Αντιεμβολιαστικό κίνημα

Ο όρος «αντιεμβολιαστικό κίνημα» αναφέρεται σε οργανωμένες ή μη πληθυσμιακές ομάδες που τάσσονται κατά συγκεκριμένης ή περισσοτέρων μορφών εμβολιασμού. Η διστακτικότητα έναντι των εμβολίων είναι περίπλοκη και ποικίλλει ανάλογα με το περιβάλλον, τον χρόνο, τον τόπο και τα εμβόλια[1]. Επηρεάζεται από παράγοντες όπως ο εφησυχασμός, η ευκολία και η εμπιστοσύνη. Ο όρος καλύπτει την πλήρη άρνηση εμβολιασμού, την καθυστέρησή του, αλλά και την αβεβαιότητα σχετικά με τη χρήση των εμβολίων παρά την καταρχήν αποδοχή τους, ακόμη και την επιλεκτική χρήση ορισμένων εμβολίων, αλλά όχι άλλων[2][3]. Οι ομάδες που υιοθετούν αυτές τις στάσεις αναφέρονται συχνά ως «αντιεμβολιαστές[4]».

«Το φιάσκο του άχρηστου και καταστροφικού εμβολίου». Αντιεμβολιαστικό κείμενο του 1898.

Η επιστημονική κοινότητα συναινεί σε συντριπτικό βαθμό στο ότι τα εμβόλια είναι γενικά ασφαλή και αποτελεσματικά[5][6][7][8]. Η αποφυγή εμβολιασμού συχνά οδηγεί σε εκδηλώσεις ασθενειών και θανάτους από ασθένειες που θα μπορούσαν να προληφθούν από εμβόλια[9][10][11][12][13][14]. Ως εκ τούτου, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας χαρακτηρίζει τον αντιεμβολιασμό ως μία από τις δέκα κορυφαίες παγκόσμιες απειλές για την υγεία[15][16].

Οι δισταγμοί των αντιεμβολιαστών οφείλονται κυρίως σε δημόσιες συζητήσεις σχετικά με ιατρικά, ηθικά και νομικά ζητήματα που σχετίζονται με τα εμβόλια. Η διστακτικότητα έναντι των εμβολίων οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, όπως είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης (δυσπιστία έναντι του εμβολίου ή/και του παρόχου υγειονομικής περίθαλψης), ο εφησυχασμός (το άτομο δεν βλέπει την αναγκαιότητα εμβολιασμού ή την αξία του) και η ευκολία (πρόσβαση στα εμβόλια)[3]. Η διστακτικότητα αυτή υπάρχει πάντα, από την εφεύρεση του εμβολιασμού, και μάλιστα προϋπάρχει του καθορισμού των όρων «εμβόλιο» και «εμβολιασμός» κατά σχεδόν ογδόντα χρόνια. Οι θεωρίες και υποθέσεις που προβάλλονται από τους αντιεμβολιαστές τροποποιούνται με την πάροδο του χρόνου[17].

Νομοσχέδια περί υποχρεωτικού εμβολιασμού, όπως το νομοσχέδιο 277 της Γερουσίας της Καλιφόρνια και το λεγόμενο νομοσχέδιο «No Jab No Pay» της Αυστραλίας, έχουν συναντήσει αντιδράσεις από ακτιβιστές και αντιεμβολιαστικές ενώσεις[18][19][20]. Η αντίθεση στον υποχρεωτικό εμβολιασμό μπορεί να βασίζεται σε αντιεμβολιαστική παρόρμηση, στην ανησυχία ότι παραβιάζει πολιτικές ελευθερίες ή μειώνει την εμπιστοσύνη του κοινού στον εμβολιασμό, ή και υποψίες κερδοσκοπίας της φαρμακευτικής βιομηχανίας[11][21][22][23][24].

Αποτελεσματικότητα

Τα κρούσματα ιλαράς στις ΗΠΑ μειώθηκαν απότομα μετά την ανοσοποίηση με καθολικό εμβολιασμό.

Οι επιστημονικές αποδείξεις για την αποτελεσματικότητα των εκστρατειών εμβολιασμού μεγάλης κλίμακας είναι καλά τεκμηριωμένες[25]. Δύο έως τρία εκατομμύρια θάνατοι προλαμβάνονται κάθε χρόνο παγκοσμίωςμέσω του εμβολιασμού, ενώ επιπροσθέτως 1,5 εκατομμύρια επιπλέον θάνατοι θα μπορούσαν να έχουν προληφθεί έαν είχαν χρησιμοποιηθεί όλα τα συνιστώμενα εμβόλια[26]. Οι εκστρατείες εμβολιασμού βοήθησαν στην εξάλειψη της ευλογιάς, η οποία κάποτε ευθυνόταν για τον θάνατο έως και ενός στα επτά παιδιά στην Ευρώπη[27], και έχουν σχεδόν εξαφανίσει την πολιομυελίτιδα[28]. Σε άλλο παράδειγμα, οι λοιμώξεις που προκαλούνται από το Haemophilus influenzae (Hib), μια βασική αιτία της βακτηριακής μηνιγγίτιδας και άλλων σοβαρών παιδικών ασθενειών, έχουν μειωθεί κατά περισσότερο από 99% στις ΗΠΑ μετά την εισαγωγή του κατάλληλου εμβολίου το 1988[29]. Υπολογίζεται ότι ο πλήρης εμβολιασμός, από τη γέννηση έως την εφηβεία, όλων των παιδιών που γεννήθηκαν σε ένα δεδομένο έτος στις ΗΠΑ, θα έσωζε 33.000 ζωές και θα προλάμβανε 14 εκατομμύρια λοιμώξεις[30].

Υπάρχει αντιεμβολιαστική βιβλιογραφία που υποστηρίζει ότι οι μειώσεις στις μεταδοτικές ασθένειες οφείλονται στη βελτίωση της υγιεινής και του επιπέδου διαβίωσης (παρά στον εμβολιασμό) ή ότι οι συγκεκριμένες ασθένειες βρίσκονταν ήδη σε πτώση πριν την εισαγωγή των αντίστοιχων εμβολίων. Αυτοί οι ισχυρισμοί δεν στέκουν με βάση τα επιστημονικά δεδομένα. Η συχνότητα εμφάνισης ασθενειών που μπορούν να προληφθούν με εμβόλιο αυξομειωνόταν κατά καιρούς μέχρι την εισαγωγή συγκεκριμένων εμβολίων, οπότε μειώθηκε σχεδόν στο μηδέν. Ένας ιστότοπος των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών των ΗΠΑ που στοχεύει στην αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης και των παρεξηγήσεων σχετικά με τα εμβόλια απάντησε με το εξής επιχείρημα: «Περιμένετε να πιστέψουμε ότι η καλύτερη υγιεινή εξαφάνισε την κάθε ασθένεια ακριβώς τη χρονιά που εφαρμόστηκε εμβολιασμός κατά της συγκεκριμένης ασθένειας;[31]».

Άλλοι επικριτές υποστηρίζουν ότι η ανοσία που εξασφαλίζεται από τα εμβόλια είναι μόνο προσωρινή και απαιτεί περαιτέρω ενίσχυση, ενώ όσοι επιβιώνουν από μια ασθένεια αποκτούν μόνιμη ανοσία[11]. Όπως θα φανεί παρακάτω, οι φιλοσοφίες κάποιων λειτουργών εναλλακτικής ιατρικής είναι ασύμβατες με την ιδέα ότι τα εμβόλια είναι αποτελεσματικά[32].

Δημόσια υγεία

Η Σαρλότ Τσέβερλι-Μπίσμαν ακρωτηριάστηκε μερικώς και στα τέσσερα άκρα σε ηλικία επτά μηνών λόγω μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου[33]. Ο γενικός εμβολιασμός του πληθυσμού μπορεί να προστατεύσει τα παιδιά που είναι πολύ μικρά για να εμβολιαστούν, όπως η Σαρλότ, με την ανάπτυξη ανοσίας αγέλης[34].

Η ατελής εμβολιαστική κάλυψη αυξάνει τον κίνδυνο νόσησης για το σύνολο του πληθυσμού, συμπεριλαμβανομένων όσων έχουν εμβολιαστεί, καθώς μειώνει την ανοσία αγέλης. Για παράδειγμα, το εμβόλιο κατά της ιλαράς χορηγείται σε παιδιά ηλικίας 9-12 μηνών και το μικρό χρονικό διάστημα μεταξύ της εξαφάνισης του μητρικού αντισώματος (πριν από το οποίο το εμβόλιο συχνά αποτυγχάνει) και της φυσικής μόλυνσης σημαίνει ότι τα εμβολιασμένα παιδιά συχνά εξακολουθούν να είναι ευάλωτα. Η ανοσία αγέλης μειώνει αυτόν τον κίνδυνο, εφ'όσον όλα τα παιδιά είναι εμβολιασμένα. Η αύξηση της ανοσίας αγέλης κατά τη διάρκεια μιας επιδημίας ή πριν μια επαπειλούμενη επιδημία, είναι ίσως η πιο ευρέως αποδεκτή αιτιολόγηση για τον μαζικό εμβολιασμό. Όταν εισάγεται ένα νέο εμβόλιο, ο μαζικός εμβολιασμός βοηθά στην ταχύτερη αύξηση της πληθυσμιακής κάλυψης[35].

Εάν ο εμβολιασμός καλύψει αρκετό ποσοστό ενός πληθυσμού, ενεργοποιείται η ανοσία αγέλης, μειώνοντας τον κίνδυνο νόσησης για άτομα που δεν μπορούν να εμβολιαστούν είτε λόγω ηλικίας (πολύ νέοι/πολύ ηλικιωμένοι), είτε είναι ανοσοκατασταλμένοι, ή παρουσιάζουν οξεία αλλεργία σε κάποιο από τα συστατικά του εν λόγω εμβολίου[36]. Η νόσηση ανθρώπων με κατεσταλμένο ανοσοποιητικό σύστημα που μολύνονται είναι συχνά βαρύτερη σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό[37].

Σχέση κόστους-οφέλους

Τα εμβόλια που χρησιμοποιούνται συνήθως είναι ένας οικονομικά αποδοτικός και προληπτικός τρόπος προστασίας της υγείας, σε σύγκριση με τη θεραπεία μιάς οξείας λοίμωξης ή μιας χρόνιας πάθησης. Το 2001 στις ΗΠΑ υπολογίστηκε ότι η παιδική ανοσοποίηση ρουτίνας ενάντια σε επτά ασθένειες εξοικονόμησε περίπου 40$ δις σε κοινωνικό κόστος, ανα ομάδα έτους γέννησης, συμπεριλαμβάνοντας 10$ δις σε άμεσο ιατρικό κόστος, καθώς και ότι η σχέση κοινωνικού ωφέλους/κόστους για αυτούς τους εμβολιασμούς ήταν 16,5[38].

Αναγκαιότητα

Όταν ένα πρόγραμμα εμβολιασμού επιτυγχάνει την ελαχιστοποίηση του κινδύνου μιας ασθένειας, μπορεί να μειώσει και την αίσθηση απειλής από την εν λόγω ασθένεια, καθώς η μνήμη των επιπτώσεών της σβήνει με τον χρόνο. Σε αυτό το σημείο, κάποιοι γονείς ίσως νιώσουν ότι δεν χάνουν κάτι αν δεν εμβολιάσουν τα παιδιά τους[39]. Εάν οι λεγόμενοι «λαθρεπιβάτες», αυτοί δηλαδή που απολαμβάνουν τα οφέλη της ανοσίας αγέλης χωρίς οι ίδιοι να εμβολιάζονται, αυξηθούν σημαντικά, τα επίπεδα του εμβολιασμού μπορεί να πέσουν σε επίπεδο όπου η ανοσία αγέλης γίνεται αναποτελεσματική[40]. Σύμφωνα με την Τζένιφερ Ράιχ, οι γονείς που θεωρούν τον εμβολιασμό αποτελεσματικό αλλά προτιμούν να αφήσουν τα παιδιά τους ανεμβολίαστα, είναι εκείνοι που είναι πιθανότερο να αναθεωρήσουν, εφόσον προσεγγιστούν με τον κατάλληλο τρόπο.[41]

Συνήθη ζητήματα

Παρότι ορισμένοι αντιεμβολιαστές αρνούνται ανοιχτά τη βελτίωση που έχει επιφέρει ο εμβολιασμός στη δημόσια υγεία ή πιστεύουν σε θεωρίες συνωμοσίας[11], συνήθως επικεντρώνονται περισσότερο σε ανησυχίες σχετικά με την ασφάλεια του[42]. Όπως με κάθε θεραπευτική αγωγή, υπάρχει το ενδεχόμενο τα εμβόλια να προκαλέσουν σοβαρές επιπλοκές, όπως βαριές αλλεργικές αντιδράσεις[43], πλην όμως, σε αντίθεση με άλλες ιατρικές παρεμβάσεις, τα εμβόλια χορηγούνται σε υγιείς ανθρώπους και ως εκ τούτου απαιτούνται υψηλότερες προδιαγραφές ασφαλείας[44]. Αν και είναι πιθανές σοβαρές επιπλοκές από τους εμβολιασμούς, αυτές είναι εξαιρετικά σπάνιες και πολύ λιγότερο συχνές από κινδύνους που σχετίζονται με τις ασθένειες που αυτοί αποτρέπουν[31]. Καθώς αυξάνεται η επιτυχία των προγραμμάτων ανοσοποίησης και μειώνονται τα κρούσματα ασθενειών, η δημόσια προσοχή μετατοπίζεται από τους κινδύνους της ασθένειας προς τους κινδύνους του εμβολιασμού[45], πράγμα που δυσκολεύει τη διατήρηση της λαϊκής υποστήριξης στα εμβολιαστικά προγράμματα που θα επιθυμούσαν οι υγειονομικές αρχές[46].

Μεταπολεμική αφίσα, με την οποία το Υπουργείο Υγείας καλούσε τους Βρετανούς να εμβολιάσουν τα παιδιά τους κατά της διφθερίτιδας.

Η εντυπωσιακή επιτυχία ορισμένων εμβολιασμών έχει καταστήσει μερικές ασθένειες εξαιρετικά σπάνιες, οδηγώντας έτσι ανθρώπους με ήδη αντιεμβολιαστική στάση σε λογικό σφάλμα σχετικά με τη στάθμιση των κινδύνων του εμβολιασμού έναντι των οφελών του[47]. Μόλις μια τέτοια ασθένεια (π.χ. αιμόφιλο της γρίπης τύπου Β) μειωθεί σε συχνότητα, οι άνθρωποι τείνουν, λόγω έλλειψης εμπειριών μαζί της, να ξεχνούν τη σοβαρότητά της και να εφησυχάζουν[47]. Η έλλειψη προσωπικής εμπειρίας με αυτές τις ασθένειες μειώνει την αντίληψη κινδύνου και συνεπακόλουθα την αντίληψη του οφέλους της ανοσίας[48]. Αντίστροφα, ορισμένες ασθένειες (π.χ. η γρίπη) παραμένουν τόσο συνήθεις, ώστε οι διστακτικοί απέναντι στα εμβόλια πολίτες να θεωρούν εσφαλμένα τη νόσηση ως μη απειλητική, παρά τα ξεκάθαρα ευρήματα ότι συνιστά σημαντική απειλή κατά της ανθρώπινης υγείας[47]. Διάφορες άλλες προκαταλήψεις προκαταλήψεις συμβάλλουν επίσης στην αρνητική στάση απέναντι στα εμβόλια[47][49].

Κατά καιρούς έχουν ανακύψει διαφόρων ειδών ανησυχίες σχετικά με την ανοσοποίηση μέσω του εμβολιασμού. Αυτές έχουν απαντηθεί και οι όποιες ανησυχίες δεν υποστηρίζονται από επιστημονικά ευρήματα[48]. Οι ανησυχίες αυτές συχνά ακολουθούν ένα συγκεκριμένο μοτίβο. Πρώτα, κάποιοι ερευνητές διατυπώνουν την άποψη ότι ένα αυξανόμενης συχνότητας ή άγνωστης αιτίας ιατρικό σύμπτωμα συνιστά παρενέργεια του εμβολιασμού. Η αρχική μελέτη και όλες οι επόμενες της ίδιας ομάδας χαρακτηρίζονται από ανεπαρκή μεθοδολογία, βασιζόμενες συνήθως σε πλημμελώς ελεγχόμενες ή μη ελεγχόμενες εκθέσεις. Ακολουθεί μια πρώιμη ανακοίνωση σχετικά με μία από τις φερόμενες ως παρενέργειες, η οποία βρίσκει απήχηση στο κοινό που υποφέρει από το συγκεκριμένο σύμπτωμα, και υποεκτιμώντας τη δυνητική ζημιά της παράλειψης του εμβολιασμού από εκείνους τους οποίους το εμβόλιο μπορούσε να προστατέψει. Άλλες ομάδες επιχειρούν κατόπιν να αναπαραγάγουν την αρχική μελέτη, αλλά δεν καταλήγουν στα ίδια αποτελέσματα. Τελικά, απαιτούνται μερικά χρόνια προκειμένου να ανακτηθεί η δημόσια εμπιστοσύνη στα εμβόλια[45]. Οι παρενέργειες που αποδίδονται στα εμβόλια έχουν συνήθως άγνωστη αιτία, αυξανόμενη συχνότητα, κάποια βιολογική αληθοφάνεια, εμφανίσεις κοντά στο χρόνο του εμβολιασμού και τρομακτικές εκβάσεις[50]. Σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις, η επίδραση στη δημόσια υγεία περιορίζεται από πολιτισμικά στεγανά: Οι αγγλόφωνοι ανησυχούν ότι κάποια εμβόλια προκαλούν αυτισμό, οι γαλλόφωνοι ανησυχούν πως προκαλούν σκλήρυνση κατά πλάκας, ενώ οι Νιγηριανοί ανησυχούν πως κάποια άλλα προκαλούν στείρωση[51].

Αυτισμός

Η θεωρία που συσχετίζει εμβόλια και αυτισμό έχει διερευνηθεί ευρέως και έχει αποδειχθεί εσφαλμένη[52][53]. Η επιστημονικά επικρατούσα άποψη είναι ότι δεν υπάρχει καμία σχέση, αιτιώδης ή άλλη, μεταξύ εμβολίων και περιστατικών αυτισμού[45][54][55], και πως τα συστατικά των εμβολίων δεν προκαλούν αυτισμό[56].

Παρ’ όλα αυτά, το αντιεμβολιαστικό κίνημα συνεχίζει να προωθεί μύθους, θεωρίες συνωμοσίας και παραπληροφόρηση που συνδέει αυτά τα δύο[57]. Η τακτική που φαίνεται να αναπτύσσεται είναι «η προώθηση άσχετης έρευνας ως πρόσθετο στοιχείο που σωρε[υεται με διάφορα άλλα αμφισβητούμενα και μερικώς σχετιζόμενα ερευνητικά θέματα, σε μία προσπάθεια να δικαιολογηθεί η επιστημονική βάση ενός εξαρχής αμφισβητούμενου ισχυρισμού[58]».

Θειομερσάλη

Η θειομερσάλη (θιρομερσάλη στις ΗΠΑ) είναι ένα αντιμυκητιακό συντηρητικό που χρησιμοποιείται σε μικρές ποσότητες σε πολυδοσικά εμβόλια (όπου το ίδιο φιαλίδιο χρησιμοποιείται σε πολλαπλούς ασθενείς) προκειμένου να αποφευχθεί η μόλυνση του εμβολίου[59]. Παρά την αποτελεσματικότητα της θειομερσάλης, η χρήση της είναι αμφιλεγόμενη επειδή μπορεί να μεταβολισθεί ή να διασπαστεί στο σώμα σε αιθυλυδράργυρο (C2H5Hg+) και θειοσαλικυλικό οξύ[60][61]. Ως εκ τούτου, το 1999, τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών (CDC) και η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιάτρων (AAP) ζήτησε από τους παραγωγούς εμβολίων να απομακρύνουν τη θειομερσάλη από τα εμβόλια το συντομότερο δυνατόν για προληπτικούς λόγους. Η θειομερσάλη απουσιάζει πλέον από όλα τα συνήθη αμερικανικά και Ευρωπαϊκά εμβόλια, με εξαίρεση ορισμένες παρασκευές του εμβολίου της γρίπης[62]. Απειροελάχιστες ποσότητες θειομερσάλης, της τάξης κατά μέγιστον ενός μικρογραμμαρίου, παραμένουν σε εμβόλια λόγω διαφόρων παραγωγικών διαδικασιών. Αυτές αντιστοιχούν σε περίπου 15% της μέσης ημερήσιας πρόσληψης υδραργύρου για τις Ηνωμένες Πολιτείες όσον αφορά ενηλίκους και 2,5% των ημερήσιων ανκτών επιπέδων που ορίζει ο ΠΟΥ[61][63].

Η θειομερσάλη κατηγορήθηκε επίσης ότι σχετίζεται με τον αυτισμό[62]. Η θεωρία αυτή έχει καταρριφθεί αφού τα περιστατικά αυτισμού αυξάνονταν σταθερά ακόμα και όταν οι θειομερσάλη είχε απομακρυνθεί από τα παιδικά εμβόλια[64]. Σήμερα δεν υπάρχει καμία αποδεκτή επιστημονική απόδειξη ότι η έκθεση σε θειομερσάλη συνιστά παράγοντα που προκαλεί αυτισμό[65][66]. Από το 2000, γονείς στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής έχουν διεκδικήσει νομικώς αποζημίωση από κρατικά κεφάλαια, υποστηρίζοντας ότι θειομερσάλη έχει προκαλέσει αυτισμό στα παιδιά τους[67]. Το 2004, επιτροπή του Ινστιτούτου Ιατρικής (IOM) υποστήριξε ότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε αιτιώδης συνάφεια μεταξύ θειομερσάλης και αυτισμού[68]. Η συγκέντρωση θειομερσάλης που χρησιμοποιείται στα εμβόλια ως αντιμικροβιακός παράγοντας κυμαίνεται από 0,001% (1 μόριο στα 100.000) ως 0,01% (1 μόριο στα 10.000)[69]. Ένα εμβόλιο που περιλαμβάνει 0,01% θειομερσάλης έχει 25 μικρογραμμάρια υδραργύρου ανά 0,5 mL δόσης, περίπου την ίδια ποσότητα υδραργύρου που μπορεί να βρεθεί μέσα σε μια κονσέρβα τόνου[69]. Η ασφάλεια των εμβολίων με θειομερσάλη έχει πλέον επιβεβαιωθεί και από επιστημονικές μελέτες[69].

Εμβόλιο ιλαράς-παρωτίτιδας-ερυθράς (MMR)

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το εμβόλιο ιλαράς-παρωτίτιδας-ερυθράς (MMR) αποτέλεσε αντικείμενο αντιπαράθεσης μετά τη δημοσίευση, το 1998, του Άντριου Γουέικφιλντ και άλλων στην εφημερίδα The Lancet, όπου αναφέρονταν ιστορικά περιπτώσεων δώδεκα παιδιών κυρίως με διαταραχές του φάσματος του αυτισμού με έναρξη αμέσως μετά τη χορήγηση του εμβολίου. Σε συνέντευξη τύπου το 1998, ο Γουέικφιλντ διατύπωσε τη θέση ότι η χορήγηση των εμβολίων στα παιδιά σε τρεις ξεχωριστές δόσεις θα ήταν ασφαλέστερη από έναν απλό εμβολιασμό. Αυτή η πρόταση δεν υποστηρίχθηκε από την εφημερίδα και αρκετές επόμενες μελέτες απέτυχαν να δείξουν οποιαδήποτε σχέση μεταξύ του εμβολίου και του αυτισμού[70]. Αργότερα προέκυψε ότι ο Γουέικφιλντ είχε χρηματοδοτηθεί από αντιδίκους κατασκευαστών εμβολίων και ότι δεν είχε ενημερώσει τους συναδέλφους ή τις ιατρικές αρχές για αυτή τη σύγκρουση συμφερόντων του[71]. Αν αυτή ήταν γνωστή, η δημοσίευση στο The Lancet δεν θα είχε πραγματοποιηθεί με τον τρόπο που έγινε[72]. Ο Γουέικφιλντ επικρίθηκε έντονα, τόσο επιστημονικά όσο και ηθικά, για τον τρόπο διεξαγωγής της έρευνάς του[73] και για την πρόκληση μείωσης των ποσοστών εμβολιασμού, τα οποία μειώθηκαν στο Ηνωμένο Βασίλειο στο 80% τα χρόνια που ακολούθησαν τη μελέτη[74][75]. Το 2004, η συσχέτιση εμβολίου και αυτισμού αποσύρθηκε επίσημα από δέκα από τους δεκατρείς συνεργάτες του[76] και το 2010 οι συντάκτες του The Lancet απέσυραν πλήρως τη δημοσίευση[77]. Ο Γουέικφιλντ διεγράφη από το ιατρικό μητρώο του Ηνωμένου Βασιλείου, με τη δικαιολογία σκόπιμης παραποίησης της έρευνας που δημοσιεύθηκε στο The Lancet[78], και του απαγορεύτηκε να ασκήσει ξανά ιατρική στο Ηνωμένο Βασίλειο[79].

Το CDC, το Ινστιτούτο Ιατρικής της αμερικανικής Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών, το Υπουργείο Υγείας της Αυστραλίας και η Εθνική Υπηρεσία Υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις σύνδεσης μεταξύ του εμβολίου MMR και του αυτισμού[68][80][81][82]. Μια συστηματική ανασκόπηση του Cochrane κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει αξιόπιστη συσχέτιση μεταξύ του εμβολίου MMR και του αυτισμού, ότι το MMR έχει αποτρέψει ασθένειες που εξακολουθούν να είναι σε μεγάλο βαθμό θανατηφόρες ή προκαλούν επιπλοκές, ότι η έλλειψη εμπιστοσύνης στο MMR έχει βλάψει τη δημόσια υγεία και ότι ο σχεδιασμός και η αναφορά των αποτελεσμάτων των μελετών ασφαλείας των εμβολίων MMR είναι σε μεγάλο βαθμό ανεπαρκής[83]. Πρόσθετες κριτικές συμφωνούν με μελέτες που διαπιστώνουν ότι τα εμβόλια δεν συνδέονται με τον αυτισμό ακόμη και σε πληθυσμούς υψηλού κινδύνου με αυτιστικά αδέλφια[84].

Το 2009, οι The Sunday Times ανέφεραν ότι ο Γουέικφιλντ είχε αλλοιώσει δεδομένα ασθενών και ανέφερε λανθασμένα συμπεράσματα στη δημοσίευση του 1998, εμφανίζοντας υποτιθέμενη συσχέτιση με τον αυτισμό[85]. Ένα άρθρο του 2011 στο British Medical Journal περιέγραψε πώς αλλοιώθηκαν τα δεδομένα στη δημοσίευση του Γουέικφιλντ, έτσι ώστε να οδηγούν σε προκαθορισμένο συμπέρασμα[86]. Ένα συνοδευτικό άρθρο στο ίδιο περιοδικό περιέγραψε το έργο του Γουέικφιλντ ως «περίτεχνη απάτη» που οδήγησε σε πτώση των ποσοστών εμβολιασμού, εκθέτοντας σε κίνδυνο εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά και εκτρέποντας την προσοχή και τη χρηματοδότηση μακριά από την έρευνα για τις πραγματικές αιτίες του αυτισμού[87].

Ένα ειδικό δικαστήριο που συγκλήθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες για να εξετάσει αξιώσεις στο πλαίσιο του Εθνικού Προγράμματος Αποζημίωσης Τραυματισμών Εμβολίων αποφάσισε στις 12 Φεβρουαρίου 2009 ότι οι γονείς αυτιστικών παιδιών δεν δικαιούνται αποζημίωση ισχυριζόμενοι ότι ορισμένα εμβόλια προκάλεσαν αυτισμό στα παιδιά τους[88].

Υπερχορήγηση εμβολίων

Η υπερχορήγηση εμβολίων, ένας μη ιατρικός όρος, είναι η ιδέα ότι η χορήγηση πολλών εμβολίων ταυτόχρονα μπορεί να κατακλύσει ή να εξασθενίσει το ανώριμο ανοσοποιητικό σύστημα ενός παιδιού και να οδηγήσει σε δυσμενείς επιπτώσεις[89]. Παρά τις επιστημονικές αποδείξεις που έρχονται σε πλήρη αντίθεση με αυτήν την ιδέα[64], υπάρχουν ακόμη γονείς αυτιστικών παιδιών που πιστεύουν ότι η υπερχορήγηση εμβολίων προκαλεί αυτισμό[90]. Η διαμάχη που προέκυψε έχει κάνει πολλούς γονείς να καθυστερήσουν ή να ακυρώσουν εντελώς τον εμβολιασμό των παιδιών τους[89]. Τέτοιες παρερμηνείες από τους γονείς συνιστούν μεγάλα εμπόδια στην ανοσοποίηση των παιδιών[91].

Η έννοια της υπερχορήγησης εμβολίων είναι λανθασμένη σε διάφορα επίπεδα[64]. Παρά την αύξηση του αριθμού των εμβολίων τις τελευταίες δεκαετίες, οι βελτιώσεις στο σχεδιασμό τους μείωσαν το ανοσολογικό τους φορτίο. Ο συνολικός αριθμός ανοσολογικών συστατικών στα 14 εμβόλια που χορηγήθηκαν σε παιδιά στις ΗΠΑ το 2009 είναι μικρότερο από το δέκα τοις εκατό από αυτό που ήταν στα επτά εμβόλια που χορηγήθηκαν το 1980[64]. Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2013 δεν διαπίστωσε συσχέτιση μεταξύ του αυτισμού και του αριθμού αντιγόνων στα εμβόλια που χορηγήθηκαν σε παιδιά ηλικίας έως δύο ετών. Από τα 1.008 παιδιά της μελέτης, το ένα τέταρτο αυτών που είχαν διαγνωστεί με αυτισμό γεννήθηκαν μεταξύ 1994 και 1999, όταν το πρόγραμμα εμβολιασμού ρουτίνας θα μπορούσε να περιέχει περισσότερα από 3.000 αντιγόνα (σε μία δόση εμβολίου DTP). Το πρόγραμμα εμβολίων του 2012 περιείχε αρκετά περισσότερα εμβόλια, αλλά ο αριθμός των αντιγόνων στα οποίο εκτίθεται το παιδί έως την ηλικία των δύο ετών είναι 315[92][93]. Τα εμβόλια δημιουργούν πολύ μικρό ανοσολογικό φορτίο σε σύγκριση με τα παθογόνα στα οποία εκτίθεται φυσικά ένα παιδί σε ένα μέσο έτος[64]. Κοινά συμπτώματα της παιδικής ηλικίας, όπως πυρετοί και λοιμώξεις του μέσου ωτός συνιστούν πολύ μεγαλύτερη πρόκληση για το ανοσοποιητικό σύστημα από ό,τι τα εμβόλια[94][95], και μελέτες έχουν δείξει ότι οι εμβολιασμοί, ακόμη και οι ταυτόχρονοι πολλαπλοί, δεν αποδυναμώνουν το ανοσοποιητικό σύστημα[64], ούτε θέτουν σε κίνδυνο τη συνολική ανοσία[96][97]. Η έλλειψη στοιχείων που υποστηρίζουν τη θεωρία υπερχορήγησης εμβολίων, σε συνδυασμό με τα ευρήματα που έρχονται σε άμεση αντίθεση με αυτήν, οδήγησε στο συμπέρασμα ότι τα προτεινόμενα προγράμματα εμβολιασμού δεν συνιστούν «υπερφόρτωση» ούτε αποδυναμώνουν το ανοσοποιητικό σύστημα[45][98][99][100].

Πειράματα που βασίζονται στον μη εμβολιασμό παιδιών θεωρούνται ανήθικα[101] και οι σχετικές μελέτες παρατήρησης πιθανότατα θα οδηγούνταν σε λανθασμένα συμπεράσματα λόγω των διαφορών στις συμπεριφορές ανεμβολίαστων παιδιών που προσέρχονται για υγειονομική περίθαλψη. Έτσι, δεν έχει γίνει καμία μελέτη που να συγκρίνει άμεσα τα ποσοστά αυτισμού σε εμβολιασμένα και μη εμβολιασμένα παιδιά. Ωστόσο, η έννοια της υπερχορήγησης εμβολίων είναι βιολογικά αδικαιολόγητη, καθώς τα εμβολιασμένα και τα ανεμβολίαστα παιδιά έχουν την ίδια ανοσολογική απόκριση σε λοιμώξεις που δεν σχετίζονται με εμβόλια και ο αυτισμός δεν είναι ασθένεια που προκαλείται από ανοσοποιητικά, οπότε ισχυρισμοί ότι τα εμβόλια θα μπορούσαν να προκαλέσουν τον αυτισμό υπερφορτώνοντας το ανοσοποιητικό, έρχονται σε αντίθεση με την τρέχουσα γνώση περί της παθογένεσης του αυτισμού. Ως εκ τούτου, η ιδέα ότι τα εμβόλια προκαλούν αυτισμό έχει απορριφθεί ολοκληρωτικά από το βάρος των σημερινών στοιχείων[64].

Προγεννητική λοίμωξη

Υπάρχουν ενδείξεις ότι η σχιζοφρένεια σχετίζεται με προγεννητική έκθεση σε ερυθρά, γρίπη και λοίμωξη από τοξοπλάσμωση. Για παράδειγμα, μια μελέτη διαπίστωσε επταπλάσιο κίνδυνο σχιζοφρένειας όταν οι μητέρες εκτέθηκαν σε γρίπη κατά το πρώτο τρίμηνο της κύησης. Αυτό μπορεί να έχει επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, καθώς οι στρατηγικές πρόληψης της μόλυνσης περιλαμβάνουν εμβολιασμό, απλή υγιεινή και, στην περίπτωση τοξοπλάσμωσης, αντιβιοτικά[102]. Με βάση μελέτες σε ζωικά μοντέλα, έχουν εκφραστεί θεωρητικές ανησυχίες σχετικά με πιθανή συσχέτιση μεταξύ σχιζοφρένειας και μητρικής ανοσοαπόκρισης που ενεργοποιείται από αντιγόνα ιού. Μια μελέτη του 2009 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχαν επαρκή στοιχεία που να συνιστούν τη συνήθη χρήση εμβολίου γρίπης κατά το πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, αλλά ότι το εμβόλιο εξακολουθεί να συνιστάται εκτός του πρώτου τριμήνου και σε ειδικές περιστάσεις όπως πανδημίες ή σε γυναίκες με ορισμένα άλλα συμπτώματα[103]. Η Συμβουλευτική Επιτροπή για τις Πρακτικές Ανοσοποίησης του CDC, η Αμερικανική Ένωση Μαιευτήρων και Γυναικολόγων και η Αμερικανική Ακαδημία Οικογενειακών Ιατρών συνιστούν όλοι εμβολιασμό ρουτίνας για γρίπη σε εγκύους, για διάφορους λόγους[104]:

  • τον κίνδυνο για σοβαρές ιατρικές επιπλοκές που σχετίζονται με τη γρίπη κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων τριμήνων.
  • τα μεγαλύτερα ποσοστά νοσηλείας τους που σχετίζονται με τη γρίπη σε σύγκριση με τις μη έγκυες γυναίκες
  • την πιθανή μεταφορά μητρικών αντισωμάτων κατά της γρίπης στα παιδιά, προστατεύοντας τα παιδιά από τη γρίπη
  • αρκετές μελέτες που δεν βρήκαν καμία βλάβη στις εγκύους ή στα παιδιά τους από τους εμβολιασμούς.

Παρά τη σύσταση αυτή, μόνο το 16% των υγιών εγκύων στις ΗΠΑ που ερωτήθηκαν το 2005 είχαν εμβολιαστεί κατά της γρίπης[104].

Ανησυχίες σχετικά με τα συστατικά

Οι ενώσεις αργιλίου χρησιμοποιούνται ως ανοσολογικά ανοσοενισχυτικά για την αύξηση της αποτελεσματικότητας πολλών εμβολίων[105]. Το αργίλιο στα εμβόλια προσομοιώνει ή προκαλεί μικρές ποσότητες βλάβης στους ιστούς, οδηγώντας το σώμα να ανταποκριθεί ισχυρότερα σε αυτό που εκλαμβάνει ως σοβαρή λοίμωξη και προωθεί την ανάπτυξη μόνιμης ανοσοαπόκρισης [106]. Σε ορισμένες περιπτώσεις, αυτές οι ενώσεις έχουν συσχετιστεί με ερυθρότητα, κνησμό (φαγούρα) και πυρετό χαμηλού βαθμού[107], αλλά η χρήση αργιλίου σε εμβόλια δεν έχει συσχετιστεί με σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα εμβόλια που περιέχουν αργίλιο σχετίζονται με μακροφαγική μυοφυσίτιδα (MMF), εντοπισμένες μικροσκοπικές αλλοιώσεις που περιέχουν άλατα αργιλίου, οι οποίες διατηρούνται για έως και 8 χρόνια. Ωστόσο, πρόσφατες μελέτες πασχόντων–μαρτύρων δεν έχουν βρει συγκεκριμένα κλινικά συμπτώματα σε άτομα με βιοψίες που εμφανίζουν μακροφαγική μυοφυσίτιδα και δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι τα εμβόλια που περιέχουν αργίλιο αποτελούν σοβαρό κίνδυνο για την υγεία ή δικαιολογούν αλλαγές στην πρακτική ανοσοποίησης [108]. Τα βρέφη εκτίθενται σε μεγαλύτερες ποσότητες αργιλίου στην καθημερινή τους ζωή από το μητρικό και βρεφικό γάλα παρά από τα εμβόλια[2]. Γενικά, οι άνθρωποι εκτίθενται σε χαμηλά επίπεδα παρουσίας αργιλίου στη φύση, μέσω σχεδόν όλων των τροφίμων και του πόσιμου νερού[109]. Η ποσότητα του αργιλίου που υπάρχει τα εμβόλια είναι μικρή, μικρότερη από ένα χιλιοστόγραμμο, και τέτοια χαμηλά επίπεδα δεν πιστεύεται ότι είναι επιβλαβή για την ανθρώπινη υγεία.

Οι αντιεμβολιαστές έχουν επίσης εκφράσει έντονες ανησυχίες σχετικά με την παρουσία φορμαλδεΰδης στα εμβόλια. Η φορμαλδεΰδη χρησιμοποιείται σε πολύ μικρές συγκεντρώσεις για την απενεργοποίηση ιών και βακτηριακών τοξινών που χρησιμοποιούνται σε εμβόλια. Πολύ μικρές ποσότητες υπολειμμάτων φορμαλδεΰδης μπορεί να υπάρχουν στα εμβόλια, αλλά είναι πολύ χαμηλότερες από τις τιμές που είναι επιβλαβείς για την ανθρώπινη υγεία[110][111]. Τα επίπεδα που υπάρχουν στα εμβόλια είναι ελάχιστα σε σύγκριση με τα φυσιολογικά απαντώμενα επίπεδα φορμαλδεΰδης στο ανθρώπινο σώμα και δεν παρουσιάζουν σημαντικό κίνδυνο τοξικότητας[112]. Το ανθρώπινο σώμα παράγει συνεχώς φορμαλδεΰδη φυσικά και περιέχει 50-70 φορές τη μεγαλύτερη ποσότητα φορμαλδεΰδης που υπάρχει σε οποιοδήποτε εμβόλιο. Επιπλέον, το ανθρώπινο σώμα είναι ικανό να διασπά τη φυσική φορμαλδεΰδη, καθώς και τη μικρή ποσότητα φορμαλδεΰδης που υπάρχει στα εμβόλια. Δεν υπάρχουν στοιχεία που να συνδέουν τις σπάνιες εκθέσεις στις μικρές ποσότητες φορμαλδεΰδης που υπάρχουν σε εμβόλια με καρκίνο.

Σύνδρομο αιφνίδιου βρεφικού θανάτου

Το σύνδρομο αιφνίδιου βρεφικού θανάτου (SIDS) είναι πιο συνηθισμένο σε βρέφη κατά την περίοδο της ζωής τους που λαμβάνουν πολλούς εμβολιασμούς[113]. Καθώς τα αίτια του συνδρόμου αιφνίδιου βρεφικού θανάτου δεν έχουν προσδιοριστεί πλήρως, αυτό οδήγησε σε ανησυχίες σχετικά με το εάν τα εμβόλια, ιδίως τα διφθερίτιδας-τετάνου, ήταν πιθανός αιτιώδης παράγοντας[113]. Αρκετές μελέτες διερεύνησαν το ζήτημα και δεν βρήκαν στοιχεία που να υποστηρίζουν μια αιτιώδη συνάφεια μεταξύ του εμβολιασμού και του συνδρόμου αιφνίδιου βρεφικού θανάτου[113][114]. Το 2003, το Ινστιτούτο Ιατρικής αποφάσισε την απόρριψη της αιτιώδους συνάφειας μεταξύ του εμβολιασμού διφθερίτιδας-τετάνου και του SIDS μετά από εξέταση των διαθέσιμων στοιχείων[115]. Πρόσθετες αναλύσεις δεδομένων του Συστήματος Αναφοράς Ανεπιθύμητων Παρενεργειών Εμβολίων (VAERS) δεν έδειξαν επίσης καμία σχέση μεταξύ εμβολιασμού και αιφνίδιου βρεφικού θανάτου[113]. Στην πραγματικότητα, υπάρχουν ενδείξεις ότι ο εμβολιασμός μπορεί να προστατεύσει τα παιδιά από το συγκεκριμένο σύνδρομο[113][114][116].

Εμβόλια άνθρακα

Στα μέσα της δεκαετίας του 1990 υπήρξαν αναφορές στα μέσα ενημέρωσης για το λεγόμενο «σύνδρομο του πολέμου του Κόλπου», μια πολυ-συμπτωματική διαταραχή που έπληττε στρατιωτικούς των ΗΠΑ μετά την επιστροφή τους από τον Πόλεμο του Κόλπου (1990-1991). Μεταξύ των πρώτων σχετικών άρθρων ήταν ένα του Atul Gawande στο διαδικτυακό περιοδικό Slate, το οποίο ανέφερε τις απαιτούμενες ανοσοποιήσεις που έλαβαν οι στρατιώτες, συμπεριλαμβανομένου του εμβολιασμού με άνθρακα, ως έναν από τους πιθανούς υπαίτιους για τα συμπτώματα του συνδρόμου. Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, το Slate δημοσίευσε ένα άρθρο σχετικά με «εξέγερση» στο στράτευμα κατά της ανοσοποίησης με άνθρακα λόγω της «πρόσβασης των στρατιωτών σε παραπληροφόρηση του Διαδικτύου». Το Slate συνέχισε να αναφέρει ανησυχίες σχετικά με τα εμβόλια άνθρακα και ευλογιάς που χορηγούνταν στα αμερικανικά στρατεύματα μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου και άρθρα σχετικά με το θέμα εμφανίστηκαν επίσης στον ιστότοπο Salon[117]. Οι επιθέσεις με άνθρακα το 2001 αύξησαν τις ανησυχίες για τη βιοτρομοκρατία και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών ενέτεινε τις προσπάθειές της να παράγει και να αποθηκεύσει περισσότερα εμβόλια για τους Αμερικανούς πολίτες[117]. Το 2002, το περιοδικό Mother Jones δημοσίευσε ένα άρθρο που ήταν ιδιαίτερα επιφυλακτικό ως προς την ανοσοποίηση άνθρακα και ευλογιάς που απαιτείται από τις ένοπλες δυνάμεις των Ηνωμένων Πολιτειών[117]. Μετά την εισβολή του Ιράκ το 2003, ξεκίνησε μια ευρύτερη διαμάχη στα μέσα ενημέρωσης σχετικά με την απαίτηση εμβολιασμού των αμερικανικών στρατευμάτων κατά του άνθρακα[117]. Από το 2003 έως το 2008 διενεργήθηκε μια σειρά δικών κατά του υποχρεωτικού εμβολιασμού με άνθρακα των στρατευμάτων των ΗΠΑ[117].

Εμβόλιο της γρίπης των χοίρων

Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζέραλντ Φορντ λαμβάνει το εμβόλιό του για τη γρίπη των χοίρων.

Η εκστρατεία ανοσοποίησης που ακολούθησε την έξαρση της γρίπης των χοίρων στις ΗΠΑ το 1976 έγινε γνωστή ως το «φιάσκο της γρίπης των χοίρων», επειδή η έξαρση της ίωσης δεν οδήγησε τελικά σε πανδημία, όπως φοβόταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζέραλντ Φορντ, και το εμβόλιο που παράχθηκε βιαστικά τελικά αποδείχθηκε ότι αυξάνει τον αριθμό των κρουσμάτων του συνδρόμου Γκιλαίν-Μπαρέ δύο εβδομάδες μετά τον εμβολιασμό. Κυβερνητικοί αξιωματούχοι σταμάτησαν την εκστρατεία μαζικής ανοσοποίησης λόγω της μεγάλης ανησυχίας για την ασφάλεια του συγκεκριμένου εμβολίου. Ο φόβος που προκλήθηκε στο ευρύ κοινό από την εκστρατεία εμβολιασμού ήταν μεγαλύτερος και από το φόβο για τον ίδιο τον ιό και, γενικά, αμφισβητήθηκαν οι πολιτικές εμβολιασμού[118].

Κατά τη διάρκεια της πανδημίας γρίπης του 2009, σε αρκετές χώρες ξέσπασε σημαντική διαμάχη σχετικά με το εάν το εμβόλιο της γρίπης H1N1 του 2009 ήταν ασφαλές, ανάμεσά τους και στη Γαλλία. Πολλές γαλλικές οργανώσεις επέκριναν δημόσια το εμβόλιο ως δυνητικά επικίνδυνο[119]. Λόγω ομοιότητας μεταξύ του υποτύπου Α του ιού της γρίπης H1N1 του 2009 και του ιού της γρίπης του 1976, πολλές χώρες δημιούργησαν συστήματα επιτήρησης για τις ανεπιθύμητες ενέργειες του εμβολίου στην ανθρώπινη υγεία. Τόσο στην Ευρώπη όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες μελετήθηκαν οι πιθανές σχέσεις μεταξύ του εμβολίου κατά της γρίπης H1N1 του 2009 και του συνδρόμου Γκιλαίν-Μπαρέ[120].

Διάφορες ανησυχίες σχετικά με την ασφάλεια των εμβολίων έχουν κυκλοφορήσει στο Διαδίκτυο, σε άτυπες συναντήσεις, σε βιβλία και συμπόσια. Αυτές περιλαμβάνουν θεωρίες ότι ο εμβολιασμός μπορεί να προκαλέσει επιληπτικές κρίσεις, αλλεργίες, σκλήρυνση κατά πλάκας και αυτοάνοσες ασθένειες όπως ο διαβήτης τύπου 1, καθώς και υποθέσεις ότι οι εμβολιασμοί μπορούν να μεταδώσουν σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών, ιό της ηπατίτιδας C και HIV. Οι θεωρίες αυτές έχουν διερευνηθεί και έχει εξαχθεί το συμπέρασμα ότι τα εμβόλια που χρησιμοποιούνται επί του παρόντος πληρούν υψηλά πρότυπα ασφάλειας και ότι η κριτική που εκφράζεται σε διάφορα λαϊκά έντυπα για την ασφάλεια των εμβολίων δεν είναι δικαιολογημένη[48][100][121][122]. Mεγάλες, καλά ελεγχόμενες επιδημιολογικές μελέτες έχουν διεξαχθεί κατά καιρούς, τα αποτελέσματα των οποίων δεν συνηγορούν με την υπόθεση ότι τα εμβόλια προκαλούν χρόνιες ασθένειες. Επιπλέον, ορισμένα εμβόλια είναι πιθανότερο να προλαμβάνουν ή να τροποποιούν παρά να προκαλούν ή να επιδεινώνουν αυτοάνοσες ασθένειες[99][123]. Μια άλλη κοινή ανησυχία που συχνά εκφράζουν οι γονείς κατά τη διάρκεια επίσκεψης σε ιατρό για εμβολιασμό είναι για τον πόνο που σχετίζεται με τη χορήγηση εμβολίων[124]. Αυτή η ανησυχία μπορεί να οδηγήσει σε αιτήματα των γονέων για επιμήκυνση του χρονικού διαστήματος μεταξύ των εμβολιασμών. Ωστόσο, μελέτες έχουν δείξει ότι η αντίδραση ενός παιδιού στο στρες του εμβολιασμού δεν διαφέρει εάν δεχθεί έναν ή περισσότερους εμβολιασμούς. Η επιμήκυνση του χρονικού διαστήματος μεταξύ των εμβολιασμών μπορεί στην πραγματικότητα να οδηγήσει σε πιο αγχωτικά ερεθίσματα για το παιδί[2].

Ψεύτικη κλινική εμβολιασμού της CIA

Στο Πακιστάν, η CIA διεξήγαγε μια κλινική ψεύτικου εμβολιασμού σε μια προσπάθεια εντοπισμού του Οσάμα μπιν Λάντεν[125][126]. Ως άμεση συνέπεια, υπήρξαν αρκετές επιθέσεις και θάνατοι μεταξύ των εργαζομένων στον εμβολιασμό. Αρκετοί ισλαμιστές ιεροκήρυκες και μαχητικές ομάδες, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων φατριών των Ταλιμπάν, θεωρούν τον εμβολιασμό ως συνωμοσία για να σκοτώσουν ή να αποστειρώσουν μουσουλμάνους[127]. Οι προσπάθειες εξάλειψης της πολιομυελίτιδας έχουν επίσης διαταραχθεί από τις αμερικανικές επιθέσεις drone. Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους το Πακιστάν και το Αφγανιστάν είναι οι μόνες χώρες όπου η πολιομυελίτιδα παρέμεινε ενδημική από το 2015[128].

Ψεύτικα εμβόλια COVID-19

Τον Ιούλιο του 2021, η ινδική αστυνομία συνέλαβε 14 άτομα για τη χορήγηση δόσεων ψεύτικων εμβολίων αλμυρού νερού αντί του εμβολίου AstraZeneca σε σχεδόν δώδεκα ιδιωτικούς χώρους εμβολιασμού στο Μουμπάι. Οι κατηγορούμενοι, μαζί με επαγγελματίες του ιατρικού κλάδου, χρέωναν μεταξύ 10 και 17 δολαρίων για κάθε δόση και περισσότεροι από 2.600 άνθρωποι πλήρωσαν για να κάνουν το εμβόλιο[129][130]. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση υποβάθμισε το σκάνδαλο, υποστηρίζοντας ότι επρόκειτο για μεμονωμένο περιστατικό. Η McAfee δήλωσε ότι η Ινδία ήταν από τις κορυφαίες χώρες που είχαν στοχοποιηθεί από ψεύτικες εφαρμογές για να δελεάσουν ανθρώπους με την υπόσχεση του εμβολιασμού[131].

Στο Μποπάλ, οι κάτοικοι μιας παραγκούπολης παραπλανήθηκαν ότι θα τους χορηγηθεί εγκεκριμένο εμβόλιο COVID-19, αλλά συμμετείχαν σε μια πειραματική κλινική δοκιμή για το εγχώριο εμβόλιο Covaxin. Μόνο το 50% των συμμετεχόντων στις δοκιμές έκανε το εμβόλιο, ενώ οι υπόλοιποι έλαβαν εικονικό φάρμακο. Ένας συμμετέχων δήλωσε «... Δεν ήξερα ότι υπήρχε πιθανότητα να χορηγηθεί σκέτο νερό[132][133]».

Μύθοι περί των εμβολίων

Αρκετοί μύθοι περί των εμβολίων συμβάλλουν στην ανησυχία και στη διστακτικότητα των γονέων για τον εμβολιασμό. Αυτοί περιλαμβάνουν την υποτιθέμενη ανωτερότητα της φυσικής λοίμωξης σε σύγκριση με τον εμβολιασμό, την αμφισβήτηση της επικινδυνότητας των ασθενιεών που προλαμβάνονται από τα εμβόλια, ηθικά ή θρησκευτικά διλήμματα που δημιουργεί ο εμβολιασμός, την αμφισβήτηση της αποτελεσματικότητας των εμβολίων, την υιοθέτηση μη αποδεδειγμένων ή αναποτελεσματικών προσεγγίσεων ως εναλλακτικές λύσεις για τα εμβόλια και τέλος θεωρίες συνωμοσίας που έχουν ως επίκεντρο τη δυσπιστία προς τις κυβερνήσεις και τα ιατρικά ιδρύματα[26].

Εμβολιασμός κατά τη διάρκεια ασθένειας

Πολλοί γονείς ανησυχούν για την ασφάλεια του εμβολιασμού όταν το παιδί τους είναι άρρωστο[2]. Η μέτρια έως σοβαρή οξεία ασθένεια με ή χωρίς πυρετό αποτελεί πράγματι αντένδειξη για τη διενέργεια του εμβολιασμού. Τα εμβόλια ωστόσο παραμένουν αποτελεσματικά ακόμη και όταν ένα παιδί νοσεί. Ο λόγος για τον οποίο δεν συνιστάται ο εμβολιασμός όταν ένα παιδί είναι μέτρια έως σοβαρά άρρωστο είναι επειδή ορισμένες αναμενόμενες παρενέργειες του εμβολιασμού (π.χ. πυρετός ή εξάνθημα) μπορεί να συγχέονται με την εξέλιξη της νόσου. Είναι όμως ασφαλές να χορηγηθεί εμβόλιο σε παιδιά με καλή ιατρική εικόνα ακόμη κι αν πάσχουν από κοινό κρυολόγημα.

Φυσική μόλυνση

Ένας άλλος κοινός μύθος κατά των εμβολιασμών είναι ότι το ανοσοποιητικό σύστημα παράγει καλύτερη ανοσολογική προστασία ως απόκριση στη φυσική λοίμωξη σε σύγκριση με τον εμβολιασμό[2]. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η φυσική λοίμωξη από την ασθένεια μπορεί να προκαλέσει δια βίου ανοσία. Ωστόσο, η φυσική ασθένεια ενέχει μεγαλύτερο κίνδυνο βλάβης της υγείας ενός ατόμου από τα εμβόλια. Για παράδειγμα, η φυσική λοίμωξη από ανεμοβλογιά ενέχει μεγαλύτερο κίνδυνο βακτηριακής επιμόλυνσης με στρεπτόκοκκους της ομάδας Α.

Εμβόλιο HPV

Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι το εμβόλιο HPV συνδέεται με αυξημένη σεξουαλική συμπεριφορά, κάτι που όμως δεν αποδεικνύεται από επιστημονικά στοιχεία. Μια έρευνα σε ένα σύνολο σχεδόν 1.400 εφήβων κοριτσιών δεν διαπίστωσε καμία διαφορά στην εφηβική εγκυμοσύνη, τη συχνότητα εμφάνισηςσεξουαλικώς μεταδιδόμενης λοίμωξης ή την αντισυλληπτική συμβουλευτική, ανεξάρτητα από το εάν έλαβαν ή όχι το εμβόλιο HPV[2]. Χιλιάδες Αμερικανοί πεθαίνουν κάθε χρόνο από καρκίνους που μπορούν να προληφθούν από το εμβόλιο.

Πρόγραμμα εμβολιασμών

Έχουν διατυπωθεί ανησυχίες και σχετικά με το πρόγραμμα εμβολιασμών που συνιστά η συμβουλευτική επιτροπή για τις πρακτικές ανοσοποίησης (ACIP). Το πρόγραμμα ανοσοποίησης έχει σχεδιαστεί για να προστατεύει τα παιδιά από ασθένειες που μπορούν να προληφθούν όταν είναι πιο ευάλωτα. Η πρακτική καθυστέρησης ή απομάκρυνσης αυτών των εμβολιασμών αυξάνει το χρονικό διάστημα που το παιδί είναι ευαίσθητο σε αυτές τις ασθένειες[2]. Η λήψη εμβολίων σύμφωνα με το πρόγραμμα που συνιστά το ACIP δεν συνδέεται με αυτισμό ή αναπτυξιακή καθυστέρηση.

Περιστατικά μετά από μείωση του εμβολιασμού

Εκστρατείες στο Λονδίνο για ανάπτυξη του εμβολιασμού στον αναπτυσσόμενο κόσμο

Σε αρκετές χώρες, μετά τη μείωση στη χρήση κάποιων εμβολίων ακολούθησε η αύξηση στη νοσηρότητα και τη θνησιμότητα των ασθενειών[134][135]. Σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών, η διατήρηση υψηλού επιπέδου εμβολιαστικής κάλυψης είναι αναγκαία για να αποτραπεί η αναβίωση ασθενειών που έχουν σχεδόν εξαλειφθεί[136]. Ο κοκκύτης παραμένει μείζον πρόβλημα υγείας στις αναπτυσσόμενες χώρες, στις οποίες δεν έχει γίνει μαζικός εμβολιασμός. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας εκτιμά ότι προκάλεσε 294.000 θανάτους το 2002[137]. Ο αντιεμβολιασμός έχει συμβάλει στην αναβίωση ασθενειών που μπορούν να προληφθούν. Για παράδειγμα, το 2019,ο αριθμός των κρουσμάτων ιλαράς αυξήθηκε παγκοσμίως κατά 30% και σε πολλές περιπτώσεις συνέβη σε χώρες, οι οποίες την είχαν σχεδόν εξαφανίσει[26].

Στοκχόλμη, ευλογιά (1873–74)

Μια αντι-εμβολιαστική καμπάνια που προκλήθηκε από θρησκευτικές αντιρρήσεις, ανησυχίες σχετικά με την αποτελεσματικότητα και ανησυχίες σχετικά με τα ατομικά δικαιώματα οδήγησε το ποσοστό εμβολιασμού στη Στοκχόλμη να πέσει σε μόλις πάνω από 40%, συγκρινόμενο με περίπου 90% στην υπόλοιπη Σουηδία. Μια μεγάλη επιδημία ευλογιάς ξέσπασε εκεί το 1873. Αυτό οδήγησε σε αύξηση του εμβολιασμού και στη λήξη της επιδημίας[138].

Ηνωμένο Βασίλειο, κοκκύτης (1970 - 80)

Σε μια έρευνα του 1974 που απέδιδε 36 παρενέργειες στο εμβόλιο κατά του κοκκύτη, ένας γνωστός ακαδημαϊκός στο πεδίο της δημόσιας υγείας ισχυρίστηκε ότι το εμβόλιο είχε οριακή μόνο αποτελεσματικότητα και αμφισβήτησε το κατά πόσον τα οφέλη του υπερβαίνουν τους σχετικούς κινδύνους. Η έρευνα πέτυχε εκτεταμένη κάλυψη από την τηλεόραση και τον τύπο και προκάλεσε πανικό. Ο εμβολιασμός στο Ηνωμένο Βασίλειο έπεσε από το 81% στο 31% και ακολούθησαν επιδημίες κοκκύτη που οδήγησαν στο θάνατο κάποιων παιδιών. Η κυρίαρχη ιατρική γνώμη συνέχισε να υποστηρίζει την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια του εμβολίου· η εμπιστοσύνη του κοινού αποκαταστάθηκε μετά τη δημοσίευση μιας εκτίμησης, σε εθνικό επίπεδο, της αποτελεσματικότητας των εμβολίων. Μετά από αυτήν, ο εμβολιασμός αυξήθηκε σε επίπεδα άνω του 90% και η εμφάνιση περιστατικών ασθένειας μειώθηκε δραματικά[134].

Σουηδία, κοκκύτης (1979–96)

Κατά την περίοδο του μορατόριουμ του εμβολιασμού που ξεκίνησε όταν η Σουηδία ανέστειλε τον εμβολιασμό κατά του κοκκύτη από το 1979 έως το 1996, το 60% των παιδιών ασθένησαν από τον ιό προτού κλείσουν τα 10 τους χρόνια· η συστηματική ιατρική παρακολούθηση διατήρησε τον αριθμό θανάτων από κοκκύτη σε έναν ετησίως, κατά μέσον όρο[135].

Ολλανδία, ιλαρά (1999-2000)

Μια εστία υπερμετάδοσης σε μια θρησκευτική κοινότητα και ένα σχολείο στις Κάτω Χώρες οδήγησε σε τρεις θανάτους και 68 εισαγωγές μεταξύ 2.961 κρουσμάτων[139]. Ο πληθυσμός στις διάφορες επαρχίες που επλήγησαν είχε υψηλό βαθμό ανοσίας, με εξαίρεση μια από τις θρησκευτικές ομολογίες, η οποία παραδοσιακά δεν δέχεται τον εμβολιασμό. Το ενενήντα πέντε τοις εκατό αυτών που ασθένησαν με ιλαρά δεν είχαν εμβολιασθεί.

Ηνωμένο Βασίλειο και Ιρλανδία, ιλαρά (2000)

Ως αποτέλεσμα της διαμάχης για το τριπλό εμβόλιο (ιλαρά, μαγουλάδες και ερυθρά), τα ποσοστά εμβολιασμού μειώθηκαν απότομα στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά το 1996[140]. Από τα τέλη του 1999 έως το καλοκαίρι του 2000, ξέσπασε επιδημία ιλαράς στο Βόρειο Δουβλίνο στην Ιρλανδία. Εκείνη την περίοδο το ποσοστό εμβολιασμών σε εθνικό επίπεδο είχε πέσει κάτω από το 80%, και σε κάποια τμήματα του Βόρειου Δουβλίνου ήταν γύρω στο 60%. Υπήρξαν περισσότερες από 100 εισαγωγές σε νοσοκομεία μεταξύ πάνω από 300 περιστατικά. Τρία παιδιά πέθαναν και αρκετά περισσότερα ασθένησαν βαριά, για την ανάρρωση μάλιστα μερικών από αυτά απαιτήθηκε μηχανική υποστήριξη της αναπνοής τους[141][142].

Νιγηρία, πολιομυελίτιδα, ιλαρά, διφθερίτιδα (2001–)

Στις αρχές της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, συντηρητικοί θρησκευτικοί ηγέτες στη βόρεια Νιγηρία, οι οποίοι έβλεπαν με καχυποψία τη δυτική ιατρική, συνέστησαν στους οπαδούς τους να μην εμβολιάζουν τα παιδιά τους με το εμβόλιο κατά της πολυομυελίτιδας που χορηγείται από το στόμα. Το μποϊκοτάζ αυτό υποστηρίχθηκε και από τον κυβερνήτη της Πολιτείας Κάνο και ο εμβολιασμός ανεστάλη για αρκετούς μήνες. Στη συνέχεια, η πολιομυελίτιδα επανεμφανίστηκε σε μια δωδεκάδα γειτονιών της Νιγηρίας που μέχρι τότε είχαν απαλλαγεί από την πολυομυελίτιδα και γενετικοί έλεγχοι έδειξαν ότι ο ιός ήταν ο ίδιος που είχε προέλευση τη Βόρεια Νιγηρία. Η Νιγηρία έγινε εξαγωγέας του ιού της πολιομυελίτιδας στις γειτονικές αφρικανικές χώρες. Αναφέρθηκε ότι πολλοί άνθρωποι στις βόρειες πολιτείες φοβήθηκαν και τα υπόλοιπα εμβόλια και η Νιγηρία ανέφερε πάνω από 20.000 κρούσματα ιλαράς και σχεδόν 600 θανάτους από ιλαρά μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου 2005[143]. Στη Βόρεια Νιγηρία κυριαρχεί η πεποίθηση ότι ο εμβολιασμός είναι στρατηγική των Δυτικών για να μειώσουν τον πληθυσμό της περιοχής. Εξαιτίας αυτής της πεποίθησης, μεγάλος αριθμός κατοίκων της Βόρειας Νιγηρίας απορρίπτουν τον εμβολιασμό[144]. Το 2006 κατεγράφησαν στη Νιγηρία περισσότερες από τις μισές περιπτώσεις πολυομυελίτιδας παγκοσμίως[145]. Εστίες της ασθένειας συνέχισαν να εμφανίζονται· για παράδειγμα, τουλάχιστον 200 παιδιά πέθαναν σε ένα ξέσπασμα ιλαράς στα τέλη του 2007 στην Πολιτεία Μπόρνο[146].

Ηνωμένες Πολιτείες, ιλαρά (2005–)

Το 2000, η ιλαρά κηρύχθηκε ως εξαλειφθείσα στις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς η εσωτερική μετάδοση είχε σταματήσει για ένα έτος. Οι υπόλοιπες αναφερόμενες περιπτώσεις οφείλονταν σε εισαγόμενα περιστατικά[147].

Κρούσματα ιλαράς στις ΗΠΑ

Μια έξαρση ιλαράς το 2005 στην Πολιτεία της Ιντιάνα αποδόθηκε σε γονείς που είχαν αρνηθεί να εμβολιάσουν τα παιδιά τους[148]. Τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) ανέφεραν ότι οι τρεις μεγαλύτερες επιδημίες ιλαράς το 2013 αποδίδονται σε ομάδες ανθρώπων που δεν εμβολιάστηκαν εξαιτίας των φιλοσοφικών ή θρησκευτικών τους πεποιθήσεων. Από τον Αύγουστο του 2013, τρεις εστίες κρουσμάτων (Νέα Υόρκη, Βόρεια Καρολίνα και Τέξας) ήταν υπεύθυνες για το 64% των 159 κρουσμάτων ιλαράς που αναφέρθηκαν σε 16 πολιτείες[149][150].

Ο αριθμός των κρουσμάτων το 2014 τετραπλασιάστηκε φτάνοντας τα 644[151], συμπεριλαμβανομένης της διασποράς από ανεμβολίαστους επισκέπτες στην Ντίσνεϋλαντ της Καλιφόρνια[75][152]. Περί το 97% των κρουσμάτων κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους επιβεβαιώθηκε ότι οφείλονται άμεσα ή έμμεσα σε εισαγόμενα περιστατικά (τα υπόλοιπα ήταν άγνωστα) και το 49% από τις Φιλιππίνες. Περισσότερα από τα μισά θύματα (165 στα 288, ή 57%) κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου επιβεβαιώθηκαν ως ανεμβολίαστα από επιλογή και 30 (10%) επιβεβαιώθηκαν ως εμβολιασμένα[153]. Ο τελικός απολογισμός της ιλαράς για το 2014 ήταν 668 κρούσματα σε 27 πολιτείες[154].

Από την 1η Ιανουαρίου έως τις 26 Ιουνίου 2015, 178 άνθρωποι από 24 πολιτείες και την Περιφέρεια της Κολούμπια αναφέρθηκε πως είχαν ιλαρά. Οι περισσότερες από αυτές τις περιπτώσεις (117 [66%]) ήταν μέρος μιας μεγάλης έξαρσης σε πολλές πολιτείες που συνδέθηκε με τη Ντίσνεϋλαντ στην Καλιφόρνια, η οποία ξεκίνησε το 2014. Η ανάλυση των επιστημόνων του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC) έδειξε ότι ο τύπος του ιού της ιλαράς σε αυτή την έξαρση (Β3) ήταν πανομοιότυπος με τον τύπο του ιού που προκάλεσε τη μεγάλη επιδημία ιλαράς στις Φιλιππίνες το 2014[154]. Στις 2 Ιουλίου 2015 καταγράφηκε ο πρώτος επιβεβαιωμένος θάνατος από ιλαρά τα τελευταία δώδεκα χρόνια. Μια ανοσοκατεσταλμένη γυναίκα από την πολιτεία της Ουάσιγκτον προσβλήθηκε και αργότερα πέθανε από πνευμονία εξαιτίας της ιλαράς[155].

Μέχρι τον Ιούλιο του 2016, μια έξαρση της νόσου διάρκειας τριών μηνών που επηρέασε τουλάχιστον 22 ανθρώπους, εξαιτίας ανεμβολίαστων υπαλλήλων στο Eloy της Αριζόνα, όπου βρίσκεται το κέντρο κράτησης, Μετανάστευσης και Τελωνειακής Επιβολής (ICE) που ανήκει στον κερδοσκοπικό φορέα της φυλακής CoreCivic. Ο υγειονομικός διευθυντής της Κομητείας Pinal θεώρησε πως η έξαρση πιθανότατα προήλθε από μετανάστη, παρόλο που οι κρατούμενοι είχαν εμβολιαστεί. Ωστόσο, το να πειστούν οι υπάλληλοι της Core Civic να εμβολιαστούν ή να παρουσιάσουν αποδεικτικά ανοσίας ήταν πολύ πιο δύσκολο, όπως είπε[156].

Την άνοιξη του 2017 σημειώθηκε έξαρση ιλαράς στη Μινεσότα. Ως τις 16 Ιουνίου, 78 κρούσματα ιλαράς είχαν επιβεβαιωθεί στην πολιτεία, εκ των οποίων 71 ήταν ανεμβολίαστοι και 65 ήταν Σομαλο-Αμερικανοί[157][158][159][160][161]. Η επιδημία αποδόθηκε στα χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού μεταξύ Σομαλο-Αμερικανών παιδιών, η οποία φαίνεται να είχε την αφετηρία της το 2008, όταν Σομαλοί γονείς άρχισαν να εκφράζουν την ανησυχία τους για δυσανάλογα υψηλό αριθμό παιδιών προσχολικής αγωγής από τη Σομαλία στις τάξεις ειδικής αγωγής, όπου τους παρείχαν υπηρεσίες για Διαταραχές Αυτιστικού Φάσματος. Την ίδια περίπου περίοδο, ο ανυπόληπτος πρώην γιατρός Άντριου Γουέικφιλντ επισκέφθηκε τη Μινεάπολη και οργανώθηκε σε ομάδες αντιεμβολιαστών με σκοπό να προκαλέσει ανησυχίες ότι τα εμβόλια ήταν η αιτία του αυτισμού[162][163][164][165], παρά το γεγονός ότι πληθώρα μελετών δεν έδειξαν καμία σχέση μεταξύ του εμβολίου MMR και του αυτισμού[64].

Από το φθινόπωρο του 2018 έως τις αρχές του 2019, στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης ξέσπασε επιδημία με πάνω από 200 επιβεβαιωμένα κρούσματα ιλαράς. Πολλές από αυτές τις περιπτώσεις αποδόθηκαν σε υπερ-Ορθόδοξες εβραϊκές κοινότητες, εντός του Μπρούκλιν και της Κομητείας του Ρόκλαντ, με χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού. Ο πολιτειακός Επίτροπος Υγείας Χάουαρντ Ζούκερ δήλωσε πως ήταν η χειρότερη έξαρση ιλαράς που μπορεί να θυμηθεί τελευταία[166][167].

Τον Ιανουάριο του 2019, η πολιτεία της Ουάσινγκτον ανέφερε μια έξαρση με τουλάχιστον 73 επιβεβαιωμένα κρούσματα, τα περισσότερα εκ των οποίων καταγράφηκαν στην Κομητεία Κλαρκ, η οποία έχει και τα υψηλότερα ποσοστά μη εμβολιασμένων σε σύγκριση με την υπόλοιπη πολιτεία. Αυτό οδήγησε τον κυβερνήτη Τζέι Ίνσλι να κηρύξει την πολιτεία σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και ταυτόχρονα το πολιτειακό Κογκρέσο να θεσπίσει νομοθεσία που απαγόρευσε τις εξαιρέσεις από τον εμβολιασμό για προσωπικούς ή φιλοσοφικούς λόγους[168][169][170][171][172][173].

Ουαλία, ιλαρά (2013–)

Το 2013 εμφανίστηκε επιδημία ιλαράς στην ουαλική πόλη Σουόνσι. Αναφέρθηκε ένας θάνατος. Ορισμένες εκτιμήσεις δείχνουν ότι ενώ το 1995 ο εμβολιασμός με MMR σε παιδιά δύο ετών στην Ουαλία ήταν στο 94%, έως το 2003 είχε μειωθεί στο 67,5% στο Σουόνσι, πράγμα που σημαίνει ότι στην περιοχή υπήρχε μια «ευάλωτη» ηλικιακή ομάδα[174]. Το περιστατικό αυτό έχει συνδεθεί με τη διαμάχη για το εμβόλιο MMR, η οποία έκανε έναν σημαντικό αριθμό γονέων να φοβούνται να επιτρέψουν στα παιδιά τους να κάνουν αυτό το εμβόλιο[α]. Στις 5 Ιουνίου 2017 σημειώθηκε νέα επιδημία ιλαράς στην Ουαλία, στο Λύκειο Lliswerry στην πόλη του Νιούπορτ[176].

Ηνωμένες Πολιτείες, τέτανος

Τα περισσότερα κρούσματα παιδιατρικού τετάνου στις ΗΠΑ εμφανίζονται σε μη εμβολιασμένα παιδιά[177]. Στο Όρεγκον, το 2017, ένα μη εμβολιασμένο αγόρι είχε ένα τραύμα στο τριχωτό της κεφαλής του, το οποίο έδεσαν οι γονείς του. Το αγόρι μεταφέρθηκε αργότερα σε νοσοκομείο με τέτανο. Έμεινε 47 ημέρες στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ICU) και συνολικά 57 ημέρες στο νοσοκομείο, καθώς και δυόμιση εβδομάδες αναγκαίας αποκατάστασης κατόπιν. Παρά ταύτα, οι γονείς του δεν δέχτηκαν τη χορήγηση αντιτετανικών ή άλλων εμβολίων[178]. Λόγω προσωπικών δεδομένων, απαγορεύτηκε η γνωστοποίηση του ποιός κατέβαλε το κόστος, το οποίο υπερέβη τα 80.000 δολάρια ΗΠΑ[179].

Ρουμανία (2016 – σήμερα)

Ο Οβίδιου Κοβάκιου εξηγεί πώς το ρουμανικό αντιεμβολιαστικό κίνημα απειλεί την Ευρώπη (2017)

Από τον Σεπτέμβριο του 2017, επιδημία ιλαράς παρουσιάστηκε σε όλη την Ευρώπη, ιδίως στην Ανατολική. Στη Ρουμανία υπήρξαν περίπου 9300 κρούσματα και 34 νεκροί (όλοι ανεμβολίαστοι)[180]. Προηγήθηκε, το 2008, δημόσια διαμάχη σχετικά με το εμβόλιο HPV. Το 2012, η γιατρός Christa Todea-Gross δημοσίευσε ένα δωρεάν βιβλίο με δυνατότητα λήψης στο διαδίκτυο, το οποίο περιείχε παραπληροφόρηση σχετικά με τον εμβολιασμό από το εξωτερικό. Το βιβλίο μεταφράστηκε στα ρουμανικά, γεγονός που βοήθησε σημαντικά την ανάπτυξη του αντιεμβολιαστικού κινήματος. Η κυβέρνηση της Ρουμανίας κήρυξε επίσημα επιδημία ιλαράς τον Σεπτέμβριο του 2016 και ξεκίνησε ενημερωτική εκστρατεία για να ενθαρρύνει τους γονείς να εμβολιάσουν τα παιδιά τους. Μέχρι τον Φεβρουάριο του 2017, ωστόσο, το απόθεμα εμβολίων MMR είχε εξαντληθεί και οι γιατροί είχαν επιβαρυνθεί υπερβολικά. Γύρω στον Απρίλιο, το απόθεμα εμβολίων αποκαταστάθηκε. Μέχρι τον Μάρτιο του 2019, ο αριθμός των νεκρών είχε αυξηθεί σε 62, με 15.981 δηλωμένα κρούσματα[181].

Σαμόα, ιλαρά (2019)

Η επιδημία ιλαράς στη Σαμόα ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2019 και από τις 12 Δεκεμβρίου επιβεβαιώθηκαν 4.995 κρούσματα και 72 θάνατοι σε συνολικό πληθυσμό 201.316[182][183][184][185]. Στις 17 Νοεμβρίου κηρύχθηκε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, έκλεισαν όλα τα σχολεία, απαγορεύτηκε σε παιδιά κάτω των 17 ετών να συναθροίζονται δημόσια και κατέστη υποχρεωτικός ο εμβολιασμός[186]. Η UNICEF έστειλε 110.500 εμβόλια στη Σαμόα. Η Τόνγκα και τα Φίτζι κήρυξαν επίσης κατάσταση έκτακτης ανάγκης[187].

Η επιδημία αποδόθηκε σε απότομη πτώση του εμβολιασμού κατά της ιλαράς κατά το προηγούμενο έτος, μετά από ένα περιστατικό θνανάτου δύο βρεφών το 2018, λίγο μετά τη λήψη εμβολιασμών κατά της ιλαράς, γεγονός που οδήγησε τη χώρα να αναστείλει το πρόγραμμα εμβολιασμού κατά της ασθένειας[188]. Ο θάνατος των δύο βρεφών προκλήθηκε από λανθασμένη παρασκευή του εμβολίου από δύο νοσηλευτές, οι οποίοι ανέμειξαν σκόνη εμβολίου με αναισθητικό που είχε λήξει. Μετά τις 30 Νοεμβρίου, περισσότερα από 50.000 άτομα εμβολιάστηκαν από την κυβέρνηση της Σαμόα[189].

Αντιμετωπίζοντας τον αντιεμβολιασμό

Το αντιεμβολιαστικό κίνημα είναι δύσκολο στην αντιμετώπισή του και παραμένουν ασαφείς οι βέλτιστες στρατηγικές για την προσέγγισή του[190]. Πολλές παρεμβάσεις που έχουν σχεδιαστεί για την αντιμετώπιση των αντιεμβολιαστικών θεωριών έχουν βασιστεί στο μοντέλο ελλείμματος πληροφοριών[49]. Το μοντέλο αυτό βασίζεται στην υπόθεση ότι η αντιπαλότητα έναντι των εμβολίων οφείλεται στο ότι ο ευρύς πληθυσμός έχει έλλειψη των απαραίτητων πληροφοριών και επιδιώκει να του παράσχει τις πληροφορίες αυτές προκειμένου να επιλυθεί το πρόβλημα[49]. Παρά τις πολλές εκπαιδευτικές παρεμβάσεις που έχουν ακολουθήσει αυτή την προσέγγιση, υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που καταδεικνύουν ότι η παροχή περισσότερων πληροφοριών είναι συχνά αναποτελεσματική στο να αλλάξει την άποψη ενός αντιεμβολιαστή και μπορεί, στην πραγματικότητα, να έχει το αντίθετο αποτέλεσμα από το επιδιωκόμενο και να ενισχύσει περαιτέρω τις εσφαλμένες αντιλήψεις του[26][49].

Άντρας δείχνει τα κέρατα που του φύτρωσαν μετά τον εμβολιασμό. Αντιεμβολιαστική προπαγάνδα, περί το 1800.

Για την αλληλεπίδραση με αντιεμβολιαστές γονείς προτείνονται διάφορες στρατηγικές επικοινωνίας. Αυτές περιλαμβάνουν: διεξαγωγή διαλόγου με ειλικρίνια και σεβασμό, αναγνώριση των κινδύνων του εμβολίου αλλά την εξισορρόπησή τους με τον κίνδυνο της ασθένειας, παραπομπή των γονέων σε αξιόπιστες πηγές ενημέρωσης για τα εμβόλια και διατήρηση διαύλου επικοινωνίας με οικογένειες αντιεμβολιαστών[2]. Η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής συνιστά στους παρόχους υπηρεσιών υγείας να αντιμετωπίζουν άμεσα τις ανησυχίες των γονέων σχετικά με τα εμβόλια όταν ερωτώνται για την αποτελεσματικότητα και την ασφάλειά τους[124]. Άλλες προτάσεις περιλαμβάνουν την αίτηση άδειας για κοινή χρήση πληροφοριών, τη διατήρηση απλής συνομιλίας, όχι σε ύφος διάλεξης, τη μη σπατάλη υπερβολικού χρόνου στην αποδόμηση συγκεκριμένων μύθων (αυτό μπορεί να έχει το αντίθετο αποτέλεσμα και να ενισχύσει το μύθο στο μυαλό του ατόμου), την εστίαση στα γεγονότα και στην απλή αντιμετώπιση του μύθου ως ψεύδους και, τέλος, τη διατήρηση των πληροφοριών σε όσο πιο απλή μορφή γίνεται (εάν ο μύθος φαίνεται απλούστερος από την αλήθεια, μπορεί να είναι ευκολότερο για τους ανθρώπους να αποδεχθούν τον απλό μύθο)[49]. Η αφήγηση και οι ιστορίες (π.χ. για την απόφαση κάποιου να εμβολιάσει τα παιδιά του) μπορεί να αποτελέσουν ισχυρά επικοινωνιακά όπλα σε συζητήσεις σχετικά με την αξία του εμβολιασμού[49]. Ένας γενικός γιατρός στη Νέα Ζηλανδία χρησιμοποίησε ένα κόμικ, το Jenny & the Eddies, τόσο για να εκπαιδεύσει τα παιδιά σχετικά με τα εμβόλια, όσο και για να αντιμετωπίσει ανησυχίες ασθενών του μέσω ανοιχτών, μη απειλητικών διαλόγων με εμπιστοσύνη, καταλήγοντας στο ότι «Πάντα ακούω αυτό που έχει να πει ο κόσμος σε κάθε ζήτημα. Αυτό περιλαμβάνει την αντίθεση στον εμβολιασμό. Αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό εναρκτήριο βήμα για τη βελτίωση της θεραπευτικής σχέσης. Εάν πρόκειται να αλλάξω τη στάση κάποιου, πρώτα πρέπει να τους ακούσω και να παραμείνω ανοιχτόμυαλος[191]». Η αντιληπτή ισχύς της σύστασης, όταν παρέχεται από έναν πάροχο υπηρεσιών υγείας, φαίνεται επίσης να επηρεάζει την πρόσληψη, καθώς συστάσεις που θεωρούνται ως ισχυρότερες οδηγούν σε υψηλότερο βαθμό εμβολιασμού από ό,τι οι συστάσεις που γίνονται αντιληπτές ως ασθενείς[26].

Περιορισμένα αποδεικτικά στοιχεία δείχνουν ότι μια πιο πατερναλιστική ή υποθετική προσέγγιση («Ο γιος σας πρέπει να κάνει τρία εμβόλια σήμερα») είναι πιθανότερο να οδηγήσει στην αποδοχή των εμβολίων από τον ασθενή κατά τη διάρκεια μιας κλινικής επίσκεψης παρά μια συμμετοχική προσέγγιση («Τι θα θέλατε να κάνουμε με τα εμβόλια;») αλλά μειώνει την ικανοποίηση του ασθενή από την επίσκεψη[192]. Μια υποθετική προσέγγιση βοηθά στην εμπέδωση ότι πρόκειται για κανόνα[49]. Παρομοίως, σε μια έρευνα διαπιστώθηκε πως ο τρόπος με τον οποίο ανταποκρίνονται οι γιατροί στην αντίσταση των γονέων προς τα εμβόλια είναι σημαντικός[2]. Σχεδόν οι μισοί από τους αρχικά αρνητικούς προς το εμβόλιο γονείς αποδέχθηκαν τον εμβολιασμό όταν οι γιατροί επέμειναν στην αρχική τους σύσταση[49]. Τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών έχουν διαθέσει υλικό για να βοηθήσουν τους παρόχους υπηρεσιών υγείας στο να διαλεχθούν πιο αποτελεσματικά με γονείς σχετικά με τους εμβολιασμούς[193].

Οι γονείς ενδέχεται να διστάζουν να εμβολιάσουν τα παιδιά τους λόγω ανησυχιών σχετικά με τον πόνο του εμβολιασμού. Διάφορες στρατηγικές μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη μείωση του πόνου του παιδιού[124]. Αυτές περιλαμβάνουν τεχνικές απόσπασης της προσοχής (τροχοί ή σβούρες), τεχνικές βαθιάς αναπνοής, θηλασμό του παιδιού, λιχουδιές, γρήγορη χορήγηση του εμβολίου με κράτημα της αναπνοής, όρθια στάση του παιδιού, διέγερση της αφής, εφαρμογή αναισθητικών στο δέρμα και χορήγηση ως τελευταίου του πιο επώδυνου εμβολίου[124]. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ο αριθμός των εμβολίων που προσφέρονται σε μια συγκεκριμένη συνάντηση σχετίζεται με την πιθανότητα απόρριψής τους από τους γονείς (όσο περισσότερα εμβόλια προσφέρονται, τόσο μεγαλύτερη η πιθανότητα αναβολής του εμβολιασμού)[2]. Η χρήση συνδυαστικών εμβολίων για την προστασία από περισσότερες ασθένειες με λιγότερες ενέσεις μπορεί να καθησυχάσει τους γονείς[2]. Παρομοίως, η διαμόρφωση της συνομιλίας έτσι ώστε να δίνεται λιγότερη έμφαση στον αριθμό των ασθενειών έναντι των οποίων θα γίνει ο εμβολιασμός (π.χ. «θα κάνουμε δύο ενέσιμα εμβόλια και ένα από το στόμα») μπορεί να είναι πιο αποδεκτή στους γονείς αντί του «θα εμβολιάσουμε για επτά ασθένειες»[2].

Είναι ασαφές το αν οι παρεμβάσεις που αποσκοπούν στην εκπαίδευση των γονέων για τα εμβόλια βελτιώνουν το ποσοστό εμβολιασμού[192]. Δεν είναι επίσης σαφές το εάν η επίκληση του κοινού οφέλους ή της ανοσίας αγέλης αυξάνει την προθυμία των γονέων να εμβολιάσουν τα παιδιά τους[192]. Σε μια κλινική δοκιμή, μια εκπαιδευτική παρέμβαση που αποσκοπούσε να διαλύσει τις συνήθεις παρανοήσεις για το εμβόλιο της γρίπης μείωσε μεν τις εσφαλμένες αντιλήψεις των γονέων για τα εμβόλια, πλην όμως δεν βελτίωσε τα ποσοστά εμβολιασμών[192]. Στην πραγματικότητα, γονείς με σημαντικές ανησυχίες για τις ανεπιθύμητες ενέργειες των εμβολίων ήταν λιγότερο πιθανό να εμβολιάσουν τα παιδιά τους με το εμβόλιο της γρίπης μετά από αυτή την ενημέρωση[192]. Πολλαπλές πρωτοβουλίες που περιλαμβάνουν τη στόχευση μη επαρκώς εμβολιασμένων πληθυσμών, τη βελτίωση της διάθεσης των εμβολίων και της πρόσβασης σε αυτά, εκπαιδευτικές προσεγγίσεις καθώς και η υποχρεωτικότητα, μπορούν να βελτιώσουν τα ποσοστά εμβολιασμού[192] [194].

Η πολιτισμική ευαισθητοποίηση είναι σημαντικός παράγοντας για την κάμψη του αντιεμβολιαστικού κινήματος. Για παράδειγμα, ο δημοσκόπος Φρανκ Λουντς ανακάλυψε ότι για τους συντηρητικούς Αμερικανούς, η οικογένεια είναι μακράν το «πιο ισχυρό κίνητρο» για να εμβολιαστούν (πάνω από τη χώρα, την οικονομία, την κοινότητα, ή τους φίλους[195]). Ο Λουντς διαπίστωσε επίσης μια πολύ σαφή προτίμηση στον όρο «εμβόλιο» έναντί του όρου «ένεση»[195].

Συνιστάται στους παρόχους υπηρεσιών υγείας να συμβουλεύουν τους γονείς να αποφεύγουν δική τους έρευνα στο Διαδίκτυο, καθώς πολλοί ιστότοποι περιέχουν σημαντική παραπληροφόρηση[2]. Είναι κάτι που κάνουν πολλοί γονείς και καταλήγουν συχνά μπερδεμένοι, απογοητευμένοι και αβέβαιοι για το ποιες πηγές πληροφόρησης είναι αξιόπιστες[49]. Περαιτέρω συστάσεις περιλαμβάνουν την εισαγωγή των γονέων στη σημασία του εμβολιασμού όσο το δυνατόν νωρίτερα από την αρχική επίσκεψη του παιδιού, την παρουσίαση στους γονείς πληροφοριών ασφαλείας σχετικά με τα εμβόλια κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στην αίθουσα αναμονής του παιδιάτρου και τη χρήση των ανοικτών προγεννητικών εκδηλώσεων και των επισκέψεων στους θαλάμους μητρότητας μετά τον τοκετό ως ευκαιρίες εμβολιασμού[2].

Τόσο δημόσιες αρχές υγείας, όσο και ομάδες αντιεμβολιαστών αγοράζουν διαδικτυακή διαφήμιση, μέσω Facebook ή αλλού, για τους σκοπούς τους. Στις Ηνωμένες Πολιτείες η πλειοψηφία των αντιεμβολιαστικών διαφημίσεων στο Facebook τον Δεκέμβριο του 2018 και τον Φεβρουάριο του 2019 πληρώθηκε από μία από τις ακόλουθες ομάδες: Robert F. Kennedy Jr.'s Children's Health Defense και Stop Mandatory Vaccination. Το κοινό στο οποίο στόχευαν οι διαφημίσεις ήταν γυναίκες και νέα ζευγάρια και γενικά επισήμαιναν τους υποτιθέμενους κινδύνους των εμβολίων, ζητώντας παράλληλα δωρεές. Πολλές αντιεμβολιαστικές διαφημιστικές εκστρατείες στόχευαν επίσης σε περιοχές όπου κατά την ίδια περίοδο ήταν σε εξέλιξη επιδημίες ιλαράς. Η επίδραση των μεταγενέστερων αλλαγών στη διαφημιστική πολιτική του Facebook δεν έχει μελετηθεί[196][197].

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) δημοσίευσε το 2016 ένα έγγραφο, σκοπός του οποίου ήταν να βοηθήσει τους ειδικούς στο να απαντούν δημοσίως στους αντιεμβολιαστές. Ο ΠΟΥ συστήνει στους ειδικούς να βλέπουν ως το στόχο τους το ευρύ κοινό και όχι έναν μεμονωμένο αντιεμβολιαστή όταν συζητούν σε δημόσιο χώρο. Ο ΠΟΥ προτείνει επίσης στους ειδικούς να έχουν ως στόχο της συνομιλίας το να ξεσκεπάσουν τις τεχνικές που χρησιμοποιεί ο αρνητής των εμβολίων για να διασπείρει παραπληροφόρηση. Ο ΠΟΥ ισχυρίζεται ότι αυτό θα καταστήσει το κοινό πιο ανθεκτικό έναντι των αντιεμβολιαστικών τακτικών[198].

Προγράμματα κινήτρων

Διάφορες χώρες έχουν εφαρμόσει προγράμματα για την αντιμετώπισης του αρνητισμού προς τον εμβολιασμό. Αυτά περιλαμβάνουν κληρώσεις δώρων, λοταρίες και έπαθλα[199][200][201][202]. Στην πολιτεία της Ουάσιγκτον στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι αρχές έχουν δώσει το πράσινο φως σε αδειοδοτημένα ιατρεία κάνναβης να προσφέρουν δωρεάν τσιγάρα κάνναβης ως κίνητρο για τη λήψη του εμβολίου COVID-19, σε μια προσπάθεια που ονομάστηκε «Joints for Jabs[203]».

Στην Ελλάδα, τον Ιούλιο του 2021 ανακοινώθηκε κίνητρο αξίας 150 ευρώ υπό μορφή ψηφιακής κάρτας, εξαργυρώσιμης σε μεταφορές και πολιτιστικές εκδηλώσεις, για νέους ηλικίας 18 ως 25 ετών που θα εμβολιαστούν κατά της COVID-19. Το πρόγραμμα ονομάστηκε Freedom Pass[204].

Ιστορία

Ευλογιασμός

Αντιεμβολιαστική καρικατούρα από τον Τζέιμς Γκίλρεϊ, "The Cow-Pock" ή «Τα υπέροχα αποτελέσματα του νέου εμβολιασμού!» (1802)

Οι πρώτες προσπάθειες πρόληψης της ευλογιάς περιλάμβαναν τη σκόπιμη μόλυνση με την πιο ήπια μορφή του ιού (Variola Minor) με την προσδοκία ότι μια ήπια ασθένεια θα προκαλούσε ανοσία και θα απέτρεπε τη μόλυνση με τον Variola Major. Η τεχνική αυτή αρχικά ονομάστηκε εμβολιασμός (inoculation), αλλά αργότερα επικράτησε ο όρος «ευλογιασμός» (variolation), προκειμένου να αποφευχθεί η σύγχυση με τον εμβολιασμό της ευλογιάς, όταν αυτή επινοήθηκε από τον Έντουαρντ Τζέννερ. Η τεχνική του ευλογιασμού ήταν γνωστή στην Ινδία και την Κίνα ήδη από τα τέλη του 10ου αιώνα, αλλά χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στη Βόρεια Αμερική και την Αγγλία το 1721. Ο Αιδεσιμότατος Cotton Mather εφάρμοσε τον ευλογιασμό στη Βοστόνη κατά τη διάρκεια της επιδημίας ευλογιάς του 1721[205]. Παρά τις έντονες αντιδράσεις από την τοπική κοινωνία[206][207][208], ο Mather έπεισε τον Zabdiel Boylston να τη δοκιμάσει. Ο Boylston αρχικά πειραματίστηκε πάνω στον 6χρονο γιο του, τον δούλο του και τον γιο του δούλου του. Και οι τρεις μολύνθηκαν και αρρώστησαν για αρκετές ημέρες έως ότου η αρρώστια υποχώρησε και έγιναν καλά[205]. Στη συνέχεια ο Boylston ευλογίασε χιλιάδες κατοίκους της Μασαχουσέτης και πολλές περιοχές πήραν το όνομά του του ως αναγνώριση των αποτελεσμάτων. Η Λαίδη Μόνταγκιου εισήγαγε τον ευλογιασμό για πρώτη φορά στην Αγγλία. Τον είχε δει να εφαρμόζεται στην Κωνσταντινούπολη το 1718, όταν ευλογιάστηκε ο γιός της από τον ιατρό Εμμανουήλ Τιμόνη υπό την εποπτεία του Charles Maitland[209]. Όταν επέστρεψε στην Αγγλία το 1721, ο Maitland ευλογίασε την κόρη της. Αυτό προκάλεσε ιδιαίτερο ενδιαφέρον και ο Sir Hans Sloane οργάνωσε τον ευλογιασμό κρατουμένων στις φυλακές του Newgate. Η προσπάθεια αυτή στέφθηκε με επιτυχία και, μετά από μια ακόμα σύντομη δοκιμή το 1722, δύο κόρες της Πριγκίπισσας της Ουαλίας Καρολίνας του Άνσμπαχ ευλογιάστηκαν χωρίς προβλήματα. Με αυτήν τη βασιλική έγκριση, η διαδικασία έγινε δημοφιλής κατά τις περιόδους που υπήρχε κίνδυνος επιδημίας ευλογιάς[210].

Σύντομα αναπτύχθηκαν θρησκευτικές αντιδράσεις κατά του ευλογιασμού/εμβολιασμού. Για παράδειγμα, το 1722 σε ένα κήρυγμα με τίτλο «Η επικίνδυνη και αμαρτωλή πρακτική του εμβολιασμού», ο Άγγλος θεολόγος Αιδεσιμότατος Έντμουντ Μάσεϊ υποστήριξε ότι οι ασθένειες στέλνονται από τον Θεό για να τιμωρηθεί η αμαρτία και ότι κάθε προσπάθεια πρόληψης της ευλογιάς μέσω του εμβολιασμού είναι μια «διαβολική πράξη[206]». Εκείνη την εποχή ήταν σύνηθες οι κήρυκες να εκδίδουν τα κηρύγματά τους, και αυτά διαβάζονταν συχνά από ένα ευρύ κοινό. Αυτό έγινε και με το κήρυγμα του Massey, του οποίου το κήρυγμα έφτασε στη Βόρεια Αμερική, όπου υπήρχε από νωρίς θρησκευτική αντιπολίτευση, ιδιαίτερα από τον John Williams. Ένας ακόμα σημαντικότερος πολέμιος ήταν ο Ουίλιαμ Ντάγκλας, απόφοιτος ιατρικής του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου και συνεργάτης της Βασιλικής Εταιρίας, ο οποίος είχε εγκατασταθεί στη Βοστώνη[210] :114–22.

Ο Έντουαρντ Τζέννερ

Εμβολιασμός κατά της ευλογιάς

Το 1798 ο Έντουαρντ Τζέννερ, ένας γιατρός στο Μπέρκλεϊ του Γκλωστερσάιρ, στην αγροτική Αγγλία, τροποποίησε τη μέθοδο του ευλογιασμού παίρνοντας υλικό προς εμβολιασμό όχι από νοσούντα άνθρωπο αλλά από εξανθήματα αγελάδας, ενός ιού που ανήκε στην ίδια οικογένεια με αυτόν της ευλογιάς και προκαλούσε την ασθένεια του δαμαλισμού (cowpox) στις αγελάδες. Η διαδικασία ήταν πιο ασφαλής από την προηγούμενη και το άτομο δεν μετέδιδε την ασθένεια. Στη συνέχεια, ο ευλογιασμός περιορίστηκε και απαγορεύτηκε σε ορισμένες χώρες[211][212]. Όπως και με τον ευλογιασμό, υπήρξαν θρησκευτικές αντιδράσεις κατά του εμβολίου της ευλογιάς, αλλά αυτές εξισορροπήθηκαν σε ένα βαθμό από την υποστήριξη κληρικών όπως ο Αιδεσιμότατος Ρόμπερτ Φέριμαν, ο οποίος ήταν φίλος του Τζέννερ, και του Ρόλαντ Χιλ[210] :221, που όχι μόνο κήρυξαν υπέρ του εμβολιασμού, αλλά πραγματοποιούσαν εμβολιασμούς και οι ίδιοι. Υπήρξαν επίσης αντιδράσεις από ορισμένους ευλογιαστές που είδαν τον εμβολιασμό με ανταγωνιστικό μάτι. Ο Ουίλιαμ Ρόλεϊ δημοσίευσε απεικονίσεις παραμορφώσεων που υποτίθεται ότι προκαλούσε ο εμβολιασμός, όπως φαίνεται και στην καρικατούρα του Τζέιμς Γκίλρεϊ (παραπάνω), ενώ ο Μπέντζαμιν Μόζελι παρομοίασε τον ιό του δαμαλισμού με τη σύφιλη, ξεκινώντας μια διαμάχη που θα κρατούσε έως τον 20ό αιώνα[210] :203–05.

Ο εξάχρονος Χένρι Ουίλκιν, ασθενής με ευλογιά, η οποία εξαλείφθηκε παγκοσμίως ως αποτέλεσμα των υποχρεωτικών εμβολιασμών

Υπήρχαν εύλογες ανησυχίες από υποστηρικτές του εμβολιασμού σχετικά με την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητά του, αλλά αυτές επισκιάστηκαν από τη γενική κατακραυγή, ιδίως όταν άρχισε να καθιερώνεται νομοθετικά ο υποχρεωτικός εμβολιασμός. Η αιτία αυτών των αντιδράσεων ήταν ότι ο εμβολιασμός ξεκίνησε πριν την ανάπτυξη των εργαστηριακών μεθόδων ελέγχου της παραγωγής και καταγραφής των επιπτώσεων[213]. Το εμβόλιο μεταφερόταν αρχικά από το μπράτσο ενός εμβολιασμένου στο μπράτσο του επόμενου και αργότερα ξεκίνησε η παραγωγή του στο δέρμα ζώων. Υπό αυτές τις συνθήκες, η βακτηριολογική στειρότητα ήταν αδύνατη. Επιπλέον, έως το τέλος του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ού δεν υπήρχαν μέθοδοι αναγνώρισης πιθανών παθογόνων. Αργότερα αποδείχθηκε ότι μέσω του εμβολιασμού είχαν μεταδοθεί ασθένειες όπως για παράδειγμα ερυσίπελας, φυματίωση, τέτανος και σύφιλη. Το τελευταίο, αν και σπάνιο – εκτιμάται σε 750 περιπτώσεις σε 100 εκατομμύρια εμβολιασμούς[214] – προκάλεσε μεγάλο ενδιαφέρον. Πολύ αργότερα, ο Τσαρλς Κρέιτον, ένας από τους σημαντικότερους αντιεμβολιαστές, υποστήριξε ότι το ίδιο το εμβόλιο προκαλούσε σύφιλη και έγραψε ένα βιβλίο για το θέμα αυτό[215]. Στη συνέχεια, καθώς άρχισαν να εμφανίζονται κρούσματα ευλογιάς σε εμβολιασμένα άτομα, οι υποστηρικτές του εμβολιασμού επισήμαναν ότι τα κρούσματα αυτά παρουσίαζαν συνήθως ήπια συμπτώματα και εμφανίζονταν αρκετά χρόνια μετά τον εμβολιασμό. Με τη σειρά τους, οι αντίπαλοι του εμβολιασμού επεσήμαναν ότι αυτό ερχόταν σε αντίθεση με την πεποίθηση του Τζέννερ ότι ο εμβολιασμός παρείχε πλήρη προστασία[213] :17–21. Οι απόψεις των αντιεμβολιαστών, ότι ο εμβολιασμός ήταν επικίνδυνος και αναποτελεσματικός, οδήγησαν στη δημιουργία δυναμικών αντιεμβολιαστικών κινημάτων στην Αγγλία όταν θεσπίστηκε νομοθεσία για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό.

Αγγλία

Λόγω των μεγαλύτερων κινδύνων που συνεπάγεται ο ευλογιασμός, η πρακτική αυτή απαγορεύτηκε στην Αγγλία με τον Νόμο περί Εμβολιασμού (Vaccination Act) του 1840, ο οποίος εισήγαγε επίσης τον δωρεάν εθελοντικό εμβολιασμό βρεφών. Στη συνέχεια, το βρετανικό Κοινοβούλιο ψήφισε διαδοχικούς νόμους για τη θέσπιση και εφαρμογή του υποχρεωτικού εμβολιασμού[216]. Με τον σχετικό νόμο του 1853 εισήχθη ο υποχρεωτικός εμβολιασμός, ο οποίος προέβλεπε πρόστιμα για τη μη συμμόρφωση και ποινή φυλάκισης για τη μη καταβολή τους. Με τον νόμο του 1867 επεκτάθηκε το ηλικιακό όριο στα 14 έτη και εισήχθη η επιβολή επανειλημμένων προστίμων για περιπτώσεις επανειλημμένης άρνησης εμβολιασμού για το ίδιο παιδί. Αρχικά, οι κανονισμοί περί εμβολιασμού οργανώνονταν από τους κατά τόπους Φύλακες των Νόμων περί Πτωχών (Poor Law Guardians) και σε πόλεις όπου υπήρχε έντονη αντίθεση στον εμβολιασμό, εκλέγονταν φίλα προσκείμενοι Φύλακες που δεν ασκούσαν διώξεις. Αυτό άλλαξε με τον νόμο του 1871, ο οποίος υποχρέωνε τους Φύλακες να αναλαμβάνουν δράση. Αυτό άλλαξε σημαντικά τη σχέση ανάμεσα στο κράτος και τους πολίτες και αυξήθηκαν οι οργανωμένες διαδηλώσεις[216]. Στο Keighley του Γιορκσάιρ, το 1876 οι Φύλακες συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν για μικρό διάστημα στο Κάστρο του Γιορκ, γεγονός που προκάλεσε μεγάλες διαδηλώσεις υπέρ των «Επτά του Keighley[217] :108–09». Τα κινήματα διαμαρτυρίας υπερέβαιναν τα κοινωνικά όρια. Το οικονομικό βάρος των προστίμων έπληττε περισσότερο την εργατική τάξη, από την οποία και προέρχονταν τα μεγαλύτερα πλήθη στις δημόσιες διαδηλώσεις[218]. Ενώσεις πολιτών και εκδοτικές προσπάθειες οργανώθηκαν από τις μεσαίες τάξεις και παρασχέθηκε στήριξη από διάσημα πρόσωπα, όπως ο Τζορτζ Μπερνάρντ Σω και ο Άλφρεντ Ράσελ Γουάλας, γιατροί όπως οι Charles Creighton και Edgar Crookshank, και μέλη του κοινοβουλίου όπως οι Jacob Bright και ο James Allanson Picton[216]. Μέχρι το 1885, με εκκρεμείς πάνω από 3.000 διώξεις στο Λέστερ, μια μαζική συγκέντρωση εκεί συγκέντρωσε πάνω από 20.000 διαδηλωτές[219].

Ο θάνατος ως εμβολιαστής. Προπαγανδιστική καταχώρηση της Ένωσης για την Κατάργηση του Υποχρεωτικού Εμβολιασμού (London Society for the Abolition of Compulsory Vaccination). Δεκαετία του 1880

Υπό την αυξανόμενη πίεση, η κυβέρνηση διόρισε μια Βασιλική Επιτροπή για τον Εμβολιασμό το 1889, η οποία δημοσίευσε έξι εκθέσεις μεταξύ 1892 και 1896 και την αναλυτική τους σύνοψη το 1898[220]. Οι προτάσεις της ενσωματώθηκαν στον Νόμο περί Εμβολιασμού (Vaccination Act) του 1898, ο οποίος προέβλεπε ξανά τον υποχρεωτικό εμβολιασμό, αλλά επέτρεπε εξαιρέσεις για λόγους συνείδησης με την υποχρέωση επίδειξης ενός πιστοποιητικού υπογεγραμμένου από δύο δημόσιους αξιωματούχους[11][216]. Αυτά δεν ήταν εύκολο να ληφθούν σε πόλεις όπου οι αξιωματούχοι υποστήριζαν τον υποχρεωτικό εμβολιασμό και μετά από νέες διαδηλώσεις, ένας νέος νόμος το 1907 επέτρεψε την εξαίρεση βάσει μιας απλής υπεύθυνης δήλωσης[219]. Αν και αυτό έλυσε το άμεσο πρόβλημα, οι νόμοι περί υποχρεωτικού εμβολιασμού παρέμεναν σε ισχύ και οι αντίπαλοί τους πίεζαν για την κατάργησή τους. Το σύνθημα «Όχι στον Υποχρεωτικό Εμβολιασμό» ήταν ένα από τα αιτήματα του Μανιφέστου του Εργατικού Κόμματος για τις Γενικές Εκλογές του 1900[221]. Αυτό υλοποιήθηκε με τυπικές διαδικασίες όταν ιδρύθηκε η Εθνική Υπηρεσία Υγείας (National Health Service) το 1948, με «σχεδόν αμελητέες» αντιδράσεις από τους υποστηρικτές του υποχρεωτικού εμβολιασμού[222].

Ο εμβολιασμός στην Ουαλία διέπετο από την αγγλική νομοθεσία, αλλά το σκωτσέζικο νομικό σύστημα διέφερε. Ο εμβολιασμός έγινε υποχρεωτικός στη Σκωτία μόλις το 1863 και η εξαίρεση για λόγους συνείδησης επετράπη μετά από έντονες διαδηλώσεις μόλις το 1907[213] :10–11.

Στα τέλη του 19ου αιώνα, το Λέστερ στο Ηνωμένο Βασίλειο βρέθηκε στο επίκεντρο της προσοχής λόγω του τρόπου διαχείρισης της ευλογιάς στην πόλη αυτή. Σημειώθηκε ιδιαίτερα έντονη αντίθεση στον υποχρεωτικό εμβολιασμό και οι ιατρικές αρχές έπρεπε να εργαστούν εντός αυτού του πλαισίου. Ανέπτυξαν έτσι ένα σύστημα που δεν χρησιμοποιούσε τον εμβολιασμό, αλλά βασιζόταν στη δημοσιοποίηση των περιστατικών, στην αυστηρή απομόνωση των ασθενών και των επαφών τους, και στη δημιουργία νοσοκομείων απομόνωσης[223]. Αυτό αποδείχθηκε αποτελεσματικό, αλλά προϋπέθετε την αποδοχή της υποχρεωτικής απομόνωσης έναντι του εμβολιασμού. Ο C. Killick Millard, αρχικά υποστηρικτής του υποχρεωτικού εμβολιασμού, διορίστηκε Ιατρικός Αξιωματούχος Υγείας (Medical Officer of Health) το 1901. Μετρίασε τις απόψεις του ως προς την υποχρεωτικότητα, αλλά ενθάρρυνε τις επαφές και το προσωπικό του να αποδεχθούν τον εμβολιασμό. Αυτή η προσέγγιση, που αναπτύχθηκε αρχικά λόγω της υπερβολικής αντίθεσης στην κυβερνητική πολιτική, έγινε γνωστή ως η Μέθοδος του Λέστερ[222][224]. Με τον καιρό έγινεγενικώς αποδεκτή ως ο πιο αποτελεσματικός τρόπος αντιμετώπισης των επιδημιών ευλογιάς και καταγράφηκε ως «ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα στην ιστορία του ελέγχου της ευλογιάς» από όσους συμμετείχαν εντονότερα στην επιτυχημένη Εκστρατεία Εξάλειψης της ευλογιάς του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Τα τελικά στάδια της εκστρατείας που αναφέρονται γενικά ως «περιορισμός επιτήρησης» (surveillance containment), οφείλονταν πολύ στη μέθοδο του Λέστερ[225][226].

Ηνωμένες Πολιτείες

Στις ΗΠΑ, ο Πρόεδρος Τόμας Τζέφερσον ενδιαφέρθηκε προσωπικά για τον εμβολιασμό, μαζί με τον επικεφαλής γιατρό της Βοστώνης Μπέντζαμιν Γουότερχαουζ. Ο Τζέφερσον ενθάρρυνε την ανάπτυξη τρόπων για τη μεταφορά εμβολιαστικού υλικού στις νότιες πολιτείες, που περιελάμβαναν μέτρα για την αποφυγή ζημιών από τη ζέστη, μια από τις κύριες αιτίες μη αποτελεσματικότητας των εμβολίων. Οι επιδημίες ευλογιάς είχαν περιοριστεί μέχρι το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, μια εξέλιξη που πιστώνεται κυρίως στον εμβολιασμό μεγάλου μέρους του πληθυσμού. Μετά από αυτή τη μείωση των κρουσμάτων ευλογιάς, μειώθηκαν και τα ποσοστά εμβολιασμού, οπότε η ασθένεια πήρε ξανά επιδημικό χαρακτήρα στο τέλος του 19ου αιώνα[227].

Μετά από μια επίσκεψη του επιφανούς Βρετανού αντιεμβολιαστή Ουίλιαμ Τεμπ στη Νέα Υόρκη το 1879, ιδρύθηκε η Αμερικανική Αντιεμβολιαστική Εταιρεία (Anti-Vaccination Society of America)[β][229]. Ο Σύνδεσμος για τη Μη Υποχρεωτικότητα του Εμβολιασμού της Νέας Αγγλίας (New England Anti-Compulsory Vaccination League) ιδρύθηκε το 1882, και ο Σύνδεσμος Αντιεμβολιαστών της Πόλης της Νέας Υόρκης (Anti-Vaccination League of New York City) το 1885[229]. Οι τακτικές που εφαρμόστηκαν στις ΗΠΑ ακολούθησαν σε μεγάλο βαθμό τις αντίστοιχες στην Αγγλία[230]. Ο εμβολιασμός στις ΗΠΑ ρυθμιζόταν από τις επιμέρους πολιτείες, όπου παρατηρήθηκε διαδοχικά υποχρεωτικότητα, αντιδράσεις και ανάκλησή της, όπως και στην Αγγλία[231]. Αν και η αντίδραση στον εμβολιασμό γενικά οργανώθηκε σε πολιτειακή βάση, τελικά έφτασε και στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ το 1905. Εκεί, στην υπόθεση Jacobson v. Massachusetts, το δικαστήριο έκρινε ότι οι πολιτείες έχουν την εξουσία να υποχρεώνουν τους κατοίκους σε εμβολιασμό έναντι της ευλογιάς κατά τη διάρκεια επιδημίας της ασθένειας[232].

Διαφημιστική καταχώρηση στον Τύπο της «Αμερικανικής Εταιρίας Αντιεμβολιασμού» (1902)

Ο πλούσιος ιδρυτής της Pittsburgh Plate Glass Company (σήμερα PPG Industries), Τζον Πίτκερν, αναδείχθηκε σε κύριο χρηματοδότη και ηγέτη του αμερικανικού αντιεμβολιαστικού κινήματος. Στις 5 Μαρτίου του 1907, στο Χάρισμπουργκ της Πενσυλβάνια, εκφώνησε έναν λόγο στην Επιτροπή Δημόσιας Υγείας και Υγιεινής της Γενικής Συνέλευσης της Πολιτείας επικρίνοντας τον εμβολιασμό[233]. Αργότερα χρηματοδότησε το Εθνικό Συνέδριο Αντιεμβολιαστών (National Anti-Vaccination Conference) που έλαβε χώρα στη Φιλαδέλφεια τον Οκτώβριο του 1908 και οδήγησε στη δημιουργία του Συνδέσμου Αντιεμβολιαστών Αμερικής (Anti-Vaccination League of America). Όταν ο σύνδεσμος συγκροτήθηκε αργότερα εκείνον τον μήνα, τα μέλη του επέλεξαν τον Πίτκερν ως τον πρώτο τους πρόεδρο[234].

Την 1η Δεκεμβρίου του 1911, ο Πίτκερν διορίστηκε από τον κυβερνήτη της Πενσυλβάνια Τζον Τένερ στην Πολιτειακή Επιτροπή Εμβολιασμού της Πενσυλβάνια (Pennsylvania State Vaccination Commission), στο πλαίσιο της οποίας συνέταξε μια λεπτομερειακή έκθεση με την οποία αντιτασσόταν έντονα στα συμπεράσματα της επιτροπής[234]. Έμεινε ένθερμος αντιεμβολιαστής μέχρι τον θάνατό του το 1916.

Βραζιλία

Τον Νοέμβριο του 1904, αντιδρώντας σε μακροχρόνια περίοδο ανεπαρκούς υγιεινής και ασθενειών, η οποία ακολουθήθηκε από μια εκστρατεία δημόσιας υγείας με επικεφαλής τον διάσημο Βραζιλιάνο αξιωματούχο δημόσιας υγείας Οσβάλντο Κρουζ, η οποία όμως δεν είχε εξηγηθεί επαρκώς, πολίτες και στρατιωτικοί ξεκίνησαν τη λεγόμενη Revolta da Vacina (εμβολιαστική επανάσταση) στο Ρίο ντε Τζανέιρο. Ταραχές ξέσπασαν την ημέρα που τέθηκε σε ισχύ ένας νόμος περί του εμβολιασμού. Ο εμβολιασμός συνιστούσε γι'αυτούς την πιο τρομακτική και πιο απτή πτυχή ενός σχεδίου δημόσιας υγείας που περιλάμβανε και άλλα μέτρα, όπως η αστική ανανέωση, στα οποία πολλοί αντιτάσσονταν επί χρόνια[235].

Μεταγενέστερα εμβόλια και αντιτοξίνες

Η αντίθεση στον εμβολιασμό κατά της ευλογιάς συνεχίστηκε τον 20ό αιώνα και ενισχύθηκε με την αμφισβήτηση των νέων εμβολίων και την εισαγωγή της θεραπείας για τη διφθερίτιδα με αντιτοξίνη. Η ένεση με ορό αλόγου στους ανθρώπους, όπως χρησιμοποιείται στην αντιτοξίνη, μπορεί να προκαλέσει υπερευαισθησία που συχνά αναφέρεται ως «ασθένεια του ορού». Επιπροσθέτως, η συνεχιζόμενη παραγωγή του εμβολίου κατά της ευλογιάς στα ζώα και η παραγωγή των αντιτοξινών στα άλογα έκανε τους δικαιωματιστές των ζώων να εναντιωθούν στον εμβολιασμό[236]. Η αντιτοξίνη κατά της διφθερίτιδας είναι ορός από άλογα που είχαν αναπτύξει ανοσία κατά της ασθένειας, και χρησιμοποιούταν για να θεραπεύσουν ανθρώπους παρέχοντας παθητική ανοσία. Το 1901, αντιτοξίνη από ένα άλογο ονόματι Jim μολύνθηκε με τέτανο και σκότωσε 13 παιδιά στο Σεντ Λούις του Μιζούρι. Το περιστατικό, μαζί με άλλους εννέα θανάτους από τέτανο λόγω μολυσμένων εμβολίων της ευλογιάς στη Νέα Υερσέη, οδήγησε στην ψήφιση ενός νόμου «περί ελέγχου βιολογικών» το 1902[237].

Ο Ρόμπερτ Κοχ ανέπτυξε τη φυματίνη το 1890. Εμβολιάζοντας άτομα που είχαν νοσήσει από φυματίωση στο παρελθόν, δημιουργούσε αντίδραση υπερευαισθησίας και χρησιμοποιείται ακόμα για να ανιχνευθούν όσοι έχουν μολυνθεί από την ασθένεια. Ωστόσο ο Κοχ χρησιμοποίησε τη φυματίνη ως εμβόλιο. Αυτό προκάλεσε σοβαρές αντιδράσεις και θανάτους ανθρώπων με λανθάνουσα φυματίωση, η οποία επανενεργοποιήθηκε από τη φυματίνη[238]. Αυτό ήταν μεγάλη αποτυχία για τους υποστηρικτές των νέων εμβολίων[213]:30–31. Τέτοια περιστατικά πετύχαιναν συνεχή δημοσιότητα περί τον εμβολιασμό και τις σχετικές διαδικασίες, η οποία μεγάλωνε καθώς μεγάλωνε ο αριθμός τους[239].

Το 1955, σε μια τραγωδία γνωστή ως περιστατικό Cutter, τα εργαστήρια Cutter παρήγαγαν 120.000 δόσεις εμβολίου Salk κατά της πολιομυελίτιδας, το οποίο από λάθος περιείχε κάποια ποσότητα ενεργού ιού πολιομυελίτιδας μαζί με ανενεργό ιό. Το εμβόλιο αυτό προκάλεσε 40.000 κρούσματα πολιομυελίτιδας, 53 περιπτώσεις παράλυσης και 5 θανάτους. Η ασθένεια εξαπλώθηκε μέσω των οικογενειών εμβολιασμένων, πυροδοτώντας μια επιδημία πολιομυελίτιδας που οδήγησε σε περαιτέρω 113 περιπτώσεις παραλυτικής πολιομυελίτιδας και 5 ακόμη θανάτους. Ήταν μια από τις χειρότερες φαρμακευτικές κρίσεις στην ιστορία των ΗΠΑ[240].

Μεταγενέστερα γεγονότα του 20ού αιώνα περιλάμβαναν την εκπομπή «DPT: Ρουλέτα εμβολίων» το 1982, η οποία ξεκίνησε τη δημόσια συζήτηση σχετικά με τα εμβόλια DPT[241], και τη δημοσίευση, το 1998, ενός ψευδούς ακαδημαϊκού άρθρου από τον Άντριου Ουέικφιλντ[242], το οποίο πυροδότησε τη διαμάχη για τα εμβόλια MMR. Επίσης πρόσφατα, το εμβόλιο κατά του ιού HPV συζητήθηκε λόγω ανησυχιών ότι θα ενθάρρυνε τη σεξουαλική επιθυμία αν δινόταν σε κορίτσια 11 και 12 ετών[243][244].

Τα επιχειρήματα εναντίων των εμβολίων τον 21ο αιώνα είναι συχνά παρόμοια με αυτά των αντιεμβολιαστών του 19ου αιώνα[11].

COVID-19

Εμβόλιο των Pfizer/BioNTech

Στα μέσα του 2020, μελέτες πάνω στο κατά πόσο θα ήταν πρόθυμος ο κόσμος να δεχτεί ένα δυνητικό εμβόλιο κατά της COVID-19 εκτίμησαν πως ένα 67% ή 80% των πολιτών στις ΗΠΑ θα το δεχόταν[245][246].

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ένα γκάλοπ του YouGov στις 16 Νοεμβρίου 2020 έδειξε πως το 42% ήταν πολύ πιθανό να δεχτεί το εμβόλιο και το 25% πως είναι αρκετά πιθανό (67% συνολική πιθανότητα), το 11% πως είναι πολύ απίθανο και το 10% αρκετά απίθανο (21% συνολικά) και το 12% πως δεν είναι σίγουροι[247]. Έχουν εκφραστεί αρκετοί λόγοι εξαιτίας των οποίων οι άνθρωποι ενδεχομένως να μην είναι πρόθυμοι να κάνουν το εμβόλιο κατά της COVID-19, όπως ανησυχίες για την ασφάλειά του, αυτοαντίληψη ότι οι ίδιοι είναι «χαμηλού ρίσκου», ή προβληματισμός συγκεκριμένα για το εμβόλιο των Pfizer- BioNTech. Το 8% των απρόθυμων να εμβολιαστούν λένε ότι αντιτίθενται στα εμβόλια συνολικά, ποσοστό που αποτελεί περίπου το 2% του συνολικού πληθυσμού της Βρετανίας[247].

Τον Δεκέμβριο του 2020 ένα γκάλοπ του IPSOS/World Economic Forum, στο οποίο συμμετείχαν 15 χώρες, ρωτούσε διαδικτυακά τους συμμετέχοντες εάν συμφωνούν με τη δήλωση: «Αν ένα εμβόλιο κατά τις COVID-19 ήταν διαθέσιμο, θα το έκανα». Τα χαμηλότερα ποσοστά συμφωνούντων βρέθηκαν στη Γαλλία (40%), στη Ρωσία (43%) και στη Νότιο Αφρική (53%). Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το 69% των συμμετεχόντων συμφώνησε με τη δήλωση. Τα ποσοστά ήταν ακόμα υψηλότερα στη Βρετανία (77%) και στην Κίνα (80%)[248][249].

Τον Μάρτιο του 2021 ένα γκάλοπ του NPR/PBS NewsHour/Marist βρήκε τη διαφορά ανάμεσα στους λευκούς και τους μαύρους Αμερικανούς να είναι στα όρια του στατιστικού λάθους, αλλά το 47% των υποστηρικτών του Τραμπ δήλωσαν πως θα αρνιόταν ένα εμβόλιο κατά της COVID-19, συγκριτικά με το 30% όλων των ενηλίκων[250]. Τον Μάιο του 2021, μια έκθεση με τίτλο «Παγκόσμιες στάσεις προς ένα εμβόλιο κατά της COVID-19» του Institute of Global Health Innovation και του Imperial College του Λονδίνου, η οποία περιλάμβανε λεπτομερή δεδομένα έρευνας από τον Μάρτιο μέχρι τον Μάιο του 2021 από 15 χώρες (Αυστραλία, Καναδάς, Δανία, Γαλλία, Γερμανία, Ισραήλ, Ιταλία, Ιαπωνία, Νορβηγία, Σιγκαπούρη, Νότιο Κορέα, Ισπανία, Σουηδία, Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ) βρήκε πως στις 13 από τις 15 χώρες περισσότεροι από το 50% των πολιτών ήταν θετικοί προς τα εμβόλια κατά της COVID-19. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το 87% των συμμετεχόντων απάντησαν πως εμπιστεύονται τα εμβόλια, γεγονός που έδειξε σημαντική αύξηση στην εμπιστοσύνη συγκριτικά με τα πρώιμα και τα λιγότερο αξιόπιστα γκάλοπ. Η έρευνα βρήκε επίσης ότι η εμπιστοσύνη ποικίλει στις διαφορετικές μάρκες εμβολίων, με αυτό της Pfizer- BioNtech να είναι το πιο αξιόπιστο σε όλες τις ηλικιακές ομάδες στις περισσότερες χώρες και ιδιαίτερα το πιο αξιόπιστο για τους κάτω των 65 ετών[251][252].

Γεωγραφική κατανομή του αντιεμβολιασμού

Ποσοστό του πληθυσμού που συμφωνεί ότι είναι καλό για τα παιδιά να κάνουν εμβόλια (2018)

Ο αντιεμβολιασμός αποτελεί όλο και περισσότερο θέµα ανησυχίας, κυρίως στις βιομηχανικές χώρες. Για παράδειγμα, σύμφωνα με μια μελέτη στην οποία συμμετείχαν γονείς στην Ευρώπη, ποσοστό 12-28% των ερωτηθέντων γονέων εξέφρασαν αμφιβολίες για τον εμβολιασμό των παιδιών τους[253]. Αρκετές έρευνες έχουν αξιολογήσει κοινωνικο-οικονομικούς και πολιτιστικούς παράγοντες που συνδέονται με την αρνητική στάση απέναντι στον εμβολιασμό. Και η υψηλή και η χαμηλή κοινονικοοικονομική θέση, όπως και τα υψηλά και χαμηλά επίπεδα εκπαίδευσης έχουν σχετιστεί αντιεμβολιαστικές αντιλήψεις σε διαφορετικούς πληθυσμούς[124][254][255][256][257][258][259]. Σύμφωνα με άλλες μελέτες που εξέτασαν διάφορους πληθυσμούς σε διαφορετικές χώρες σε όλο τον κόσμο, τόσο η υψηλή, όσο και η χαμηλή κοινονικοοικονομική θέση σχετίζονται με τη διστακτικότητα απέναντι στον εμβολιασμό[3]. Σύμφωνα με μια αυστραλιανή μελέτη που εξέτασε τους παράγοντες που συνδέονται με στάσεις απέναντι στον εμβολιασμό και ποσοστά εμβολιασμού ξεχωριστά, ο υποεμβολιασμός συσχετίζεται µε πιο χαμηλή κοινονικοοικονομική θέση αλλά όχι με αρνητικές στάσεις απέναντι στα εμβόλια. Οι ερευνητές θεώρησαν ότι πρακτικά εμπόδια είναι πιο πιθανό να εξηγούν τον υποεμβολιασμό σε πληθυσμό ατόμων με πιο χαμηλή κοινονικοοικονομική θέση[256].

Μελέτες έχουν αποδείξει ότι τα παιδιά γονέων που αρνήθηκαν τα εμβόλια κοκκύτη, ανεμοβλογιάς και πνευμονιόκοκκου είναι 23 φορές πιο πιθανό να μολυνθούν από κοκκύτη, εννιά φορές πιο πιθανό να κολλήσουν ανεμοβλογιά και έξι φορές πιο πιθανό να νοσηλευθούν με σοβαρή πνευμονία από πνευμονικό στρεπτόκοκκο (πνευμονιόκοκκο)[49].

Επιπτώσεις σε θέματα πολιτικής

Πολλές μεγάλες ιατρικές ενώσεις, συμπεριλαμβανομένης της Εταιρείας Λοιμωδών Νοσημάτων της Αμερικής, της Αμερικανικής Ιατρικής Ένωσης και της Αμερικανικής Ακαδημίας Παιδιατρικής, υποστηρίζουν την κατάργηση όλων των μη ιατρικών απαλλαγών για τα παιδικά εμβόλια[124].

Ατομική ελευθερία

Οι πολιτικές υποχρεωτικού εμβολιασμού ήταν αμφιλεγόμενες για όσο υπήρχαν, με τους αντιπάλους τους να υποστηρίζουν ότι οι κυβερνήσεις δεν πρέπει να παραβιάζουν την ελευθερία του ατόμου να λαμβάνει ιατρικές αποφάσεις για τον εαυτό του ή τα παιδιά του, ενώ οι υποστηρικτές τους παραθέτουν τα τεκμηριωμένα οφέλη του εμβολιασμού για τη δημόσια υγεία[11][260]. Άλλοι υποστηρίζουν ότι για να μπορεί ο υποχρεωτικός εμβολιασμός να αποτρέπει αποτελεσματικά τη νόσηση, θα πρέπει να υπάρχουν όχι μόνο διαθέσιμα εμβόλια και πληθυσμός πρόθυμος να εμβολιαστεί, αλλά και επαρκές περιθώριο άρνησης του εμβολιασμού βάσει προσωπικών πεποιθήσεων[261].

Η πολιτική εμβολιασμού περιλαμβάνει περίπλοκα ηθικά ζητήματα, καθώς τα μη εμβολιασμένα άτομα είναι πιο πιθανό να προσβληθούν και να μεταδώσουν ασθένειες σε άτομα με ασθενέστερο ανοσοποιητικό σύστημα, όπως μικρά παιδιά και ηλικιωμένους, αλλά και σε άλλα άτομα στα οποία το εμβόλιο δεν ήταν αποτελεσματικό. Ωστόσο, οι πολιτικές υποχρεωτικού εμβολιασμού εγείρουν ηθικά ζητήματα σχετικά με τα γονεϊκά δικαιώματα και τη συναίνεση κατόπιν ενημέρωσης[262].

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι εμβολιασμοί δεν είναι πραγματικά υποχρεωτικοί, αλλά συνήθως απαιτούνται προκειμένου τα παιδιά να πηγαίνουν σε δημόσια σχολεία. Από τον Ιανουάριο του 2021, πέντε Πολιτείες - Μισισίπι, Δυτική Βιρτζίνια, Καλιφόρνια, Μέιν και Νέα Υόρκη - έχουν καταργήσει τις απαλλαγές από την απαιτούμενη σχολική ανοσοποίηση λόγω θρησκευτικών ή φιλοσοφικών πεποιθήσεων[263].

Ποσοστό εμβολιασμένων παιδιών ενός έτους παγκοσμίως, ανά ασθένεια

Δικαιώματα των παιδιών

Ο Καθηγητής Βιοηθικής Άρθουρ Κάπλαν υποστηρίζει ότι τα παιδιά έχουν δικαίωμα πρόσβασης στην καλύτερη διαθέσιμη ιατρική περίθαλψη, συμπεριλαμβανομένων των εμβολίων, ανεξάρτητα από τη στάση των γονέων τους έναντι των εμβολίων, καθώς «επιχειρήματα σχετικά με την ιατρική ελευθερία και επιλογή έρχονται σε αντίθεση με τα ανθρώπινα και συνταγματικά δικαιώματα των παιδιών. Αν οι γονείς δεν τα προστατεύουν, οφείλουν να το κάνουν οι κυβερνήσεις[264][265].

Σύμφωνα με ανασκόπηση δικαστικών υποθέσεων από το 1905 έως το 2016, από τα εννέα δικαστήρια που έχουν εκδικάσει υποθέσεις σχετικά με το αν ο μη εμβολιασμός ενός παιδιού συνιστά παραμέληση, τα επτά έχουν κρίνει την άρνηση εμβολιασμού ως μορφή παραμέλησης ανηλίκων[266].

Για να αποφευχθεί η εξάπλωση μιας νόσου από ανεμβολίαστα άτομα, κάποια σχολεία και χειρουργεία αποκλείουν τα ανεμβολίαστα παιδιά, ακόμη και όταν δεν απαιτείται από το νόμο[267][268]. Η άρνηση των γιατρών να νοσηλεύσουν μη εμβολιασμένα παιδιά μπορεί να προκαλέσει βλάβη τόσο στο παιδί όσο και στη δημόσια υγεία και μπορεί να θεωρηθεί ανήθικη, αν οι γονείς δεν μπορούν να βρουν άλλον πάροχο υπηρεσιών υγείας για το παιδί[269]. Οι απόψεις στο θέμα αυτό διίστανται, με τη μεγαλύτερη επαγγελματική ένωση, την Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής, να λέει ότι ο αποκλεισμός των μη εμβολιασμένων παιδιών μπορεί να είναι μια επιλογή υπό αυστηρά καθορισμένες συνθήκες[124].

Θρησκεία

Δεδομένου ότι οι περισσότερες θρησκείες ξεκίνησαν πολύ πριν εφευρεθούν οι εμβολιασμοί, οι γραφές δεν αναφέρονται συγκεκριμένα στο θέμα του εμβολιασμού[2]. Ωστόσο, από τη πρώτη στιγμή που ξεκίνησαν οι εμβολιασμοί ξεκίνησαν και οι αντιδράσεις από θρησκευτικούς κύκλους. Όταν ο εμβολιασμός διαδόθηκε ευρέως, μερικοί χριστιανοί που αντιτίθονταν σε αυτούς υποστήριξαν ότι, εάν ο Θεός είχε αποφασίσει ότι κάποιος θα πέθαινε από ευλογιά, θα ήταν αμαρτία να αποτραπεί το θέλημα του Θεού με τον εμβολιασμό[206]. Η θρησκευτικής βάσεως αντίθεση συνεχίζεται μέχρι σήμερα, για διάφορους λόγους, αυξάνοντας τις ηθικές δυσκολίες όταν ο αριθμός των ανεμβολίαστων παιδιών δημιουργεί πρόβλημα σε ολόκληρο τον πληθυσμό[270]. Πολλές κυβερνήσεις επιτρέπουν στους γονείς να επιλέξουν να απέχουν από τους υποχρεωτικούς εμβολιασμούς των παιδιών τους για θρησκευτικούς λόγους. Μερικοί γονείς επικαλούνται ψευδώς θρησκευτικές πεποιθήσεις για να εξαιρεθούν τα παιδιά τους των εμβολιασμών[271].

Πολλοί ηγέτες της εβραϊκής κοινότητας υποστηρίζουν τον εμβολιασμό[272]. Ανάμεσα στους πρώτους ηγέτες της χασιδικής κοινότητας, ο ραβίνος Νάχμαν του Μπρέσλοφ (1772-1810) ήταν γνωστός για την κριτική του για τους γιατρούς και τις ιατρικές θεραπείες της εποχής του. Ωστόσο, όταν τα πρώτα εμβόλια εισήχθησαν με επιτυχία, δήλωσε: «Κάθε γονέας θα πρέπει να εμβολιάσει τα παιδιά του εντός των πρώτων τριών μηνών της ζωής του. Η αποτυχία να εμβολιαστούν τα παιδιά ισοδυναμεί με φόνο. Ακόμα κι αν οι γονείς ζουν μακριά από την πόλη και πρέπει να ταξιδέψουν κατά τη διάρκεια του μεγάλου κρύου του χειμώνα, θα πρέπει να εμβολιάσουν το παιδί τους πριν γίνει τριών μηνών[273]».

Ποσοστό του πληθυσμού που θεωρεί τον εμβολιασμό μη συμβατό με τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις (2015)

Παρότι η ζελατίνη που χρησιμοποιούν τα εμβόλια μπορεί να προέρχεται από πολλά ζώα, Εβραίοι και Μουσουλμάνοι μελετητές έχουν αποφανθεί ότι, αφού η ζελατίνη μαγειρεύεται και δεν καταναλώνεται ως τροφή, τα εμβόλια που περιέχουν ζελατίνη είναι αποδεκτά από τη θρησκεία[2]. Ωστόσο, το 2015 και ξανά το 2020, η πιθανή χρήση ζελατίνης με βάση χοίρους σε εμβόλια προκάλεσε θρησκευτικές ανησυχίες μεταξύ Μουσουλμάνων και Ορθοδόξων Εβραίων σχετικά με την κατάσταση χαλάλ ή κοσέρ πολλών εμβολίων, ανάμεσά τους και αυτά κατά της COVID-19[274]. Το Μουσουλμανικό Συμβούλιο της Βρετανίας αποφάνθηκε εναντίον της χρήσης του ενδορινικού εμβολίου κατά της γρίπης το 2019 λόγω της παρουσίας ζελατίνης στο εμβόλιο και θεωρεί ότι αυτά τα εμβόλια είναι μη χαλάλ (άρα θεωρούνται ακάθαρτα)[275].

Το 2018 κυκλοφόρησε στην Ινδία μεταξύ μουσουλμάνων ένα βίντεο διάρκειας τριών λεπτών που ισχυρίστηκε ότι το εμβόλιο MR-VAC κατά της ιλαράς και της ερυθράς ήταν μια «συνωμοσία της κυβέρνησης Μόντι και της παραστρατιωτικής οργάνωσης Rashtriya Swayamsevak Sangh» για να σταματήσει η αύξηση του πληθυσμού των μουσουλμάνων. Το βίντεο λήφθηκε από μια τηλεοπτική εκπομπή που αποκάλυψε το αβάσιμο των φημών[276]. Εκατοντάδες μεντρεσέδες στην πολιτεία του Uttar Pradesh αρνήθηκαν την άδεια σε ομάδες του τμήματος υγείας να χορηγήσουν εμβόλια λόγω των φημών αυτών που διαδόθηκαν μέσω της εφαρμογής WhatsApp[277].

Μερικοί Χριστιανοί έχουν αντιταχθεί στη χρήση κυτταρικών καλλιεργειών ορισμένων ιογενών εμβολίων και στο εμβόλιο του ιού της ερυθράς[278], με την αιτιολογία ότι προέρχονται από ιστούς που λαμβάνονται από θεραπευτικές αμβλώσεις που πραγματοποιήθηκαν τη δεκαετία του 1960. Η αρχή του διπλού αποτελέσματος, που διατυπώθηκε από τον Θωμά Ακινάτη, υποστηρίζει ότι οι ενέργειες με καλές και κακές συνέπειες είναι ηθικά αποδεκτές σε συγκεκριμένες περιστάσεις[279]. Βασισμένη σε αυτή την αρχή η σύνοδος των επισκόπων της καθολικής εκκλησίας διατύπωσε μία αμφιλεγόμενη άποψη για τα εμβόλια που προέρχονται από εμβρυϊκά κύτταρα, σύμφωνα με την οποία οι Καθολικοί έχουν «σοβαρή ευθύνη να χρησιμοποιούν εναλλακτικά εμβόλια και αν χρειαστεί να γίνουν αντιρρησίες συνείδησης», αλλά κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι είναι αποδεκτό για τους Καθολικούς να χρησιμοποιούν τα υπάρχοντα εμβόλια έως ότου γίνει διαθέσιμη μια εναλλακτική λύση[280].

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ορισμένοι γονείς επικαλούνται ψευδώς θρησκευτικές πεποιθήσεις για να αποφύγουν τον εμβολιασμό των παιδιών τους, ενώ το πραγματικό τους κίνητρο για αποφυγή εμβολιασμών είναι υποτιθέμενοι κίνδυνοι ασφάλειας των εμβολίων[281]. Για αρκετά χρόνια, μόνο το Μισισίπι, η Δυτική Βιρτζίνια και η Καλιφόρνια δεν παρείχαν θρησκευτικές εξαιρέσεις στον εμβολιασμό. Μετά την επιδημία ιλαράς του 2019, οι πολιτείες του Μέιν και της Νέας Υόρκης κατάργησαν τις θρησκευτικές τους εξαιρέσεις, ενώ η πολιτεία της Ουάσιγκτον τις κατήργησε μόνο για τον εμβολιασμό κατά της ιλαράς[282].

Σύμφωνα με δημοσκόπηση του Μαρτίου του 2021 που διενήργησε το πρακτορείο The Associated Press / NORC, ο σκεπτικισμός απέναντι στον εμβολιασμό είναι πιο διαδεδομένος μεταξύ των λευκών ευαγγελικών σε σχέση με άλλες ομάδες Αμερικανών πολιτών. Το σαράντα τοις εκατό των λευκών ευαγγελικών προτεσταντών δήλωσαν ότι δεν ήταν πιθανό να εμβολιαστούν κατά της COVID-19[283].

Εναλλακτική ιατρική

Πολλές μορφές εναλλακτικής ιατρικής βασίζονται σε φιλοσοφίες που αντιτίθενται στον εμβολιασμό (συμπεριλαμβανομένης της άρνησης της θεωρίας των μικροβίων) και έχουν επαγγελματίες που εκφράζουν την αντίθεσή τους. Κατά συνέπεια, η αύξηση της δημοτικότητας της εναλλακτικής ιατρικής στη δεκαετία του 1970 φύτεψε τον σπόρο για το σύγχρονο αντιεμβολιαστικό κίνημα[284]. Συγκεκριμένα, ορισμένα μέλη της χειροπρακτικής κοινότητας, όπως μερικοί ομοιοπαθητικοί και φυσιοπαθητικοί ανέπτυξαν αντιεμβολιαστική ρητορική[32]. Οι λόγοι για αυτήν την αρνητική άποψη ως προς τον εμβολιασμό είναι περίπλοκοι και βασίζονται, τουλάχιστον εν μέρει, στις πρώτες φιλοσοφίες που διαμόρφωσαν τα θεμέλια αυτών των ομάδων.

Χειροπρακτική

Παραδοσιακά, η χειροπρακτική αντιτάχθηκε σθεναρά στον εμβολιασμό, βασισμένη στην πεποίθηση ότι όλες οι ασθένειες μπορούν να εντοπιστούν σε αιτίες της σπονδυλικής στήλης και ως εκ τούτου δεν μπορούσαν να επηρεαστούν από εμβόλια. Ο Ντάνιελ Ντ. Πάλμερ (1845–1913), ιδρυτής της χειροπρακτικής, έγραψε: «Είναι το άκρον άωτο του παραλογισμού να πασχίζουμε «να προστατεύσουμε» κάθε άτομο από ευλογιά ή οποιαδήποτε άλλη ασθένεια εμβολιάζοντάς τα με ένα παλιοδηλητήριο ζώου». Ο εμβολιασμός παραμένει αμφιλεγόμενος εντός του επαγγέλματος. Τα περισσότερα κείμενα της χειροπρακτικής για τον εμβολιασμό εστιάζονται στις αρνητικές πτυχές του. Μια έρευνα του 1995 για τους αμερικανούς χειροπράκτες διαπίστωσε πως περίπου το ένα τρίτο πίστευε ότι δεν υπήρχε επιστημονική απόδειξη ότι η ανοσοποίηση προλαμβάνει την ασθένεια[285]. Ενώ η Καναδική Ένωση Χειροπρακτικής υποστηρίζει τον εμβολιασμό[286], μια έρευνα στην Αλμπέρτα το 2002 διαπίστωσε ότι το 25% των χειροπρακτών συμβούλευσε ασθενείς υπέρ και 27% κατά των εμβολιασμών σε αυτούς ή τα παιδιά τους[287].

Αν και τα περισσότερα κολλέγια χειροπρακτικής προσπαθούν να διδάξουν σχετικά με τον εμβολιασμό με τρόπο σύμφωνο με τα επιστημονικά στοιχεία, αρκετά έχουν προσωπικό που φαίνεται να τονίζει τις αρνητικές απόψεις[285]. Μια διατμηματική έρευνα του 1999-2000 σε δείγμα μαθητών του Canadian Memorial Chiropractic College, το οποίο δεν διδάσκει επισήμως αντι-εμβολιαστικές απόψεις, ανέφερε ότι οι μαθητές του τέταρτου έτους αντιτάχθηκαν στον εμβολιασμό πιο έντονα από τους μαθητές του πρώτου έτους, με το 29,4 % των μαθητών του τέταρτου έτους να εναντιώνονται στον εμβολιασμό[288]. Μια επαναληπτική μελέτη του 2011–12 μεταξύ των μαθητών του CMCC διαπίστωσε ότι οι στάσεις υπέρ του εμβολιασμού υπερίσχυαν σε μεγάλο βαθμό. Οι μαθητές ανέφεραν ποσοστά υποστήριξης που κυμαίνονταν από 84% έως 90%. Ένας από τους οργανωτές της έρευνας απέδωσε την αλλαγή στάσης στην έλλειψη προηγούμενης επιρροής μιας «υποομάδας μερικών χαρισματικών μαθητών που είχαν εγγραφεί στο CMCC εκείνη την εποχή, μαθητές που υπερασπίζονταν τις θέσεις του Πάλμερ που επιχειρηματολογούσε ενάντια στον εμβολιασμό[289]».

Πολιτικές θέσεις

Η Αμερικανική Ένωση Χειροπρακτικής και η Διεθνής Χειροπρακτική Ένωση υποστηρίζουν μεμονωμένες εξαιρέσεις από τους νόμους περί υποχρεωτικού εμβολιασμού[285]. Τον Μάρτιο του 2015, η Ένωση Χειροπρακτικής του Όρεγκον κάλεσε τον Άντριου Γουέικφιλντ, επικεφαλής συγγραφέα μιας ψευδο-έρευνας, να καταθέσει εναντίον του νόμου της Γερουσίας αριθ. 442[290], «ένα νομοσχέδιο που εξαλείφει τις μη ιατρικές εξαιρέσεις από τον νόμο σχολικής ανοσοποίησης του Όρεγκον[291]». Η Χειροπρακτική Ένωση της Καλιφόρνιας άσκησε πιέσεις κατά ενός νομοσχεδίου του 2015 για τον τερματισμό των εξαιρέσεων του εμβολιασμού λόγω πεποιθήσεων. Είχαν επίσης αντιταχθεί σε νομοσχέδιο του 2012 σχετικά με εξαιρέσεις εμβολιασμού[292].

Οποιοπαθητική

Αρκετές έρευνες έχουν δείξει ότι ορισμένοι επαγγελματίες της ομοιοπαθητικής, ιδιαίτερα οι ομοιοπαθητικοί χωρίς ιατρική εκπαίδευση, συμβουλεύουν τους ασθενείς να μην εμβολιαστούν[293]. Για παράδειγμα, μια έρευνα των εγγεγραμμένων ομοιοπαθητικών στην Αυστρία διαπίστωσε ότι μόνο το 28% αυτών θεωρούσε την ανοσοποίηση σημαντικό προληπτικό μέτρο και το 83% των ερωτηθέντων ομοιοπαθητικών στο Σίδνεϊ της Αυστραλίας, δεν πρότεινε τον εμβολιασμό[32]. Πολλοί επαγγελματίες φυσικοπαθητικοί αντιτίθενται επίσης στον εμβολιασμό.

Τα ομοιοπαθητικά «εμβόλια» (νοσώδη) είναι αναποτελεσματικά επειδή δεν περιέχουν κανένα δραστικό συστατικό και κατά συνέπεια δεν τονώνουν το ανοσοποιητικό σύστημα. Μπορούν να γίνουν επικίνδυνα εάν αντικαταστήσουν αποτελεσματικές θεραπείες[294]. Ορισμένες ιατρικές οργανώσεις έχουν αναλάβει δράση εναντίον των νοσωδών. Στον Καναδά, η επισήμανση στα νοσώδη ομοιοπαθητικά απαιτεί τη δήλωση: «Αυτό το προϊόν δεν είναι ούτε εμβόλιο ούτε εναλλακτική λύση στον εμβολιασμό[295]».

Οικονομικά συμφέροντα

Οι υποστηρικτές της εναλλακτικής ιατρικής έχουν οικονομικό όφελος από την προώθηση θεωριών συνωμοσίας περί των εμβολίων, μέσω της πώλησης αναποτελεσματικών, πλην όμως ακριβών φαρμάκων, συμπληρωμάτων και προγραμμάτων όπως η θεραπεία χηλικοποίησης και η υπερβαρική οξυγονοθεραπεία, που πωλούνται ως δήθεν ικανά να θεραπεύσουν τη «ζημία» που προκαλείται από τα εμβόλια[296]. Οι ομοιοπαθητικοί κερδίζουν ιδίως μέσω της προώθησης εγχύσεων νερού ή «νοσοδών», τα οποία κατά τους ισχυρισμούς τους έχουν «φυσικό» αποτέλεσμα παρεμφερές του εμβολίου[297]. Άλλες ομάδες που έχουν συμφέρον από την προώθηση αντιεμβολιακών θεωριών μπορεί να περιλαμβάνουν δικηγόρους και νομικές ομάδες που οργανώνουν συλλογικές αγωγές κατά των κατασκευαστών εμβολίων.

Αντιστρόφως, οι πάροχοι εναλλακτικών φαρμάκων κατηγορούν τη βιομηχανία εμβολίων ότι παρερμηνεύουν την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των εμβολίων, καλύπτουν και αποκρύπτουν πληροφορίες και επηρεάζουν τις αποφάσεις της πολιτικής υγείας για ίδιο οικονομικό όφελος[11]. Στα τέλη του 20ού αιώνα, τα εμβόλια ήταν ένα προϊόν με χαμηλά περιθώρια κέρδους[298] και ο αριθμός των εταιρειών που ασχολούνταν με την παρασκευή εμβολίων μειώθηκε. Εκτός από τα χαμηλά κέρδη και τους κινδύνους που σχετίζονται με την ευθύνη, οι κατασκευαστές εμβολίων παραπονούνταν για τις χαμηλές τιμές που κατέβαλε το CDC και άλλες κυβερνητικές υπηρεσίες των ΗΠΑ για εμβόλια[299]. Στις αρχές του 21ου αιώνα, η αγορά εμβολίων βελτιώθηκε σημαντικά με την έγκριση του εμβολίου Prevnar, μαζί με έναν μικρό αριθμό άλλων ακριβότερων εμβολίων ευρείας πώλησης, όπως το Gardasil και το Pediarix, καθένα από τα οποία είχε έσοδα άνω του 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων το 2008[298]. Παρά τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, τα εμβόλια αντιπροσωπεύουν σχετικά μικρό μέρος των συνολικών φαρμακευτικών κερδών. Μόλις το 2010, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας εκτιμούσε ότι τα εμβόλια αντιπροσωπεύουν το 2-3% των συνολικών πωλήσεων της φαρμακοβιομηχανίας[300].

Πόλεμος

Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν μια πολύ περίπλοκη παράδοση σχετικά με τον υποχρεωτικό εμβολιασμό, ιδίως όσον αφορά την επιβολή υποχρεωτικών εμβολιασμών τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό για την προστασία των Αμερικανών στρατιωτών σε περιόδους πολέμου. Υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες παραδείγματα θανάτων στρατιωτών που δεν οφείλονται σε πληγές μάχης αλλά από κάποια ασθένεια[301]. Μεταξύ πολέμων με υψηλό αριθμό θανάτων από ασθένειες είναι ο Εμφύλιος Πόλεμος, όπου περίπου 620.000 στρατιώτες πέθαναν από ασθένεια. Αμερικανοί στρατιώτες σε άλλες χώρες έχουν εξαπλώσει ασθένειες που επηρέασαν ολόκληρες κοινωνίες και συστήματα υγειονομικής περίθαλψης με λιμό και φτώχεια.

Ισπανο-Αμερικανικός πόλεμος

Ο Ισπανο-Αμερικανικός πόλεμος ξεκίνησε τον Απρίλιο του 1898 και έληξε τον Αύγουστο του 1898. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου οι Ηνωμένες Πολιτείες απέκτησαν τον έλεγχο της Κούβας, του Πουέρτο Ρίκο και των Φιλιππίνων από την Ισπανία. Ως στρατιωτική δύναμη αστυνόμευσης και ως αποικιστές, οι Ηνωμένες Πολιτείες υιοθέτησαν μια πολύ παρεμβατική προσέγγιση στη διαχείριση της υγειονομικής περίθαλψης, ιδίως των εμβολιασμών σε γηγενείς κατά την εισβολή και την κατάκτηση αυτών των χωρών[301]. Αν και ο ισπανο-αμερικανικός πόλεμος συνέβη κατά την εποχή της «βακτηριολογικής επανάστασης», όπου η γνώση της ασθένειας ενισχύθηκε από τη θεωρία των μικροβίων, περισσότερα από τα μισά θύματα στρατιωτών σε αυτόν τον πόλεμο προέρχονταν από ασθένειες. Χωρίς να το γνωρίζουν, οι Αμερικανοί στρατιώτες ενήργησαν ως παράγοντες μετάδοσης ασθενειών, επωάζοντας βακτήρια στα προχειροφτιαγμένα στρατόπεδά τους. Αυτοί οι στρατιώτες εισέβαλαν στην Κούβα, το Πουέρτο Ρίκο και τις Φιλιππίνες και συνέδεσαν τμήματα αυτών των χωρών που δεν είχαν συνδεθεί ποτέ πριν μεταξύ τους λόγω της χαμηλής πυκνότητας του πληθυσμού, προκαλώντας έτσι το ξέσπασμα επιδημιών. Η κινητικότητα των Αμερικανών στρατιωτών σε αυτές τις χώρες ενθάρρυνε τη νέα κινητικότητα ασθενειών που μόλυναν γρήγορα τους ντόπιους.

Το στρατιωτικό προσωπικό χρησιμοποίησε το ποίημα του Κίπλινγκ «The White Man's Burden» για να εξηγήσει τις ιμπεριαλιστικές ενέργειές τους στην Κούβα, τις Φιλιππίνες και το Πουέρτο Ρίκο και την ανάγκη των Ηνωμένων Πολιτειών να βοηθήσουν τους «μελανόχρωμους βαρβάρους[301]» να φτάσουν σε σύγχρονα υγειονομικά πρότυπα. Οι αμερικανικές ενέργειες στο εξωτερικό πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τον πόλεμο τόνισαν την ανάγκη για σωστές συνήθειες υγιεινής, ειδικά ανάμεσα στους ιθαγενείς. Οι ντόπιοι που αρνούνταν να συμμορφωθούν με τα αμερικανικά υγειονομικά πρότυπα και διαδικασίες κινδύνευαν με πρόστιμα ή φυλάκιση. Μία ποινή στο Πουέρτο Ρίκο περιελάμβανε πρόστιμο 10 δολαρίων για μη εμβολιασμό και επιπλέον πρόστιμο 5 δολαρίων για κάθε ημέρα που ένα άτομο συνέχιζε να μην εμβολιάζεται. Η άρνηση πληρωμής κατέληγε σε δέκα ή περισσότερες ημέρες φυλάκισης. Εάν ολόκληρα χωριά αρνούνταν την τρέχουσα στρατιωτική πολιτική δημόσιας υγείας, κινδύνευαν ανά πάσα στιγμή να καούν ολοσχερώς ώστε να διατηρηθεί η υγεία και η ασφάλεια των στρατιωτών από την ενδημική ευλογιά και τον κίτρινο πυρετό. Τα εμβόλια χορηγήθηκαν βίαια στους Πορτορικανούς, τους Κουβανούς και τους Φιλιππινέζους. Στρατιωτικό προσωπικό στο Πουέρτο Ρίκο παρείχε υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας που κατέληξαν σε στρατιωτικές διαταγές που έδωσαν εντολή εμβολιασμού για παιδιά πριν από την ηλικία των έξι μηνών και μια γενική εντολή εμβολιασμού. Μέχρι το τέλος του 1899 μόνο στο Πουέρτο Ρίκο, ο στρατός των ΗΠΑ και άλλοι προσέλαβαν ιθαγενείς εμβολιαστές που ονομάστηκαν «πρακτικοί» (practicantes) και οι οποίοι εμβολίασαν περίπου 860.000 ντόπιους σε περίοδο πέντε μηνών. Σε αυτήν την περίοδο ξεκίνησε στις Ηνωμένες Πολιτείες ένα κίνημα προς την επέκταση των ιατρικών πρακτικών που περιελάμβαναν την «τροπική ιατρική», σε μια προσπάθεια προστασίας της ζωής των στρατιωτών στο εξωτερικό.

Νοσοκομείο στο Βιετνάμ, 1967

Πόλεμος του Βιετνάμ

Κατά τη διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ, ο εμβολιασμός ήταν απαραίτητος για να πολεμήσουν οι στρατιώτες στο εξωτερικό. Επειδή η ασθένεια ακολουθεί τους στρατιώτες[302], έπρεπε να εμβολιαστούν για την πρόληψη της χολέρας, της γρίπης, της ιλαράς, της μηνιγγιτιδοκοκχαιμίας, της βουβωνικής πανώλης, της πολιομυελίτιδας, της ευλογιάς, του τετάνου, της διφθερίτιδας, του τυφοειδούς πυρετού, του τύφου και του κίτρινου πυρετού. Ωστόσο, οι ασθένειες που επικρατούσαν κυρίως στο Βιετνάμ εκείνη την εποχή ήταν η ιλαρά και η πολιομυελίτιδα. Αφού έφτασε στο Βιετνάμ, ο στρατός των Ηνωμένων Πολιτειών εφάρμοσε το «Στρατιωτικό Πρόγραμμα Βοήθειας για τη Δημόσια Υγεία[303]». Αυτό το πρόγραμμα δημόσιας υγείας ήταν μια κοινή ιδέα του Αμερικανικού Στρατού και της Κυβέρνησης του Βιετνάμ για τη δημιουργία ή επέκταση δημόσιων ιατρικών εγκαταστάσεων σε ολόκληρο το Νότιο Βιετνάμ[304]. Τοπικά χωριά στο Βιετνάμ εμβολιάστηκαν. Ο στρατός των Ηνωμένων Πολιτειών εξέτασε ασθενείς, διέθεσε φάρμακα, διένειμε ρούχα και τρόφιμα, και μάλιστα κυκλοφόρησε και προπαγάνδα σε μορφή κόμικς[305].

Πόλεμος της Πληροφορίας

Μια ανάλυση των τουίτς από τον Ιούλιο του 2014 έως τον Σεπτέμβριο του 2017 αποκάλυψε μια ενεργή εκστρατεία στο Twitter από τον Οργανισμό Έρευνας Διαδικτύου (IRA), μια ρωσική «φάρμα τρολ» που κατηγορείται για παρέμβαση στις εκλογές των ΗΠΑ το 2016, προκειμένου να σπείρει διαφωνίες σχετικά με την ασφάλεια των εμβολίων[306][307]. Η εκστρατεία χρησιμοποίησε εξελιγμένα «Twitter μποτ» για να ενισχύσει τα πολωτικά μηνύματα υπέρ και κατά των εμβολίων που περιείχαν το hashtag #VaccinateUS, που δημοσιεύτηκε από τα τρολ του IRA.

Η εμπιστοσύνη στα εμβόλια ποικίλλει ανάλογα με τον τόπο και το χρόνο και μεταξύ των διαφόρων εμβολίων. Το Πρόγραμμα Εμπιστοσύνης Εμβολίων του School of Hygiene & Tropical Medicine στο Λονδίνο το 2016 διαπίστωσε ότι η εμπιστοσύνη ήταν χαμηλότερη στην Ευρώπη από ό,τι στον υπόλοιπο κόσμο. Η άρνηση του εμβολίου MMR έχει αυξηθεί σε δώδεκα ευρωπαϊκά κράτη από το 2010. Το παραπάνω Πρόγραμμα δημοσίευσε μια έκθεση το 2018 αξιολογώντας τη διστακτικότητα για εμβολιασμό στο κοινό και των 28 κρατών-μελών της ΕΕ, ακόμη και μεταξύ των γενικών ιατρών σε δέκα από αυτά. Οι νεότεροι ενήλικες στην έρευνα είχαν λιγότερη εμπιστοσύνη στα εμβόλια από τους ηλικιωμένους. Η εμπιστοσύνη αυξήθηκε στη Γαλλία, την Ελλάδα, την Ιταλία και τη Σλοβενία από το 2015, αλλά είχε μειωθεί στην Τσεχία, τη Φινλανδία, την Πολωνία και τη Σουηδία. Το 36% των ιατρών που ρωτήθηκαν στην Τσεχία και το 25% αυτών στη Σλοβακία δεν συμφώνησαν ότι το εμβόλιο MMR ήταν ασφαλές. Οι περισσότεροι από τους γιατρούς δεν συνιστούσαν το εμβόλιο εποχικής γρίπης. Η εμπιστοσύνη στα εμβόλια ανάμεσα στον πληθυσμό συσχετίστηκε με την εμπιστοσύνη στα εμβόλια μεταξύ των γιατρών[308]. Μια μελέτη σε φοιτητές κολεγίου στις ΗΠΑ που δίσταζαν να εμβολιαστούν διαπίστωσε ότι μετά από συνεντεύξεις των φοιτητών αυτών σε επιζώντες από ασθένειες που μπορούσαν να προληφθούν από εμβόλιο, οι φοιτητές αυτοί είχαν περισσότερες πιθανότητες να αποκτήσουν εμπιστοσύνη στα εμβόλια από ό,τι μια ομάδα ελέγχου (control group)[309].

Οι αντιεμβολιαστές αναφέρονται συχνά σε δεδομένα που λαμβάνονται από το Σύστημα Αναφορών Ανεπιθύμητων Συμβάντων των Η.Π.Α. (VAERS). Πρόκειται για μια βάση δεδομένων με αναφορές ζητημάτων που σχετίζονται με εμβόλια, η οποία ήταν χρήσιμη για διερεύνηση, αλλά δεδομένου ότι οποιοσδήποτε ισχυρισμός μπορεί να εισαχθεί στο VAERS, τα δεδομένα της δεν είναι όλα αξιόπιστα. Αμφίβολοι ισχυρισμοί σχετικά με εμβόλια κατά της ηπατίτιδας Β, του HPV και άλλων ασθενειών έχουν πολλαπλασιαστεί με βάση την κατάχρηση δεδομένων από το VAERS[310].

Υποσημειώσεις και παραπομπές

Υποσημειώσεις

Παραπομπές

Περαιτέρω ανάγνωση