Ντονμπάς

γεωγραφική περιοχή στην ανατολική Ουκρανία

Το Ντονμπάς (Ρωσικά: Донба́сс, Ουκρανικά: Донба́с)[1][2] είναι μια ιστορική, πολιτιστική και οικονομική περιοχή στην Ουκρανία. Η λέξη «Ντονμπάς» είναι σύνθετη και σχηματίζεται από τις λέξεις λεκάνη και Ντονέτς (Ουκρανικά: Донецький басейн, μετάφραση Donetskyj basejn, Ρωσικά: Донецкий бассейн, Donetskij bassejn) και αναφέρεται στον ποταμό Ντονέτς που διέρχεται από αυτήν[3]. Μερικά από τα εδάφη του Ντονμπάς ελέγχονται από δύο ομάδες αυτονομιστών κατά τη διάρκεια του Ρωσο-Ουκρανικού Πολέμου, τις Λαϊκές Δημοκρατίες του Ντόνετσκ και του Λουχάνσκ.[4] [5][6] Το όνομα της λεκάνης άνθρακα είναι μια αναφορά στην κορυφογραμμή του Ντονέτς. Υπάρχουν πολυάριθμοι ορισμοί για την έκταση της περιοχής.[7]

Ο σύγχρονος ορισμός του Ντονμπάς στα ΜΜΕ

Ο πιο συνηθισμένος ορισμός που χρησιμοποιείται σήμερα αναφέρεται στις περιοχές Ντόνετσκ και Λουχάνσκ της Ουκρανίας, ενώ η ιστορική περιοχή εξόρυξης άνθρακα εξαιρεί τμήματα αυτών των δύο παραπάνω περιφερειών και περιλάμβανε περιοχές στην Περιφέρεια Ντνιπροπετρόβσκ και τη Νότια Ρωσία.[8] Μια ευρωπεριφέρεια με το ίδιο όνομα αποτελείται από τις περιφέρειες Ντόνετσκ και Λουχάνσκ στην Ουκρανία και την Περιφέρεια Ροστόφ στη Ρωσία.[9] Το Ντονμπάς αποτέλεσε το ιστορικό σύνορο μεταξύ του κοζακικού νομού της Ζαπορίζιας και των Κοζάκων του Ντον. Ήταν μια σημαντική περιοχή εξόρυξης άνθρακα από τα τέλη του 19ου αιώνα, όταν έγινε μια βαριά βιομηχανοποιημένη περιοχή.[10]

Τον Μάρτιο του 2014, μετά τις ουκρανικές διαδηλώσεις του 2013 και την Ουκρανική επανάσταση του 2014, μεγάλες περιοχές του Ντονμπάς ήταν επίκεντρο των αναταραχών στην Ουκρανία. Αυτή η αναταραχή εξελίχθηκε αργότερα σε πόλεμο μεταξύ των φιλορώσων αυτονομιστών που συνδέονται με τις αυτοαποκαλούμενες «Λαϊκές Δημοκρατίες» του Ντόνετσκ και του Λουχάνσκ, οι οποίες αναγνωρίζονται μόνο από τη Ρωσία[11] αλλά από κανένα άλλο μέλος των Ηνωμένων Εθνών. [12] Οι δύο δημοκρατίες υποστηρίζονται από τη Ρωσία, η οποία προμηθεύει τις δημοκρατίες με όπλα και πυρομαχικά, στρατιωτικές υπηρεσίες, υπηρεσίες ασφαλείας, μισθοφόρους και εθελοντές, ενάντια στην κυβέρνηση της Ουκρανίας. Η δε Ουκρανία εξοπλίζει κυρίως παραστρατιωτικές οργανώσεις και τα τάγματα Αζόφ που είναι κυρίως ναζιστικά, με συμβολή των αμερικανικών δυνάμεων και ευρωπαϊκών, και από το 2014 και έπειτα, δημιουργεί στρατιωτικές επιθέσεις προς τον πληθυσμό τού Ντονμπάς με αποτέλεσμα οι εχθροπραξίες να συνεχίζονται μέχρι και τον Μάιο του 2022. Την παρούσα κατάσταση τον κυρίως έλεγχο τον έχουν οι ρωσόφωνες δυνάμεις.

Πριν από τον πόλεμο, η πόλη του Ντόνετσκ (τότε η πέμπτη μεγαλύτερη πόλη της Ουκρανίας) θεωρούνταν η ανεπίσημη πρωτεύουσα του Ντονμπάς. Οι μεγάλες πόλεις (με πάνω από 100.000 κάτοικους) περιλάμβανουν το Λουχάνσκ, τη Μαριούπολη, τη Μακιγίβκα, τη Χόρλιβκα, το Κραματόρσκ, το Σλόβιανσκ, το Αλτσέβσκ, Σιεβιεροντονέτσκ και το Λίσιτσανσκ. Τώρα το Κραματόρσκ είναι το προσωρινό διοικητικό κέντρο της περιφέρειας Ντονέτσκ, ενώ το προσωρινό διοικητικό κέντρο της περιφέρειας Λουχάνσκ είναι το Σιεβιεροντονέτσκ. Από την πλευρά των αυτονομιστών, το Ντονέτσκ, η Μακιγίβκα και η Χόρλιβκα είναι οι μεγαλύτερες πόλεις στη Λαϊκή Δημοκρατία του Ντονέτσκ και το Λουχάνσκ και το Αλτσέφσκ στη Λαϊκή Δημοκρατία του Λουγκάνσκ.

Γεωγραφία

Υπάρχουν πολλές απόψεις και ορισμοί για την έκταση της περιοχής και τα όριά της δεν έχουν επισημανθεί ποτέ επισήμως. Ο συνηθέστερος ορισμός που χρησιμοποιείται σήμερα αναφέρεται στις περιφέρειες Ντόνετσκ και Λουχάνσκ της Ουκρανίας, ενώ η ιστορική περιοχή εξόρυξης άνθρακα απέκλεισε τμήματα αυτών των περιοχών και περιελάμβανε περιοχές στην περιφέρεια του Ντνιπροπετρόβσκ και τη νότια Ρωσία[13]. Ευρωπεριφέρεια με το ίδιο όνομα αποτελείται από τις περιφέρειες (ομπλάστ) Ντονέτσκ και Λουγκάνσκ στην Ουκρανία και την Περιφέρεια Ροστόφ στη Ρωσία[14]. Το Ντονμπάς ήταν το ιστορικό σύνορο μεταξύ του Ζαποριζιανών κοζάκων και των κοζάκων του Ντον. Ήταν σημαντική περιοχή εξόρυξης άνθρακα κατά τα τέλη του 19ου αιώνα, όταν και εξελίχθηκε σε ιδιαίτερα βιομηχανοποιημένη περιοχή[15].

Euromaidan

Τον Μάρτιο του 2014, μετά την Ουκρανική επανάσταση του 2014 που επικράτησαν ακροδεξιές δυνάμεις με την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Αμερικανών, μεγάλες περιοχές του Ντονμπάς βρέθηκαν στις δίνες αναταραχών και πολεμικών συγκρούσεων. Αυτή η αναταραχή εξελίχθηκε σε πόλεμο μεταξύ των φιλορώσων αυτονομιστών που συνδέονται με τις αυτοανακηρυχθείσες[16] λαϊκές Δημοκρατίες του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ και τη μετεπαναστατική ακροδεξιά κυβέρνηση της Ουκρανίας. Μέχρι τον συνεχιζόμενο πόλεμο, η Ντονμπάς ήταν η πιο πυκνοκατοικημένη από όλες τις περιοχές της Ουκρανίας εκτός από την πρωτεύουσα του Κιέβου. Η Ρωσική Ομοσπονδία αναγνώρισε τις αποσχισθείσες περιοχές ως ανεξάρτητο κράτος στις 21/2/2022 και ο πρόεδρος Πούτιν διέταξε να μεταβούν στρατιωτικές δυνάμεις στην περιοχή προκειμένου να διασφαλιστεί η ακεραιότητά του.

Πόλεις

Πριν από τον πόλεμο, η πόλη Ντονέτσκ (τότε η πέμπτη μεγαλύτερη πόλη της Ουκρανίας) θεωρήθηκε ανεπίσημη πρωτεύουσα του Ντομπάς. Στις μεγάλες πόλεις (άνω των 100.000 κατοίκων) περιλαμβάνονται επίσης οι Λουχάνσκ, Μαριούπολη και Κράματορσκ, προσωρινό διοικητικό κέντρο της περιοχής Ντονέτσκ.

Ιστορία

Σημαία του Διεθνές Κινήματος του Ντονμπάς, το οποίο ιδρύθηκε στις 18 Νοεμβρίου 1990 και διαλύθηκε το 2003
Χάρτης της Κουμανίας στην Ευρασία γύρω στο 1200
Χάρτης των αραιοκατοικημένων Άγριων Πεδίων τον 17ο αιώνα

Η περιοχή έχει κατοικηθεί εδώ και αιώνες από διάφορες νομαδικές φυλές όπως οι: Σκύθες, Αλανοί, Ούννοι, Βούλγαροι, Πετσενέγκοι, Κιπτσάκοι, Τουρκομογγόλοι, Τάταροι και Νογκάι. Η περιοχή που τώρα είναι γνωστή ως Ντονμπάς ήταν σε μεγάλο βαθμό ακατοίκητη μέχρι το δεύτερο μισό του 17ου αιώνα, όταν οι Κοζάκοι του Ντον ίδρυσαν τους πρώτους μόνιμους οικισμούς στην περιοχή.[17]

Η πρώτη πόλη στην περιοχή ιδρύθηκε το 1676, με το όνομα Σολάνογιε, το σημερινό Σολεντάρ, η οποία χτίστηκε για την εκμετάλλευση των νεοανακαλυφθέντων αποθεμάτων πετρώματος αλατιού. Παλαιότερα γνωστή ως Άγρια Πεδία, η περιοχή που λέγεται Ντονμπάς ήταν σε μεγάλο βαθμό υπό τον έλεγχο του Ουκρανικού Κοζάκικου Χετμανάτου και του Τουρκικού Χανάτου της Κριμαίας μέχρι το τέλος του 18ου αιώνα, όταν η Ρωσική Αυτοκρατορία κατέκτησε το Χετμανάτο και προσάρτησε το Χανάτο.[18]

Στα τέλη του 18ου αιώνα πολλοί Ρώσοι, Σέρβοι και Έλληνες μετανάστευσαν στην περιοχή. [19]

Η τσαρική Ρωσία ονόμασε τα κατακτημένα εδάφη «Νέα Ρωσία». Καθώς η Βιομηχανική Επανάσταση επικράτησε στην Ευρώπη, οι τεράστιοι πόροι άνθρακα της περιοχής, οι οποίοι ανακαλύφθηκαν το 1721, άρχισαν να αξιοποιούνται στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα.[20]

Όταν άρχισε η εκμετάλλευση των κοιτασμάτων άνθρακα, η περιοχή ονομάστηκε Ντονμπάς, από την «Ανθρακοφόρα ζώνη του Ντονέτς» (ουκρανικά: Донецький вугільний басейн‎‎, ρωσικά: Донецкий каменноугольный бассейн‎‎) αναφερόμενη στην περιοχή κατά μήκος του ποταμού Ντονέτς όπου βρέθηκαν τα περισσότερα από τα αποθέματα άνθρακα. Η άνοδος της βιομηχανίας άνθρακα οδήγησε σε μια πληθυσμιακή έκρηξη στην περιοχή, η οποία οδηγήθηκε σε μεγάλο βαθμό από Ρώσους αποίκους.[21] Η περιοχή διοικούνταν ως μέρος του Κυβερνείου Αικατερινοσλάβ.

Το Ντόνετσκ, η σημαντικότερη πόλη της περιοχής σήμερα, ιδρύθηκε το 1869 από τον Ουαλό επιχειρηματία Τζον Χιουζ στην τοποθεσία της παλιάς πόλης των Κοζάκων της Ζαπορόζιας, Ολεξαντρίβκα. Ο Χιουζ έχτισε ένα χαλυβουργείο και ίδρυσε πολλά ανθρακωρυχεία στην περιοχή. Η πόλη ονομάστηκε Γιουζόφκα (ρωσικά: Юзовка‎‎). Με την ανάπτυξη της Γιουζόφκα και παρόμοιων πόλεων, μεγάλες ποσότητες ακτημόνων αγροτών από κοντινές επαρχίες της Ρωσικής Αυτοκρατορίας κατέφθασαν στο Ντονμπάς αναζητώντας δουλειά.[3]

Σύμφωνα με τη Ρωσική Αυτοκρατορική Απογραφή του 1897, οι Ουκρανοί («Μικροί Ρώσοι», στην επίσημη αυτοκρατορική ορολογία) αποτελούσαν το 52.4% του πληθυσμού της περιοχής, ενώ οι Ρώσοι το 28.7%.[22] Οι Έλληνες, οι Γερμανοί, οι Εβραίοι και οι Τάταροι είχαν επίσης σημαντική παρουσία στο Ντονμπάς, ιδιαίτερα στην περιοχή της Μαριούπολης, όπου αποτελούσαν το 36,7% του πληθυσμού.[23] Παρόλα αυτά, οι Ρώσοι αποτελούσαν την πλειοψηφία του βιομηχανικού εργατικού δυναμικού. Οι Ουκρανοί κυριαρχούσαν στις αγροτικές περιοχές, αλλά οι πόλεις συχνά ήταν αμιγώς ρωσικές, καθώς είχαν αποικιστεί από Ρώσους που αναζητούσαν δουλειά στις βαριές βιομηχανίες της περιοχής.[24] Όσοι Ουκρανοί μετακόμισαν στις πόλεις για δουλειά αφομοιώθηκαν γρήγορα στη ρωσόφωνη εργατική τάξη.[25]

Σοβιετική εποχή

Ρωσική προπαγανδιστική αφίσα του 1921 που γράφει «Το Ντονμπάς είναι η καρδιά της Ρωσίας»

Τον Απρίλιο του 1918 στρατεύματα πιστά στη Λαϊκή Δημοκρατία της Ουκρανίας κατέλαβαν μεγάλο τμήμα της περιοχής.[26] Για ένα διάστημα, τα κυβερνητικά όργανα της ΛΔ Ουκρανίας λειτουργούσαν στο Ντονμπάς παράλληλα με τους αντίστοιχους Ρωσικής Προσωρινής Κυβέρνησης. Το Ουκρανικό Κράτος, ο διάδοχος της Ουκρανικής Λαϊκής Δημοκρατίας, μπόρεσε τον να θέσει την περιοχή υπό τον έλεγχό του τον επόμενο μήνα για σύντομο χρονικό διάστημα με τη βοήθεια των Γερμανών και Αυστροουγγρικών.[27]

Κατά τη διάρκεια του Ρωσικού Εμφυλίου Πολέμου 1917–22, ο Νέστορ Μάχνο, ο οποίος διοικούσε τον Επαναστατικό Αντάρτικο Στρατό της Ουκρανίας, ήταν ο δημοφιλέστερος ηγέτης στο Ντονμπάς.

Μαζί με άλλα εδάφη που κατοικούνταν από Ουκρανούς, το Ντονμπάς ενσωματώθηκε στην Ουκρανική Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία στον απόηχο του Ρωσικού Εμφυλίου Πολέμου. Οι Κοζάκοι στην περιοχή υποβλήθηκαν σε αποκοζακοποίηση κατά την περίοδο 1919-1921.[28] Οι Ουκρανοί στο Ντονμπάς επηρεάστηκαν βαριά από τον λιμό του Χολοντόμορ το 1932-33 και την πολιτική εκρωσισμού του Ιωσήφ Στάλιν. Καθώς οι περισσότεροι Ουκρανοί της περιοχής ήταν αγρότες της υπαίθρου, επωμίστηκαν το μεγαλύτερο βάρος της πείνας.[29][30]

Το Ντονμπάς επηρεάστηκε πολύ από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ενόψει του πολέμου, η περιοχή του Ντονμπάς κατακλύστηκε από τη φτώχεια και τις ελλείψεις τροφίμων. Οι πολεμικές προετοιμασίες είχαν ως αποτέλεσμα την παράταση της εργάσιμης ημέρας για τους εργάτες των εργοστασίων, ενώ όσοι παρέκκλιναν από τις υψηλές απαιτήσεις για την παραγωγή προϊόντων συλλαμβάνονταν.[31] Ο ηγέτης της Ναζιστικής Γερμανίας Αδόλφος Χίτλερ θεωρούσε τους πόρους του Ντονμπάς ως κρίσιμους για την επιτυχία της Επιχείρησης Μπαρμπαρόσα. Ως εκ τούτου, το Ντονμπάς υπέφερε υπό τη ναζιστική κατοχή το 1941 και το 1942.[32]

Χιλιάδες βιομηχανικοί εργάτες απελάθηκαν στη Γερμανία και χρησιμοποιήθηκαν παρά τη θέλησή τους στα εργοστάσια της Γερμανίας. Στη σημερινή Περιφέρεια Ντόνετσκ (τότε περιφέρεια Στάλινο) 279.000 άμαχοι σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια της κατοχής. Στην περιφέρεια Βοροσίλοφγκραντ, τη σημερινή Περιφέρεια Λουχάνσκ, σκοτώθηκαν 45.649.[33] Η στρατηγική επίθεση του Ντονμπάς το 1943 από τον Κόκκινο Στρατό είχε ως αποτέλεσμα την επιστροφή του Ντονμπάς στον σοβιετικό έλεγχο. Ο πόλεμος είχε αφήσει τον αντίκτυπό του, αφήνοντας την περιοχή κατεστραμμένη και ερημωμένη. Κατά την διάρκεια της ανοικοδόμησης του Ντονμπάς μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, μεγάλος αριθμός Ρώσων εργατών έφθασαν για να ξανακατοικήσουν την περιοχή, αλλάζοντας περαιτέρω την πληθυσμιακή ισορροπία. Το 1926, 639.000 Ρώσοι εθνικά διέμεναν στο Ντονμπάς.[34] Μέχρι το 1959, ζούσαν 2.5 εκατομμύρια Ρώσοι στο Ντονμπάς. Ο εκρωσισμός προωθήθηκε περαιτέρω από τις σοβιετικές εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις του 1958–59, οι οποίες οδήγησαν στη σχεδόν εξάλειψη όλων των ουκρανόφωνων σχολείων στο Ντονμπάς.[35][36] Στη σοβιετική απογραφή του 1989, το 45% του πληθυσμού του Ντονμπάς δήλωναν Ρώσοι.[37] Το 1990 ιδρύθηκε το διεθνές μέτωπο για το Ντονμπάς ως κίνημα κατά της ανεξαρτησίας της Ουκρανίας.

Μετά την ανεξαρτησία

Μνημείο αφιερωμένο στους Κοζάκους του Ντον στο Λουχάνσκ. Γράφει «Στους γιους της δόξας και της ελευθερίας»

Στο δημοψήφισμα του 1991 για την ανεξαρτησία της Ουκρανίας, το 83,9% των ψηφοφόρων στην Περιφέρεια του Ντονέτσκ και το 83,6% στην Περιφέρεια Λουχάνσκ υποστήριξαν την ανεξαρτητοποίηση της Ουκρανίας από τη Σοβιετική Ένωση. Η συμμετοχή ήταν 76,7% στην Περιφέρεια του Ντονέτσκ και 80,7% στην Περιφέρεια Λουχάνσκ.[38] Τον Οκτώβριο του 1991, ένα συνέδριο βουλευτών από όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης που εκπροσωπούσαν τις νοτιοανατολικές περιφέρειες της Ουκρανίας έλαβε χώρα στο Ντόνετσκ, όπου οι εκπρόσωποι ζήτησαν ομοσπονδιακή Ουκρανία.

Η οικονομία της περιοχής επιδεινώθηκε σοβαρά τα επόμενα χρόνια. Μέχρι το 1993, η βιομηχανική παραγωγή είχε καταρρεύσει και οι μισθοί είχαν μειωθεί κατά 80% από το 1990 και μετά. Το Ντονμπάς έπεσε σε κρίση, με πολλούς να κατηγορούν τη νέα κεντρική κυβέρνηση στο Κίεβο για κακοδιαχείριση και παραμέληση. Οι ανθρακωρύχοι του Ντονμπάς προχώρησαν σε απεργία το 1993, προκαλώντας μια σύγκρουση που περιέγραψε ο ιστορικός Λιούις Σίγκελμπαουμ ως «ένας αγώνας μεταξύ της περιοχής Ντονμπάς και της υπόλοιπης χώρας». Ένας ηγέτης της απεργίας δήλωσε ότι οι άνθρωποι του Ντονμπάς ψήφισαν υπέρ της ανεξαρτησίας επειδή ήθελαν «να δοθεί εξουσία στις τοποθεσίες, τις επιχειρήσεις, τις πόλεις», και όχι επειδή ήθελαν να μεταφερθεί η βαριά συγκεντρωτική εξουσία από τη «Μόσχα στο Κίεβο».

Αυτή η απεργία ακολουθήθηκε από ένα συμβουλευτικό δημοψήφισμα το 1994 για διάφορα συνταγματικά ζητήματα στις περιφέρειες του Ντόνετσκ και του Λουχάνσκ, το οποίο διεξήχθη ταυτόχρονα με τις πρώτες κοινοβουλευτικές εκλογές στην ανεξάρτητη Ουκρανία.[39] Αυτά τα ερωτήματα περιελάμβαναν εάν τα ρωσικά θα έπρεπε να ανακηρυχθούν επίσημη γλώσσα της Ουκρανίας, εάν τα ρωσικά θα έπρεπε να είναι η γλώσσα διοίκησης στις περιφέρειες του Ντόνετσκ και του Λουχάνσκ, εάν η Ουκρανία πρέπει να ομοσπονδιοποιηθεί και εάν η Ουκρανία πρέπει να έχει στενότερους δεσμούς με την Κοινοπολιτεία Ανεξάρτητων Κρατών.[40]

Σχεδόν το 90% των ψηφοφόρων ψήφισαν υπέρ αυτών των προτάσεων. Καμία από αυτές δεν υιοθετήθηκε: η Ουκρανία παρέμεινε ενιαίο κράτος, η Ουκρανική διατηρήθηκε ως η μόνη επίσημη γλώσσα και το Ντονμπάς δεν απέκτησε καμία αυτονομία.[41] Ωστόσο, οι απεργοί του Ντονμπάς κέρδισαν πολλές οικονομικές παραχωρήσεις από το Κίεβο, επιτρέποντας την άμβλυνση της οικονομικής κρίσης στην περιοχή.

Οι μικρές απεργίες συνεχίστηκαν κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, αν και τα αιτήματα για αυτονομία ξεθώριασαν. Ορισμένες επιδοτήσεις στις βαριές βιομηχανίες του Ντονμπάς καταργήθηκαν και πολλά ορυχεία έκλεισαν από την ουκρανική κυβέρνηση λόγω των μεταρρυθμίσεων που πίεσε η η Παγκόσμια Τράπεζα, με στόχο την απελευθέρωση της οικονομίας. Ο Λεονίντ Κούτσμα, ο οποίος είχε κερδίσει τις προεδρικές εκλογές του 1994 με την υποστήριξη των ψηφοφόρων του Ντονμπάς και άλλων περιοχών στην ανατολική Ουκρανία, επανεξελέγη Πρόεδρος της Ουκρανίας το 1999. Ο Πρόεδρος Κούτσμα έδωσε οικονομική βοήθεια στο Ντονμπάς, χρησιμοποιώντας χρήματα από αναπτυξιακά προγράμματα για να κερδίσει πολιτική υποστήριξη στην περιοχή. Η εξουσία στο Ντονμπάς συγκεντρώθηκε σε μια τοπική πολιτική ελίτ, τους λεγόμενους ολιγάρχες, στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Η ιδιωτικοποίηση των κρατικών βιομηχανιών οδήγησε σε ανεξέλεγκτη διαφθορά. Ο ιστορικός Χιροάκι Κουρομίγια περιέγραψε αυτήν την ελίτ ως τη «φυλή του Ντονμπάς», μια ομάδα ανθρώπων που έλεγχε την οικονομική και πολιτική εξουσία στην περιοχή. Τα σημαντικότερα μέλη αυτής της «φυλής» ήταν ο Βίκτορ Γιανουκόβιτς και ο Ρινάτ Αχμέτοφ. Ο σχηματισμός της ολιγαρχίας, σε συνδυασμό με τη διαφθορά, οδήγησε στον διαχωρισμό του Ντονμπάς ως «τη λιγότερο δημοκρατική και πιο απαίσια περιοχή στην Ουκρανία».

Το 2004 υπήρξε μια σύντομη προσπάθεια απόκτησης αυτονομίας από πολιτικούς και αξιωματούχους της παράταξης του Γιανουκόβιτς κατά τη διάρκεια της Πορτοκαλί Επανάστασης. Η λεγόμενη Αυτόνομη Δημοκρατία της Νοτιοανατολικής Ουκρανίας προοριζόταν να αποτελείται από εννέα νοτιοανατολικές περιφέρειες της Ουκρανίας. Το έργο ξεκίνησε στις 26 Νοεμβρίου 2004 από το Συμβούλιο της Περιφέρειας του Λουχάνσκ και διακόπηκε τον επόμενο μήνα από το Συμβούλιο της Περιφέρειας του Ντονέτσκ. Στις 28 Νοεμβρίου 2004, στο Σιεβιεροντονέτσκ, πραγματοποιήθηκε το λεγόμενο Πρώτο Πανουκρανικό Συνέδριο των Λαϊκών Αντιπροσώπων και των Αντιπροσώπων του Τοπικού Συμβουλίου, που οργανώθηκε από τους υποστηρικτές του Βίκτωρ Γιανουκόβιτς.[42][43]

Στο συνέδριο συμμετείχαν 3.576 εκπρόσωποι από 16 περιφέρειες της Ουκρανίας, της Κριμαίας και της Σεβαστούπολης, ισχυριζόμενοι ότι εκπροσωπούν πάνω από 35 εκατομμύρια πολίτες. Στο προεδρείο ήταν παρόντες ο δήμαρχος της Μόσχας Γιούρι Λουζκόφ και ένας σύμβουλος της Ρωσικής Πρεσβείας. Υπήρξαν εκκλήσεις για το διορισμό του Βίκτορ Γιανουκόβιτς ως Προέδρου της Ουκρανίας ή Πρωθυπουργού, για κήρυξη στρατιωτικού νόμου στην Ουκρανία, διάλυση της Βερχόβνα Ράντα, δημιουργία δυνάμεων αυτοάμυνας και για τη δημιουργία ενός ομοσπονδιακού Νοτιοανατολικού κράτους με πρωτεύουσά του στο Χάρκοβο.

Ο δήμαρχος του Ντόνετσκ, Ολεξάντρ Λουκιαντσένκο, ωστόσο, δήλωσε ότι κανείς δεν ήθελε αυτονομία, αλλά περισσότερο ήταν μια προσπάθεια για να σταματήσει η Πορτοκαλί Επανάσταση που γίνονταν εκείνη την εποχή στο Κίεβο, με στόχο να γίνει διαπραγμάτευση συμβιβασμού. Μετά τη νίκη της Πορτοκαλί Επανάστασης, ορισμένοι από τους διοργανωτές του συνεδρίου κατηγορήθηκαν για «παραβίαση της εδαφικής ακεραιότητας και του απαραβίαστου της Ουκρανίας», αλλά δεν καταδικάστηκαν.[44][45]

Κατά τη δεκαετία του 2000, σε άλλα μέρη της Ουκρανίας, το Ντονμπάς θεωρούνταν συχνά ως περιοχή με «κουλτούρα κακοποιών», ως «σοβιετικός βόθρος» και ως «οπισθοδρομική περιοχή». Γράφοντας στην εφημερίδα Νάροντνε σλόβο το 2005, ο σχολιαστής Βίκτορ Τκατσένκο έγραφε ότι το Ντονμπάς φιλοξενούσε τις «πέμπτες φάλαγγες» και ότι το να μιλάς ουκρανικά στην περιοχή «δεν είναι ασφαλές για την υγεία και τη ζωή κάποιου».[46] Παρουσιάστηκε επίσης ως η βάση του φιλορωσικού αυτονομισμού. Στο Ντονμπάς υπάρχει ένας σημαντικά μεγαλύτερος αριθμός πόλεων και χωριών που ονομάστηκαν από κομμουνιστές σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ουκρανία.[47] Παρά τη σημαντική προβολή αυτής της άποψης στα ουκρανικά ΜΜΕ, οι έρευνες που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της δεκαετίας και κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990 έδειξαν ισχυρή υποστήριξη για την παραμονή εντός της Ουκρανίας και ασήμαντη υποστήριξη στον αυτονομισμό.[48]

Δημογραφία

Επαρχίες με πλειοψηφία ρωσόφωνων στην Ουκρανία (απογραφή 2001)

Σύμφωνα με την απογραφή του 2001, οι Ουκρανοί αποτελούσαν το 58% του πληθυσμού της Περιφέρειας Λουχάνσκ και το 56,9% του πληθυσμού της Περιφέρειας του Ντόνετσκ. Οι Ρώσοι αποτελούν τη μεγαλύτερη μειονότητα, αντιπροσωπεύοντας το 39% και το 38,2% των κατοίκων των δύο περιφερειών αντίστοιχα.[49] Το σύγχρονο Ντονμπάς είναι ρωσόφωνη περιοχή. Σύμφωνα με την απογραφή του 2001, τα Ρωσικά είναι η κύρια γλώσσα του 74,9% των κατοίκων της Περιφέρειας του Ντονέτσκ και του 68,8% των κατοίκων της Περιφέρειας Λουχάνσκ.[50] Το ποσοστό των γηγενών Ρωσόφωνων είναι υψηλότερο από τους Ρώσους, επειδή ορισμένοι Ουκρανοί, οι περισσότεροι Έλληνες της περιοχής και σημαντικό μέρος από μέλη άλλων εθνικοτήτων αναφέρουν επίσης τα ρωσικά ως μητρική τους γλώσσα.

Οι κάτοικοι ρωσικής καταγωγής συγκεντρώνονται κυρίως στα μεγαλύτερα αστικά κέντρα. Τα Ρωσικά έγιναν η κύρια γλώσσα και η γλώσσα επικοινωνίας μεταξύ των λαών κατά τη διάρκεια της περιόδου της εκβιομηχάνισης, γεγονός που ενισχύθηκε από τη μετανάστευση πολλών Ρώσων, ιδιαίτερα από την Περιφέρεια Κουρσκ, σε νεοϊδρυθείσες πόλεις στο Ντονμπάς. Ένα θέμα συνεχιζόμενων ερευνητικών αντιπαραθέσεων, το οποίο συχνά διαψεύδεται σε αυτές τις δύο περιφέρειες, είναι η έκταση της αναγκαστικής μετανάστευσης και των θανάτων κατά τη σοβιετική περίοδο, η οποία επηρέασε ιδιαίτερα τους Ουκρανούς της υπαίθρου κατά τη διάρκεια του Χολοντόμορ, συνέπεια των σοβιετικών πολιτικών εκβιομηχάνισης στις δεκαετίες του 1920 και 1930 σε συνδυασμό με δύο χρόνια ξηρασίας σε ολόκληρη τη νότια Ουκρανία και την περιοχή του Βόλγα.[51][52]

Σχεδόν όλοι οι Εβραίοι της περιοχής, εκτός από αυτούς που εκκενώθηκαν προς ανατολικότερες περιοχές της Σοβιετικής Ένωσης (ένας μεγάλος αριθμός Εβραίων του Ντονμπάς διέφυγαν προς ανατολάς το 1941), δολοφονήθηκαν στο Ολοκαύτωμα στην Ουκρανία κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Το Ντονμπάς έχει μουσουλμανική μειονότητα που αποτελεί σχεδόν το 6% του πληθυσμού σύμφωνα με τις επίσημες απογραφές του 1926 και του 2001. Πριν από την Επανάσταση της Αξιοπρέπειας, στην τοπική πολιτική κυριαρχούσε το φιλορωσικό Κόμμα των Περιφερειών, το οποίο κέρδισε περίπου το 50% των ψήφων του Ντονμπάς στις κοινοβουλευτικές εκλογές της Ουκρανίας το 2008. Εξέχοντα μέλη αυτού του κόμματος, όπως ο πρώην πρόεδρος της Ουκρανίας Βίκτορ Γιανουκόβιτς, κατάγονταν από το Ντονμπάς.

Δημογραφικές μεταβολές στην περιφέρεια Ντονέτσκ: οι δύο στήλες στα πάνω δείχνουν τη γλωσσική μεταβολή στην περιοχή, οι δύο στα κάτω – τις εθνολογικές μεταβολές.   Ρωσικά,   Ουκρανικά,   άλλες γλώσσες (σύμφωνα με τις απογραφές 1926 και 2001)

Σύμφωνα με τον γλωσσολόγο Γεώργιο Σεβέλοφ, στις αρχές της δεκαετίας του 1920 το ποσοστό των σχολείων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που δίδασκαν στην ουκρανική γλώσσα ήταν χαμηλότερο από το ποσοστό των Ουκρανών στο Ντονμπάς[53] – παρόλο που η Σοβιετική Ένωση είχε διατάξει ότι όλα τα σχολεία στην Ουκρανική ΣΣΔ θα πρέπει να διδάσκουν τα μαθήματα τους στα ουκρανικά (ως μέρος της πολιτικής εξουκρανισμού της περιοχής).[54]

Έρευνες για τις περιφερειακές ταυτότητες στην Ουκρανία έδειξαν ότι περίπου το 40% των κατοίκων του Ντονμπάς ισχυρίζονται ότι έχουν «σοβιετική ταυτότητα».[55] Ο Ρόμαν Χόρμπικ του Πανεπιστημίου Σέντερτερν έγραψε ότι τον 20ο αιώνα, «οι αγρότες από όλες τις γύρω περιοχές πλημμύριζαν τα τότε πολυσύχναστα ορυχεία και τα εργοστάσια στα σύνορα μεταξύ των ουκρανικών και ρωσικών εδαφών». Ισχυρίζεται «ημιτελή και αρχαϊκά θεμέλια» εμπόδισαν τους κατοίκους του Ντονμπάς από την «απόκτηση μιας ιδιαίτερα ισχυρής σύγχρονης αστικής –και επίσης εθνικής– νέας ταυτότητας».

Θρησκεία

Θρησκεία στο Ντονμπάς (2016)[56]

  απλά Χριστιανισμός (11.9%)
  Ισλάμ (6%)
  Μη θρησκευόμενοι (28.3%)
Εορτασμοί για την Ημέρα της Νίκης κατά του φασισμού στο Ντόνετσκ, 9 Μαΐου 2016

Σύμφωνα με μια έρευνα του 2016 για τη θρησκεία στην Ουκρανία που διεξήχθη από το Κέντρο Ραζούμκοφ, το 65% του πληθυσμού στο Ντονμπάς πιστεύει στον Χριστιανισμό (συμπεριλαμβανομένου ενός 50.6% Ορθόδοξων, ένα 11.9% που δήλωσε ότι είναι "απλώς Χριστιανοί" και 2.5% ανήκε σε προτεσταντικές εκκλησίες). Το Ισλάμ είναι η θρησκεία του 6% του πληθυσμού του Ντονμπάς ενώ ο Ινδουισμός αποτελεί τη θρησκεία του 0.6% του πληθυσμού. Το μερίδιο των δύο παραπάνω θρησκειών είναι υψηλότερο σε σύγκριση με άλλες περιοχές της Ουκρανίας. Τα άτομα που δήλωσαν ότι δεν είναι πιστοί ή πιστεύουν σε κάποιες άλλες θρησκείες, χωρίς να ταυτίζονται σε μία από αυτές που αναφέρονται, ήταν το 28.3% του πληθυσμού.

Οικονομία

Φτωχοί άνθρωποι συλλέγουν άνθρακα του Νικολάι Κασάτκιν: Ντονμπάς, 1894

Η οικονομία του Ντονμπάς κυριαρχείται από τη βαριά βιομηχανία (π.χ. εξόρυξη άνθρακα και μεταλλουργία). Η περιοχή πήρε το όνομά της από μια συντομογραφία του όρου "λεκάνη άνθρακα του Ντονέτς" (ουκρανικά: Донецький вугільний басейн‎‎, ρωσικά: Донецкий угольный бассейн‎‎). Ενώ η ετήσια παραγωγή άνθρακα έχει μειωθεί από τη δεκαετία του 1970, το Ντονμπάς παραμένει σημαντικός παραγωγός. Το Ντονμπάς κατέχει ένα από τα μεγαλύτερα αποθέματα άνθρακα στην Ουκρανία με εκτιμώμενα αποθέματα ύψους 60 δισεκατομμυρίων τόνωνάνθρακα.[57]

Η εξόρυξη άνθρακα στο Ντονμπάς διεξάγεται σε πολύ μεγάλα βάθη. Η εξόρυξη λιγνίτη πραγματοποιείται σε ύψος περίπου 600 μέτρων κάτω από την επιφάνεια, ενώ η εξόρυξη για ανθρακίτη και ασφαλτούχου άνθρακα πραγματοποιείται σε βάθη περίπου 1.800 μέτρων. Πριν από την έναρξη του πολέμου του Ντονμπάς τον Απρίλιο του 2014, οι περιφέρειες του Ντόνετσκ και του Λουχάνσκ παρήγαγαν περίπου το 30% των εξαγωγών της Ουκρανίας.[58]

Άλλες βιομηχανίες στην περιοχή του Ντόνετσκ που επικαλύπτουν συχνά την περιοχή του Ντονμπάς περιλαμβάνουν την παραγωγή των παρακάτω αντικειμένων: υψικάμινοι, εξοπλισμός κατασκευής χάλυβα, φορτηγά βαγόνια για τρένα, εργαλειομηχανές κοπής μετάλλων, μηχανές διάνοιξης σηράγγων, γεωργικές μηχανές και συστήματα οργώματος, σιδηροδρομικές γραμμές, βαγόνια εξόρυξης, ηλεκτρικές ατμομηχανές, στρατιωτικά οχήματα, τρακτέρ και εκσκαφείς. Η περιοχή παράγει επίσης καταναλωτικά αγαθά όπως: οικιακά πλυντήρια ρούχων, ψυγεία, καταψύκτες, τηλεοράσεις, δερμάτινα υποδήματα και σαπούνια. Πάνω από το ήμισυ της παραγωγής της εξάγεται, ενώ περίπου το 22% αυτής της παραγωγής εξάγεται στη Ρωσία.[59]

Στα μέσα Μαρτίου 2017, ο Πρόεδρος της Ουκρανίας Πέτρο Ποροσένκο υπέγραψε διάταγμα για την προσωρινή απαγόρευση της κυκλοφορίας εμπορευμάτων από και προς τα εδάφη που ελέγχονται από την αυτοαποκαλούμενη Λαϊκή Δημοκρατία του Ντονέτσκ και τη Λαϊκή Δημοκρατία του Λουχάνσκ, πράγμα που σημαίνει ότι έκτοτε η Ουκρανία δεν αγοράζει άνθρακα από το Ντονμπάς.[60]

Συνθήκες ασφάλειας στα ορυχεία

Ανθρακωρυχεία κατά μήκος του ποταμού Κάλμιους στο Ντόνετσκ

Τα ανθρακωρυχεία του Ντονμπάς είναι μερικά από τα πιο επικίνδυνα στον κόσμο λόγω των μεγάλων βάθους των ορυχείων, καθώς και των συχνών εκρήξεων μεθανίου και σκόνης άνθρακα. Υπάρχει επίσης κίνδυνος πτώσης βράχων και οι απαρχαιωμένες υποδομές επιδεινώνουν το πρόβλημα.[61] Προς τα τέλη της δεκαετίας του 2000 τα ακόμη πιο επικίνδυνα παράνομα ανθρακωρυχεία έγιναν πολύ κοινά σε όλη την περιοχή.[15][62]

Περιβαλλοντικά προβλήματα

Η εντατική εξόρυξη και τήξη άνθρακα στο Ντονμπάς έχουν οδηγήσει σε σοβαρές ζημιές στο τοπικό περιβάλλον. Τα πιο κοινά προβλήματα σε όλη την περιοχή περιλαμβάνουν τα παρακάτω:

  • διακοπή της παροχής νερού και πλημμύρες λόγω των υδάτων των ορυχείων
  • ορατή ατμοσφαιρική ρύπανση σε περιοχές γύρω από εργοστάσια οπτάνθρακα και χάλυβα
  • Μόλυνση αέρα/νερού και πιθανές κατολισθήσεις λάσπης

Επιπλέον, αρκετοί χώροι διάθεσης χημικών αποβλήτων στο Ντονμπάς δεν έχουν διατηρηθεί και αποτελούν συνεχή απειλή για το περιβάλλον. Μια ασυνήθιστη απειλή είναι το αποτέλεσμα το πείραμα της σοβιετικής κυβέρνησης το 1979 για τη πειραματική πυρηνική εξόρυξη στο Γιενακίγιεβε (ή Γιενακίγιεβο). Για παράδειγμα, στις 16 Σεπτεμβρίου 1979, στο ορυχείο Γιουνκόμ κοντά στο Γιενακίγιεβε, έλαβε χώρα μια πυρηνική δοκιμαστική έκρηξη 300 κιλοτόνων στα 900 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της γης με στόχο την απελευθέρωση αερίου μεθανίου ή για την απαερίωση ραφών άνθρακα σε έναν οβάλ θόλο από ψαμμίτη. Αυτό έγινε στο ρήγμα Κλίβαζ και η έκρηξη έγινε ώστε το μεθάνιο να μην αποτελεί κίνδυνο ή απειλή για τη ζωή.[63] Ωστόσο, πριν από την Γκλάσνοστ, κανένας ανθρακωρύχος δεν ενημερώθηκε για την παρουσία ραδιενέργειας στο ορυχείο.

Παραπομπές σημειώσεις

Εξωτερικοί σύνδεσμοι