Οι Ορχιδέες είναι καλλωπιστικά μονοκοτυλήδοναφυτά τα οποία συνθέτουν την οικογένεια των Ορχιδοειδών, τη μεγαλύτερη των ανθοφόρων φυτών (Αγγειόσπερμων). Στον κατάλογο του Βασιλικού Βοτανικού Κήπου του Kew βρίσκονται 880 γένη και σχεδόν 22.000 είδη ορχιδέας. Ο συνολικός αριθμός των ειδών ορχιδέας σ' όλον τον πλανήτη εκτιμάται γύρω στις 25.000, αλλά διαφωνίες ταξινόμησης μεταξύ των ειδικών κάνουν αδύνατο για την ώρα τον προσδιορισμό του ακριβή αριθμού των ειδών της οικογένειας.
Τα μεγαλύτερα γένη της οικογένειας είναι τα ακόλουθα:
Βολβόφυλλο - Bulbophyllum (~2.000 είδη)
Επίδενδρον - Epidendrum (~1,500 είδη)
Δεδρόβιο - Dendrobium (~1.400 είδη)
Πλευροθαλή - Pleurothallis (~1.000 είδη)
Επίσης είναι εξαιρετικά δημοφιλή τα ακόλουθα καλλιεργούμενα γένη:
Η ταξινόμηση της οικογένειας ορχιδέων εξελίχθηκε αργά τα τελευταία 150 χρόνια, αρχίζοντας με τον Λινναίο, που το 1753 αναγνώρισε 8 γένη. Ο ντε Ζισιέ αναγνώρισε με τη σειρά του ότι οι ορχιδέες αποτελούν ολόκληρη ξεχωριστή οικογένεια το 1789. Ο Όλοφ Σβαρτς αναγνώρισε 25 γένη το 1800. Ο Λουί Κλοντ Ρισάρ το 1817 δημοσίευσε μια περιγραφική ορολογία για τις ορχιδέες. Το επόμενο βήμα στην ταξινόμηση έγινε την περίοδο 1830-1840 από τον Τζον Λίντλεϊ που αναγνώρισε 4 υποοικογένειες. Γενικά θεωρήθηκε ως ο «πατέρας της ταξινόμησης των ορχιδέων». Το επόμενο σημαντικό βήμα έγινε από τον Τζορτζ Μπένθαμ το 1881 με μια νέα ταξινόμηση, αναγνωρίζοντας περιγραφές για πρώτη φορά. Οι επόμενες μεγάλες συνεισφορές έγιναν από τους Φίτσερ (Pfitzer) (1887), Σλέχτερ (1926), Μάνσφελντ (1937), Ντρέσλερ και Ντόντσον (1960), Γκαράι (1960, 1972), Φερμόιλεν (1966), ξανά Ντρέσλερ (1981) και Μπερνς-Μπάλο και Φανκ (1986).