Επιστολές του Παύλου

Οι επιστολές του Αποστόλου Παύλου ή γράμματα του Παύλου, είναι τα δεκατεσσερα βιβλία της Καινής Διαθήκης που αποδίδονται στον Απόστολο Παύλο, αν και η συγγραφή ορισμένων είναι υπό αμφισβήτηση. Μεταξύ αυτών των επιστολών είναι μερικά από τα πρώτα υπάρχοντα χριστιανικά χειρόγραφα. Παρέχουν μια εικόνα για τις πεποιθήσεις και τις αντιπαραθέσεις του πρώιμου Χριστιανισμού. Ως μέρος του κανόνα της Καινής Διαθήκης, αποτελούν θεμελιώδη κείμενα τόσο για τη χριστιανική όσο και για την ηθική θεολογία. Η επιστολή προς τους Εβραίους, παρόλο που δεν φέρει το όνομά του, παραδοσιακά θεωρήθηκε του Παύλου (αν και ο Ωριγένης αμφισβήτησε τη συγγραφή της τον 3ο αιώνα μ.Χ.), αλλά από τον 16ο αιώνα και μετά η γνώμη κινήθηκε σταθερά εναντίον του Παύλου ως συντάκτη της συγκεκριμένης επιστολής και λίγοι μελετητές πλέον την αποδίδουν στον Παύλο, κυρίως επειδή δεν είναι γραμμένη όπως οι άλλες επιστολές του σε στυλ και περιεχόμενο.[1] Οι περισσότεροι μελετητές συμφωνούν ότι ο Παύλος έγραψε στην πραγματικότητα επτά από τις αποκαλούμενες "επιστολές του Παύλου", αλλά ότι τέσσερεις από τις επιστολές στο όνομα του Παύλου είναι ψευδογραφικές (Εφεσίους, Α' προς Τιμόθεο, Β' προς Τιμόθεο και προς Τίτο) και ότι δύο άλλες επιστολές έχουν αμφισβητήσιμη συγγραφή (Δεύτερη προς Θεσσαλονικείς και προς Κολοσσαείς).[2] Σύμφωνα με ορισμένους μελετητές, ο Παύλος έγραψε αυτές τις επιστολές με τη βοήθεια ενός γραμματέα που θα επηρέαζε το στυλ τους, αν όχι το θεολογικό τους περιεχόμενο.[3]

«Ο Άγιος Παύλος συγγράφει τις Επιστολές του», Valentin de Boulogne ή Nicolas Tournier, περ. 1620, Blaffer Foundation Collection, Houston

Οι επιστολές του Παύλου τοποθετούνται συνήθως μεταξύ των Πράξεων των Αποστόλων και των Καθολικών επιστολών σε σύγχρονες εκδόσεις. Τα περισσότερα ελληνικά χειρόγραφα, ωστόσο, τοποθετούν πρώτα τις Γενικές Επιστολές,[4] και μερικά άλλα τοποθετούν τις επιστολές του Παύλου στο τέλος της Καινής Διαθήκης.

Σειρά

ΌνομαΔιεύθυνση
Επιστολή προς ΡωμαίουςΕκκλησία της Ρώμης
Α΄ Επιστολή προς ΚορινθίουςΕκκλησία της Κορινθου
Β΄ Επιστολή προς ΚορινθίουςΕκκλησία της Κορίνθου
Επιστολή προς ΓαλάτεςΕκκλησία της Γαλατίας
Επιστολή προς ΕφεσίουςΕκκλησία της Εφεσού
Επιστολή προς ΦιλιππησίουςΕκκλησία των Φιλίππων
Επιστολή προς ΚολοσσαείςΕκκλησία των Κολοσαί
Α΄ Επιστολή προς ΘεσσαλονικείςΕκκλησία της Θεσσαλονίκης
Β΄ Επιστολή προς ΘεσσαλονικείςΕκκλησία της Θεσσαλονίκης
Α΄ Επιστολή προς ΤιμόθεοΆγιος Τιμόθεος
Β΄ Επιστολή προς ΤιμόθεοΆγιος Τιμόθεος
Επιστολή προς ΤίτοΆγιος Τίτος
Επιστολή προς ΦιλήμοναΆγιος Φιλήμων
Επιστολή προς ΕβραίουςΕβραίοι Χριστιανοί

Αυτή η σειρά είναι εξαιρετικά συνεπής στην παράδοση των χειρογράφων, με πολύ λίγες αποκλίσεις. Η προφανής αρχή της οργάνωσης είναι η φθίνουσα διάρκεια του ελληνικού κειμένου, αλλά η διατήρηση των τεσσάρων ποιμαντικών επιστολών απευθύνεται σε άτομα σε ξεχωριστή τελική ενότητα. Η μόνη ανωμαλία είναι ότι η επιστολή προς Γαλάτες προηγείται της ελαφρώς μακρύτερης επιστολής προς Εφεσίους.[5]

Στις σύγχρονες εκδόσεις, η επισήμως ανώνυμη επιστολή προς τους Εβραίους τοποθετείται στο τέλος των επιστολών του Παύλου και πριν από τις γενικές επιστολές. Αυτή η πρακτική διαδόθηκε απο την Βουλγάτα του 4ου αιώνα από τον Ιερώνυμο, ο οποίος γνώριζε τις αρχαίες αμφιβολίες σχετικά με τη συγγραφή της, και ακολουθείται επίσης στα περισσότερα μεσαιωνικά βυζαντινά χειρόγραφα με σχεδόν καμία εξαίρεση.[5]

Αυθεντικότητα

Άγιος Παύλος, απο τον Ρέμπραντ Χάρμενσοον φαν Ράιν.

Σε όλες αυτές τις επιστολές εκτός από την επιστολή προς Εβραίους, ο συγγραφέας ισχυρίζεται ότι είναι ο Παύλος. Ωστόσο, οι αμφισβητούμενες επιστολές μπορεί να έχουν γραφτεί χρησιμοποιώντας το όνομα του Παύλου, καθώς ήταν συνηθισμένο να αποδίδεται σε αυτό το σημείο της ιστορίας.[6]

Επτά γράμματα (με συναινετικές ημερομηνίες)[7] θεωρούνται γνήσια από τους περισσότερους μελετητές:

  • Α΄ Επιστολή προς Θεσσαλονικείς (περί τα 50 μ.Χ.)
  • Επιστολή προς Γαλάτες (περί τα 53 μ.Χ.)
  • Α΄ Επιστολή προς Κορινθίους (περί τα 53-54 μ.Χ.)
  • Επιστολή προς Φιλιππησίους (περί τα 55 μ.Χ.)
  • Επιστολή προς Φιλήμονα (περί τα 55 μ.Χ.)
  • Β΄ Επιστολή προς Κορινθίους (περί τα 55-56 μ.Χ.)
  • Επιστολή προς Ρωμαίους (περί τα 57 μ.Χ.)

Οι επιστολές για τις οποίες οι γνώμες των μελετητών μοιράζονται ομοιόμορφα:[2]

  • Β΄ Επιστολή προς Θεσσαλονικείς (περί τα 49-51 μ.Χ.)
  • Επιστολή προς Κολοσσαείς (περί τα 62 μ.Χ.)

Οι επιστολές που πιστεύεται ότι είναι ψευδεπίγραφες από πολλούς μελετητές (δίνεται παραδοσιακή χρονολόγηση):[2]

  • Επιστολή προς Εφεσίους (περί τα 62 μ.Χ.)
  • Α΄ Επιστολή προς Τιμόθεο (περί τα 62-64 μ.Χ.)
  • Β΄ Επιστολή προς Τιμόθεο (περί τα 62-64 μ.Χ.)
  • Επιστολή προς Τίτο (περί τα 62-64 μ.Χ.)

Τέλος, η επιστολή προς Εβραίους, αν και ανώνυμη και όχι με τη μορφή επιστολής, περιλαμβάνεται εδώ και πολύ καιρό μεταξύ των συλλεχθέντων επιστολών του Παύλου. Αν και ορισμένες εκκλησίες αποδίδουν την προς Εβραίους στον Παύλο,[8] ούτε το μεγαλύτερο μέρος του χριστιανισμού ούτε της σύγχρονης λογιότητας το κάνουν.[2][9]

Χαμένες επιστολές του Παύλου

Μετατροπή στο δρόμο προς τη Δαμασκό, 1601, παρεκκλήσι της Κοίμησης της Θεοτόκου, Καραβάτζο.

Τα γραπτά του Παύλου συχνά πιστεύεται ότι αναφέρουν πολλές από τις επιστολές του[10] που δεν έχουν διατηρηθεί:

  • Μια πρώτη επιστολή προς την Κόρινθο αναφέρεται στο Α' Κορινθίους 5:9[11]
  • Μία τρίτη επιστολή προς την Κόρινθο που αποκαλείται και Επιστολή των Δακρύων και αναφέρεται στα Β' Κορινθίους 2:4[12] και 7:8[13]
  • Μία πρώιμη επιστολή προς Εφεσίους που αναφέρεται στο Προς Εφεσίους 3:3-4[14]
  • Η Επιστολή προς Λαοδικείς[15] που αναφέρεται στο προς Κολοσσαείς 4:16[16]

Συγκεντρωμένες επιστολές

Η πρώτη συλλογή των επιστολών του Παύλου πιστεύεται ότι είναι αυτή του Μαρκίωνος στις αρχές του 2ου αιώνα, αν και είναι πιθανό ο Παύλος να σύλλεξε ο ίδιος για πρώτη φορά τις επιστολές του προς δημοσίευση.[17][18] Ήταν συνήθης πρακτική στην εποχή του Παύλου οι συγγραφείς να διατηρούν ένα αντίγραφο για τον εαυτό τους και να στέλνουν ένα δεύτερο αντίγραφο στον παραλήπτη. Οι σωζόμενες συλλογές αρχαίων επιστολών προέρχονταν μερικές φορές από τα αντίγραφα των αποστολέων, άλλες φορές από τα αντίγραφα των παραληπτών.[19] Μια συλλογή επιστολών του Παύλου κυκλοφόρησε ξεχωριστά από άλλα παλαιοχριστιανικά γραπτά και αργότερα έγινε μέρος της Καινής Διαθήκης. Όταν ορίστηκε ο κανόνας, τα Ευαγγέλια και τα γράμματα του Παύλου ήταν ο πυρήνας του τι θα γινόταν η Καινή Διαθήκη.[20]

Δείτε επίσης

Παραπομπές