Ναλοξόνη

χημική ένωση

Η ναλοξόνη, με την εμπορική ονομασία Narcan μεταξύ άλλων, είναι φάρμακο το οποίο εμποδίζει την επίδραση των οπιοειδών. Χρησιμοποιείται συνήθως για να αντιμετωπιστεί η αναπνευστική ανεπάρκεια που προκαλείται από την υπερδοσολογία οπιοειδών.[1] Επίσης, μπορεί να συνδυαστεί σε ένα χάπι με οπιοειδές ώστε να μειωθούν οι παρενέργειες της υπερδοσολογίας. Όταν χορηγείται ενδοφλέβια, η δράση της αρχίζει εντός δύο λεπτών, ενώ σε ενδομυϊκή χορήγηση εντός πέντε λεπτών.[1] Μια άλλη οδός χορήγησης είναι η χορήγηση με σπρέι στη μύτη.[2] Η δράση της ναλοξόνης διαρκεί περίπου μισή με μία ώρα.[3] Απαιτούνται πολλαπλές δόσεις, καθώς η διάρκεια δράσης των περισσότερων οπιοειδών είναι μεγαλύτερη από αυτή της ναλοξόνης.

Η χημική δομή της ναλοξόνης

Η χορήγηση σε άτομα με εθισμό σε οπιοειδή μπορεί να προκαλέσουν συμπτώματα στέρησης, όπως ανησυχία, ναυτία, εμετούς, ταχυκαρδία και εφίδρωση. Για την αποφυγή του στερητικού συνδρόμου, μπορούν να δοθούν μικρές δόσεις κάθε λίγα λεπτά μέχρι να επιτευχθεί η επιθυμιτή δράση. Σε ασθενείς με προηγούμενη καρδιακή πάθηση ή παίρνουν φάρμακα τα οποία επηρεάζουν αρνητικά την καρδιά έχουν αναφερθεί περαιτέρω καρδιακά προβλήματα.[1] Φαίνεται να είναι ασφαλές στην κύηση, ύστερα από τη χορήγησή του σε περιορισμένο αριθμό γυναικών.[4] Η ναλοξόνη είναι μη εκλεκτικός ανταγωνιστής των υποδοχέων των οπιοειδών και δρα αναστρέφοντας την καταστολή του κεντρικού νευρικού συστήματος και του αναπνευστικού συστήματος που προκαλούν τα οπιοειδή.[5][6]

Η ναλοξόνη πατενταρίστηκε το 1961 και εγκρίθηκε η χορήγησή της για την υπερδοσολογία οπιοειδών στις ΗΠΑ το 1971.[7] Ανήκει στον κατάλογο των βασικών φαρμάκων του ΠΟΥ.[8]

Παραπομπές