για τη μεγάλη ικανότητά του στο σκοράρισμα και ιδιαίτερα στο ψηλό παιχνίδι. Υπήρξε βασικό στέλεχος των «Μαγικών Μαγυάρων» της δεκαετίας του 1950 με τους οποίους στέφθηκε χρυσός Ολυμπιονίκης το 1952. Μετά την πολιτική αλλαγή στην Ουγγαρία το 1956 έφυγε από τη χώρα του και αγωνίστηκε αρχικά στην Ελβετία και από το 1958 στη Μπαρτσελόνα.[4]

Βιογραφία

Τα χρόνια στην Ουγγαρία

Καριέρα σε συλλόγους

Γεννήθηκε στη Βουδαπέστη από πατέρα ξυλουργό που ήταν επίσης ποδοσφαιριστής, αλλά σταμάτησε πρόωρα το ποδόσφαιρο εξαιτίας ενός τραυματισμού. Αρχικά εντάχθηκε στην Κόμπανι και στα 17 του έγινε μέλος της μεγάλης ομάδας της Φερεντσβάρος,[5] με την οποία κατέκτησε το πρωτάθλημα του 1949 χάρις κυρίως την επιθετική ικανότητα της ομάδας που σε 30 αγώνες σημείωσε 140 τέρματα. Η δύναμη πυρός είχε στη σύνθεσή της ακόμη τους Τσίμπορ, Μπουντάι και το σούπερ σκόρερ της δεκαετίας του 1940 Φέρεντς Ντέακ.[6]

Ο Κότσις ήταν έξυπνος παίκτης με εξαιρετική ικανότητα να «διαβάζει» το παιχνίδι και δυνατότητα χρήσης και των δύο ποδιών του. Ήταν παραγωγικός σκόρερ τόσο με τη Χόνβεντ (στην οποία μεταγράφηκε το 1949 εκπληρώνοντας παράλληλα τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις), όσο και με την εθνική Ουγγαρίας. Την περίοδο που αγωνιζόταν με τη Χόνβεντ ήταν πρώτος σκόρερ στο πρωτάθλημα της χώρας του τρεις φορές, ενώ ήταν και σε όλα τα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα το 1952 και το 1954.[7] Στην επίθεσή της η ομάδα είχε τον θαυματουργό «καλπάζοντα συνταγματάρχη» Φέρεντς Πούσκας και τον «χρυσοκέφαλο» Κότσις. Όπως ήταν φυσικό, οι συμπαίκτες τους είχαν μεγάλη ευχέρεια αλλά και πρόβλημα για το που θα δώσουν την τελική πάσα, αφού οι δυο τους βρίσκονταν σε μόνιμο ανταγωνισμό για το ποιός θα σκοράρει περισσότερες φορές.[8] Στις 9 Ιανουαρίου 1955 στο πιο εντυπωσιακό παιχνίδι στην ιστορία του πρωταθλήματος Ουγγαρίας, η Χόνβεντ (που ήταν ήδη πρωταθλήτρια και η αντίπαλός της η δεύτερη του βαθμολογικού πίνακα) νίκησε τη ΜΤΚ Βουδαπέστης με 9–7: ο Κότσις πέτυχε χατ τρικ και ο Πούσκας σημείωσε τέσσερα γκολ.[9][10] Με τη Χόνβεντ ο Κότσις σημείωσε περισσότερα από τα 400 γκολ σε έξι χρόνια από τα οποία τα 236 σε 189 επίσημους αγώνες.[11]

Διεθνής καριέρα

Με την εθνική ομάδα της Ουγγαρίας σημείωσε 75 γκολ σε 68 εμφανίσεις - δηλαδή 1,1 γκολ ανά αγώνα.[12] Έκανε το ντεμπούτο του πριν συμπληρώσει τα 19 του χρόνια, στις 6 Ιουνίου 1948 σε αγώνα για το Βαλκανικό και Κεντροευρωπαϊκό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου στη νίκη επί της Ρουμανίας με 9–0. Η συνάντηση αυτή τον καθιέρωσε αμέσως στην ομάδα, όπου αν και ξεκίνησε ως δεξιός ακραίος επιθετικός, στη συνέχεια κινήθηκε και με επιτυχία στο κέντρο της επίθεσης σημειώνοντας και δύο γκολ.[13][14] Ο Κότσις έχει σκοράρει εφτά χατ τρικ για την εθνική Ουγγαρίας, το πρώτο με αντίπαλο τη Σουηδία στις 20 Νοεμβρίου 1949. Η επίδοση αυτή ήταν η δεύτερη καλύτερη στον κόσμο εκείνη την εποχή, όπως και αυτή των γκολ με την εθνική ομάδα πίσω μόνο από τον Πούσκας.[15]

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950 ήταν μαζί με τους Πούσκας, Ζόλταν Τσίμπορ, Γιόζεφ Μπόζικ και Νάντορ Χιντεγκούτι μέλος των «Μαγικών Μαγυάρων», την για πολλούς καλύτερη εθνική ομάδα ποδοσφαίρου όλων των εποχών σε σειρά ετών.[16][17][18] Ήταν γνωστός για τις κεφαλιές του και απέκτησε την προσωνυμία «ο άνθρωπος με το χρυσό κεφάλι».[19][20][21]

Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ελσίνκι το 1952, οι Μαγυάροι (γνωστοί και ως Aranycsapat - «Χρυσή ομάδα») κέρδισαν εύκολα το χρυσό μετάλλιο με πέντε νίκες σε ισάριθμους αγώνες, νικώντας στον ημιτελικό την κάτοχο του τίτλου Σουηδία με 6–0 και στον τελικό τη Γιουγκοσλαβία με 2–0. Ο Κότσις ήταν πρώτος σκόρερ των Ούγγρων με έξι τέρματα και δεύτερος της διοργάνωσης.[22][23] Στη συντριπτική νίκη επί των Άγγλων στη Βουδαπέστη με 7–1 (23 Μαΐου 1954) σημείωσε δύο γκολ.[14][19]

Ήταν πρώτος σκόρερ στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1954, σημειώνοντας 11 γκολ και έγινε ο πρώτος παίκτης που σκόραρε δύο χατ τρικ σε μία διοργάνωση, με τρία τέρματα απέναντι στη Νότια Κορέα και τέσσερα στη Δυτική Γερμανία στον αγώνα του πρώτου γύρου (8–3). Ήταν ο άνθρωπος που με δύο κεφαλιές έδωσε τη νίκη στην Ουγγαρία στον επικό ημιτελικό με την Ουρουγουάη (4–2 στην παράταση).[24][25][26] Είχε σημειώσει άλλα δύο τέρματα και στον επεισοδιακό προημιτελικό με την άλλη φιναλίστ του προηγούμενου Παγκοσμίου Κυπέλλου Βραζιλία που έληξε με το ίδιο σκορ και έμεινε γνωστός ως η «μάχη της Βέρνης».[27][28] Η Βραζιλία είχε παίκτες που θα κατακτούσαν τον τίτλο τέσσερα χρόνια αργότερα, όπως οι Ντζάλμα Σάντος, Νίλτον Σάντος και Ντίντι. Η Ουγγαρία είχε σημειώσει 17 γκολ στον όμιλο και προηγήθηκε 2–0 χάρη σε ένα γκολ του Νάντορ Χιντεγκούτι στο 4ο λεπτό και του Κότσις στο 8ο λεπτό, αλλά δεν είχε στη διάθεσή της τον τραυματία Πούσκας. Η Βραζιλία μείωσε με πέναλτι του Ντζάλμα Σάντος στο 18ο λεπτό. Ο Μιχάλι Λάντος έκανε το 3–1 επίσης με πέναλτι στο 60ό λεπτό και από εκεί και πέρα ξεκίνησε η μάχη, με τον Γιόζεφ Μπόζικ και τον Νίλτον Σάντος να διαπληκτίζονται στο 71ο λεπτό και να φεύγουν με την κόκκινη κάρτα του Άγγλου διαιτητή και τον Ουμπέρτο να κλωτσάει τον Γκιούλα Λόραντ και να παίρνει την άγουσα για τα αποδυτήρια στο 79ο λεπτό. Συνολικά δόθηκαν 42 φάουλ, ένα για σχεδόν κάθε δύο λεπτά παιχνιδιού, ενώ ο καβγάς δεν έμεινε στο γήπεδο. Αφού ο Κότσις πέτυχε το τελικό 4–2 δύο λεπτά πριν τη λήξη, οι δύο ομάδες έστησαν σοβαρό καβγά στα αποδυτήρια.[21][29][30]

Όμως ο «χρυσοκέφαλος» δε σκόραρε στον τελικό (είχε κεφαλιά στο δοκάρι[31][32]) που είχε άδοξο τέλος για την ομάδα του και έμεινε στην ιστορία ως η μεγαλύτερη αδικία σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου. Στο τελευταίο λεπτό των καθυστερήσεων, ο Κότσις θα ανατραπεί αντικανονικά μέσα στην περιοχή αλλά πέναλτι δεν θα δοθεί. Ο αγώνας θα τελειώσει με τους Δυτικογερμανούς να κάνουν το «θαύμα» και τους Ούγγρους να ξεσπούν σε κλάματα.[33][34][35] Οι φήμες ότι η απόδοση των Γερμανών δεν ήταν φυσική αλλά ότι οι παίκτες ήταν ντοπαρισμένοι έκαναν άμεσα την εμφάνισή τους. Ακόμη και μισό αιώνα αργότερα γίνονταν έρευνες για τα όσα συνέβησαν σε εκείνο τον τελικό: η γερμανική Ολυμπιακή Επιτροπή το 2010 αποκάλυψε ότι οι παίκτες είχαν ντοπαριστεί με περβιτίνη, μια μεθαμφεταμίνη επίσης γνωστή ως «φάρμακο του στρατιώτη».[36][37][38] Με 2,2 γκολ ανά αγώνα στο Παγκόσμιο Κύπελλο, ο Κότσις έχει το δεύτερο υψηλότερο μέσο όρο τερμάτων μετά τον Ερνστ Βιλιμόφσκι, ο οποίος σκόραρε τέσσερις φορές στον μόνο αγώνα που συμμετείχε,[12] τα έξι γκολ του ήταν με κεφαλιές και μόνο ο Ζυστ Φονταίν έχει σκοράρει περισσότερα τέρματα σε μία μόνο διοργάνωση.[39][40][41] Τη χρονιά σημείωσε 23 γκολ σε επίσημους αγώνες με την εθνική ομάδα, επίδοση ρεκόρ κόσμου που παραμένει ακατάρριπτη.[14][42] Εκείνη τη σεζόν σημείωσε συνολικά 171 γκολ σε 80 επίσημους και φιλικούς αγώνες, επίδοση ρεκόρ κόσμου στην εποχή του, ενώ σήμερα παραμένει η δεύτερη καλύτερη όλων των εποχών.[43] Ο τελευταίος διεθνής αγώνας του ήταν απέναντι στη Γαλλία στο Παρίσι στις 7 Οκτωβρίου 1956.[44] Τέλος, η ιδιαίτερη ικανότητά του στην παροχή τελικών πασών (ασίστ) φαίνεται και από τον αριθμό των 50 που παρείχε με την εθνική ομάδα, αριθμός που τότε ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος στην ιστορία μετά από αυτόν του Πούσκας και παραμένει στους πέντε καλύτερους όλων των εποχών.[45][46][47]

Από τον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου με τον Κότσις να διεκδικεί μία κεφαλιά. Με την πλάτη αριστερά ο Φέρεντς Πούσκας

Μετά το 1956

Με την πολιτικές εξελίξεις στην Ουγγαρία, η Χόνβεντ αποκλείστηκε από την Ατλέτικο Μπιλμπάο στη διοργάνωση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης εκείνης της χρονιάς και μετά βρέθηκε σε περιοδεία σε Ευρώπη και Νότια Αμερική. Γρήγορα η ομάδα αποσυντέθηκε με τον Κότσις να είναι από αυτούς που προτίμησαν να μην επιστρέψουν στην πατρίδα τους και χαρακτηρίστηκαν ως προδότες από την κυβέρνηση της Ουγγαρίας.[48] Τον Απρίλιο του 1957, ο Εθνικός προσέγγισε τον Κότσις αλλά και τον Πούσκας, και τους έφερε στην Ελλάδα για να ενισχύσουν την εξαιρετική εκείνον τον καιρό ομάδα του Πειραιά. Το ΠΟΚ (Παναθηναϊκός, Ολυμπιακός, ΑΕΚ) αντέδρασε έντονα και η διεθνής απαγόρευση επέτρεψε στους δύο Ούγγρους να αγωνιστούν μόνο για ένα ημίχρονο σε φιλική συνάντηση μετά και από την παρέμβαση της ΕΠΟ, η οποία μάλιστα τιμώρησε τον Εθνικό με μηδενισμό στο πρωτάθλημα.[20][49][50] Αρχικά, ήρθε σε συμφωνία με τη Φιορεντίνα αλλά η διετής τιμωρία της FIFA δεν του επέτρεψε να αγωνιστεί.[51] Μετά τον Απρίλιο του 1957 και για λίγο αγωνίστηκε στην ερασιτεχνική ελβετική ομάδα Γιανγκ Φέλοους και την επόμενη χρονιά (1958) μεταγράφηκε στη Μπαρτσελόνα. Με την ισπανική ομάδα κέρδισε δύο πρωταθλήματα και έφτασε στον τελικό τουΚυπέλλου Πρωταθλητριών του 1961 χάνοντας από τη Μπενφίκα με 3–2 στο ίδιο γήπεδο που είχε ηττηθεί στον τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου του '54. Ήταν αυτός που άνοιξε το σκορ, αλλά στον «τελικό των δοκαριών», είχε ένα από τα τρία της ομάδας του και ενώ αυτή έχανε με 3–2.[52] Στον πρώτο γύρο της συγκεκριμένης διοργάνωσης μία κεφαλιά του ήταν η αιτία του αποκλεισμού της κατόχου του τίτλου Ρεάλ Μαδρίτης από τον πρώτο γύρο για πρώτη φορά. Με τη Μπαρτσελόνα αγωνίστηκε σε 240 επίσημους και φιλικούς αγώνες και σημείωσε 164 γκολ.[53]Έπαιξε και ως φιλοξενούμενος για λίγο στη Βαλένθια βοηθώντας την να κερδίσει το κύπελλο Naranja.

Ο Κότσις αποχώρησε από την ενεργό δράση ως παίκτης το 1966 έχοντας σημειώσει 556 γκολ σε 537 επίσημους αγώνες και 1.185 τέρματα σε 905 συμπεριλαμβανομένων και των φιλικών,[43][54] από τα οποία περισσότερα από 400 με κεφαλιές.[55] Εργάστηκε επίσης ως βοηθός προπονητή στη Μπαρτσελόνα ασχολούμενος με την ομάδα νέων και προπονητής της Χέρκουλες από το 1972 μέχρι το 1974. Όμως η προπονητική του καριέρα έληξε νωρίς, καθώς διαγνώστηκε με λευχαιμία και αργότερα με καρκίνο του στομάχου. Τις 22 Ιουλίου 1979, σε ηλικία 49 ετών, έπεσε από τον τέταρτο όροφο ενός νοσοκομείου στη Βαρκελώνη και απεβίωσε. Δεν είναι γνωστό αν ήταν ατύχημα ή αυτοκτονία.[4][19] Τάφηκε στο νεκροταφείο του Μονζουίκ της Βαρκελώνης και το 2012, ανήμερα των γενεθλίων του, στις 21 Σεπτεμβρίου, οι στάχτες του μεταφέρθηκαν στη γενέτειρά του Βουδαπέστη, όπου τοποθετήθηκαν δίπλα σε αυτές του φίλου του, Φέρεντς Πούσκας, στη βασιλική εκκλησία του Αγίου Στεφάνου.[5][56]

Στατιστικά στοιχεία καριέρας

ΟμάδαΠερίοδοςΕπίσημοι
αγώνες
Φιλικοί
αγώνες
Σύνολο
αγώνεςγκολαγώνεςγκολαγώνεςγκολ
Φερεντσβάρος1946–195096775169147146
Φερεντσβάρος ΙΙ1947413--413
Χόνβεντ Βουδαπέστης1950–195718923694170283406
Χόνβεντ ΙΙ1953–195527--27
Γιανγκ Φέλοους1957–1958117441511
Μπαρτσελόνα1958–19661358510377238162
Ουγγάρια1957--721721
Βαλένθια ΚΦ1953–1955--2323
Ουγγαρία1948–1956687593267161342
Ουγγαρία (άλλα)1949–19551326461732
Ουγγαρία Β1948–19535945914
Επιλογή Βουδαπέστης1948–195671112813
Επιλογή Βουδαπέστης (νέων)1947351247
Ουγγαρία (νέων)194733--33
Μικτή Ευρώπης196211--11
Sel. Estrangeira196611--11
Σύνολα538556367+629+905+1.185+

Πηγή: RSSSF - Sandor Kocsis (2024)

Τίτλοι

Φερεντσβάρος

  • Πρωτάθλημα Ουγγαρίας : 1949

Χόνβεντ

  • Πρωτάθλημα Ουγγαρίας (3): 1952, 1954, 1955

Μπαρτσελόνα

  • Πρωτάθλημα Ισπανίας (2): 1958–59, 1959–60
  • Κύπελλο Ισπανίας (2): 1958–59, 1962–63
  • Inter-Cities Fairs Cup : 1958–60

Ουγγαρία

  • Χρυσό Μετάλλιο Ολυμπιακών αγώνων : 1952
  • Πρωταθλητής Κεντρικής Ευρώπης : 1953

Ατομικές διακρίσεις

  • Πρώτος σκόρερ πρωταθλήματος Ουγγαρίας (3) : 1950-1951 (30 γκολ), 1951-1952 (36 γκολ), 1953-1954 (33 γκολ)
  • Πρώτος σκόρερ όλων των Ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων (2) : 1952, 1954
  • Παίκτης της Χρονιάς Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου της Ουγγαρίας : 1954
  • Χρυσό παπούτσι του Παγκόσμιου Κυπέλλου : 1954
  • Καλύτερη ομάδα του Παγκόσμιου Κυπέλλου : 1954
  • World Soccer περιοδικό : Οι 100 μεγαλύτεροι ποδοσφαιριστές όλων των εποχών
  • Χρυσή Μπάλα : 8η θέση 1956
  • IFFHS : 39ος καλύτερος ποδοσφαιριστής του 20ού αιώνα
  • IFFHS : 2ος καλύτερος Ούγγρος ποδοσφαιριστής του 20ού αιώνα

Δείτε επίσης

Παραπομπές

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Βραβεία
Προκάτοχος
Αντεμίρ
Χρυσό Παπούτσι Παγκοσμίου Κυπέλλου
1954
Διάδοχος
Ζυστ Φονταίν