Παλαιά Διαθήκη

Ο όρος Παλαιά Διαθήκη δηλώνει την αρχαιότερη από τις δύο συλλογές βιβλίων που αποτελούν τη χριστιανική Αγία Γραφή, η οποία και αναφέρεται ειδικότερα στην αποκάλυψη του Θεού (Γιαχβέ), και στην αρχική συνδιαλλαγή του με το "περιούσιο" έθνος Ισραήλ, με σκοπό να ευλογηθεί πρώτα αυτό και στη συνέχεια όλη η ανθρωπότητα. Τα βιβλία που συγκροτούν την Παλαιά Διαθήκη, γράφτηκαν από διάφορους συγγραφείς σε διάστημα αρκετών εκατονταετηρίδων. Συνώνυμες ονομασίες είναι επίσης οι όροι Εβραϊκές Γραφές, Εβραϊκή Βίβλος με βάση την προέλευση των συγγραφέων και Δεύτερη Διαθήκη[1]. Η Τορά αποτελεί τη βάση της Παλαιάς Διαθήκης (βλέπε Πεντάτευχος).

Παλαιά Διαθήκη
Dewey Decimal221
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο εβραϊκός Βιβλικός όρος ברית (brit) που αποδίδεται διαθήκη σημαίνει «συνθήκη, συμμαχία, σύμβαση ή συμφωνία». Έτσι, στη Βίβλο ο όρος χρησιμοποιείται για να δηλώσει τη συμφωνία που συνάπτει ο Θεός είτε με μεμονωμένα άτομα είτε συλλογικά τον λαό Ισραήλ και στοχεύει στη δημιουργία των προϋποθέσεων για τη σωτηρία ολόκληρης της ανθρωπότητας.

Τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης αποτέλεσαν τις μοναδικές Ιερές Γραφές που χρησιμοποιήθηκαν από τον Ιησού Χριστό, τους αποστόλους και την πρωτοχριστιανική κοινότητα. Η πρώτη χριστιανική εκκλησία αποκαλούσε αυτό το σύνολο των προγενέστερων βιβλίων «ο Νόμος και οι Προφήτες» ή απλά «οι Γραφές». Περίπου από τον 3ο αιώνα μ.Χ. ο όρος «Παλαιά Διαθήκη» άρχισε να χρησιμοποιείται ευρύτερα για τις Γραφές που είχαν ολοκληρωθεί πριν τον Χριστό. Αυτός ο όρος χρησιμοποιήθηκε σε αντιδιαστολή προς τη χρονικά μεταγενέστερη Καινή Διαθήκη, τη συλλογή των βιβλίων που αναφέρονται στην εκπλήρωση των επαγγελιών της παλαιάς και τη σύναψη της νέας διαθήκης δια του Ιησού Χριστού, μιας συμφωνίας μεταξύ Θεού και ολόκληρης της ανθρωπότητας.

Η αρχαιότερη μετάφραση του εβραϊκού κειμένου της Παλαιάς Διαθήκης έγινε στην ελληνική γλώσσα και έχει επικρατήσει να ονομάζεται Μετάφραση των Εβδομήκοντα.

Σχέση Καινής και Παλαιάς Διαθήκης

Για τους χριστιανούς, η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη αποτελούν μέρη ενός ενιαίου οργανικού συνόλου με κοινό θεολογικό ενδιαφέρον το οποίο εστιάζεται στον Χριστό, καθώς η σχετική θεία υπόσχεση για τον ερχομό του, την οποία συναντάμε στην Παλαιά Διαθήκη, εκπληρώνεται στην Καινή[2]. Ήδη από την πρώτη περίοδο του χριστιανισμού, όταν αισθάνονται οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς την ανάγκη να υπερασπιστούν τα πιστεύω τους, επιμένουν ότι δεν πρόκειται για κάτι που εμφανίζεται "για πρώτη φορά, ξεκάρφωτο ή ουρανοκατέβατο"[3], αλλά αντιθέτως, αφορά πίστη "μη νέαν και ξένην"[4], η οποία έχει βαθιές ιστορικές αλλά και θεολογικές ρίζες, αφού στηρίζεται στην αρχαιότητα της και στα αρχαία δόγματα της διδασκαλίας της[5]. Η Π.Δ. ξεκινά με την κλήση από τον Θεό ενός περιπλανώμενου βοσκού, του Αβραάμ, ο οποίος ζούσε στην πόλη Ουρ της αρχαίας βαβυλώνας την εποχή του Χαμμουραμπί (18ος αι. π.Χ.). Η βιβλική ιστορία στο σύνολό της, αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο ενεργεί ο Θεός στον κόσμο, συνεργαζόμενος μετά από συμφωνία, με μια ομάδα ανθρώπων, αλλά με σαφή αναφορά στο σύνολο της ανθρωπότητας[6] και όχι σε έναν λαό μόνο[7]. Κατόπιν, και η ιστορία της χριστιανικής εκκλησίας αναφέρεται επίσης σε όλη την ανθρωπότητα ως μια συνέχεια της λεγόμενης Θείας Οικονομίας[8] η οποία συντελείται μέσα στην ιστορία και μπαίνει σε μια "αποφασιστική φάση" της, με την παρουσία του Χριστού[9]. Η Παλαιά Διαθήκη για τους χριστιανούς, δεν σχετίζεται με το περιεχόμενο της εβραϊκής βίβλου, υπό τη θεώρηση των ιουδαίων. Οι χριστιανοί θεωρούν ότι έχει φυσική συνέχεια με την Κ.Δ. και ότι είναι ακατανόητη χωρίς την παρουσία του Χριστού και όσων διαδραματίσθηκαν στην επίγεια ζωή του[10]. Ο ίδιος ο Χριστός άλλωστε, είδε στην Π.Δ. "να προεικονίζονται η ζωή και η δράση του και να προδιαγράφονται ο θάνατος και η ανάσταση του"[11]. Σε αντιδιαστολή με τους ιουδαίους, οι χριστιανοί κατανοούν χριστολογικά την Π.Δ., θεωρούν ότι εκπληρώνεται στην Κ.Δ. και ότι οι δύο Διαθήκες λειτουργούν σε αδιάσπαστη θεολογική ενότητα, με τη διαφορά ότι η Π.Δ. προπαιδεύει τον άνθρωπο "εις Χριστόν" ενώ η Κ.Δ. τον οδηγεί σε τελείωση "εν Χριστώ"[12].

Τρόποι ερμηνείας της Παλαιάς Διαθήκης

Σύμφωνα με την ισχύουσα θεολογική πραγματικότητα της πλειοψηφίας των ομολογιών, η ερμηνεία της Π.Δ. δεν πραγματοποιείται με την απλή ανάγνωση του κειμένου, αλλά έχοντας ως βάση την ερμηνεία που μια εκκλησία αποδέχεται για αυτές. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία, "πίσω από ανθρωποπαθείς, εικονικές, μεταφορικές, παραβολικές ή αινιγματικές λέξεις, φράσεις ή διηγήσεις...συμβολικές ονομασίες προσώπων ή ζωικών οργανισμών...κ.ά." οι Πατέρες ερμηνεύουν "διά μέσου του γράμματος" το "υποκείμενο πράγμα"[13]. Για παράδειγμα, κάθε φορά που γίνεται η διαπίστωση ότι η Π.Δ. αντιλαμβάνεται τον Θεό άλλοτε ως τιμωρό της αμαρτίας, "και άλλοτε ως στοργικό και οικτίρμονα", όταν ο ίδιος ο Θεός παρουσιάζεται να λέει "διά του Ιεζεκιήλ" "εγώ ειμί Κύριος ο τύπτων" (7,6) και "εγώ [ειμί] Κύριος ο αγιάζων" (20,12)[14], η ερμηνεία των εκφράσεων αυτών δεν γίνεται αυθαίρετα, αλλά εφόσον η θεολογική παράδοση αποδέχεται ότι, ουδέποτε, οτιδήποτε κακό είναι δυνατόν να προέρχεται από τον Θεό[15], ακολουθείται αυτή η ερμηνευτική γραμμή. Έτσι, όσοι ερμηνευτές "επιμένουν πεισματικά στην κατά γράμμα ερμηνεία ακόμα και εικονικών, παραβολικών...ή άνθρωποπαθών διηγήσεων της Γραφής...στιγματίζονται συλλήβδην από τους ορθοδόξους Πατέρες"[16]. Αυτό σημαίνει ότι η ορθή ερμηνευτική μέθοδος θα πρέπει να βρίσκεται σε οργανική σύνδεση Αγίας Γραφής και Ιησού Χριστού και από το συγκεκριμένο παράδειγμα προκύπτει ότι "οι εκφράσεις και οι εικόνες της Αγίας Γραφής...περί Θεού φοβερού και τιμωρού είναι σωστές, όχι επειδή όντως ο Θεός οργίζεται και τιμωρεί, αλλά γιατί ο ένοχος και αμαρτωλός άνθρωπος βλέπει τον Θεό ως τιμωρό. Βλ. Γρηγορίου Νύσσης, Εις την επιγραφήν των Ψαλμών, PG 44, 557D"[17]. Ωστόσο υπάρχουν και αντίθετες απόψεις, όπως του Βιολόγου R. Dawkins(Βλ. 'Η περί Θεού αυταπάτη'), που υποστηρίζουν πως αυτός ο τρόπος ερμηνείας, εφόσον αναγκαστικά χρησιμοποιεί την ανθρώπινη κρίση ως κριτήριο του 'καλού' και 'ηθικού' και εφόσον μια τέτοια κρίση δεν μπορεί να απορρέει από την κυριολεκτική απόδοση των κειμένων, υποδεικνύει πως οι γραφές δεν μπορούν να θεωρηθούν ως αντικειμενικές αναφορές θεϊκής ηθικής άλλα απλά αντικατοπτρισμός της εκάστοτε κοινωνικής επιταγής.

Ο Κανόνας της Παλαιάς Διαθήκης

Το σύνολο των βιβλίων που θεωρείται ότι είναι θεόπνευστα και περιέχουν τη θεία αποκάλυψη, αποτελούν τον Κανόνα της Παλαιάς Διαθήκης, και τα βιβλία αποκαλούνται κανονικά, όμως ο αριθμός τους ποικίλει μεταξύ των χριστιανικών δογμάτων.

Ορθόδοξη Εκκλησία

Η Ορθόδοξη Εκκλησία περιλαμβάνει στον κανόνα της 49 βιβλία. Εκτός από τα 39 βιβλία της ιουδαϊκής Βίβλου, όπως αυτά έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά και τιτλοφορηθεί στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, αποδέχεται και 10 βιβλία ακόμη, ισόκυρα με τα 39, τα λεγόμενα "αναγινωσκόμενα". Όλα μαζί αποτελούν τον λεγόμενο αλεξανδρινό κανόνα των 49 βιβλίων.

Τα 49 βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης σύμφωνα με την παραδοσιακή τους κατάταξη, αναγράφονται στον παρακάτω πίνακα με τους παραδοσιακούς συγγραφείς και τον εκτιμώμενο χρόνο συγγραφής τους.

Α/ΑΤίτλοςΣυγγραφέαςΧρόνος Συγγραφής
Ιστορικά Βιβλία
Πεντάτευχος
1ΓένεσιςΜωυσής1400 π.Χ.
2ΈξοδοςΜωυσής1400 π.Χ.
3ΛευιτικόνΜωυσής1400 π.Χ.
4ΑριθμοίΜωυσής1400 π.Χ.
5ΔευτερονόμιονΜωυσής1400 π.Χ.
Λοιπά Ιστορικά
6Ιησούς του ΝαυήΙησούς του Ναυή1350 π.Χ.
7ΚριταίΣαμουήλ1000-900 π.Χ.
8ΡουθΣαμουήλ1000-900 π.Χ.
9Βασιλειών Α΄Σαμουήλ1000-900 π.Χ.
10Βασιλειών Β΄Σαμουήλ1000-900 π.Χ.
11Βασιλειών Γ΄Ιερεμίας600 π.Χ.
12Βασιλειών Δ΄Ιερεμίας600 π.Χ.
13Παραλειπόμενων Α΄Έσδρας450 π.Χ.
14Παραλειπόμενων Β΄Έσδρας450 π.Χ.
15Έσδρας Α΄Έσδρας450 π.Χ.
16Έσδρας Β΄Έσδρας450 π.Χ.
17ΝεεμίαςΝεεμίας420 π.Χ.
18ΤωβίτΤωβίτ200 π.Χ.
19ΙουδίθΆγνωστος200 π.Χ.
20ΕσθήρΜαρδοχαίος400 π.Χ.
21Μακκαβαίων Α΄Άγνωστος130 π.Χ.
22Μακκαβαίων Β΄Ιάσων ο Κυρηναίος120 π.Χ.
23Μακκαβαίων Γ΄Άγνωστος30 π.Χ.
Διδακτικά Βιβλία
24ΨαλμοίΔαβίδ κ.α.1000-400 π.Χ.
25ΙώβΜωυσής1400 π.Χ.
26Παροιμίαι ΣολομώντοςΣολομώντας κ.α.900 π.Χ.
27ΕκκλησιαστήςΣολομώντας900 π.Χ.
28Άσμα ΑσμάτωνΣολομώντας900 π.Χ.
29Σοφία ΣολομώντοςΣολομώντας900 π.Χ.
30Σοφία ΣειράχΙησούς υιός Σειράχ180 π.Χ.
Προφητικά Βιβλία
31ΩσηέΩσηέ750 π.Χ.
32ΑμώςΑμώς750 π.Χ.
33ΜιχαίαςΜιχαίας700 π.Χ.
34ΙωήλΙωήλ850 π.Χ.
35ΟβδιούΟβδιού600 π.Χ.
36ΙωνάςΙωνάς700 π.Χ.
37ΝαούμΝαούμ650 π.Χ.
38ΑββακούμΑββακούμ600 π.Χ.
39ΣοφονίαςΣοφονίας650 π.Χ.
40ΑγγαίοςΑγγαίος520 π.Χ.
41ΖαχαρίαςΖαχαρίας500 π.Χ.
42ΜαλαχίαςΜαλαχίας430 π.Χ.
43ΗσαΐαςΗσαΐας700 π.Χ.
44ΙερεμίαςΙερεμίας600 π.Χ.
45ΒαρούχΒαρούχ600 π.Χ.
46Θρήνοι ΙερεμίουΙερεμίας600 π.Χ.
47Επιστολή ΙερεμίουΙερεμίας600 π.Χ.
48ΙεζεκιήλΙεζεκιήλ550 π.Χ.
49ΔανιήλΔανιήλ550 π.Χ.

Στον κανόνα της Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν συμπεριλαμβάνεται το βιβλίο Δ΄ Μακκαβαίων.

Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία

Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία περιλαμβάνει στον κανόνα της 46 βιβλία με βάση τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα. Συγκεκριμένα, αποδέχεται όλα τα βιβλία του Κανόνα της Ορθόδοξης Εκκλησίας (βλ. παραπάνω), εκτός από τα Α΄ Έσδρας και Γ΄ Μακκαβαίων, ενώ το βιβλίο Επιστολή Ιερεμίου θεωρείται τμήμα του Βαρούχ. Επίσης δεν αποδέχονται ως κανονικό τον 151ο Ψαλμό.

Διαμαρτυρόμενοι

Οι Διαμαρτυρόμενοι δέχονται στον κανόνα τους 39 βιβλία, δηλ. τα ίδια ακριβώς που περιέχει και η ιουδαϊκή Βίβλος, γραμμένα όμως όχι στα ελληνικά της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα, αλλά στο λεγόμενο εβραϊκό κείμενο των Μασοριτών. Τα επιπλέον βιβλία που περιλαμβάνονται στον κανόνα της Ορθόδοξης και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας τα ονομάζουν γενικά "απόκρυφα".

Συγκεκριμένα αποδέχονται όλα τα βιβλία του Κανόνα της Ορθόδοξης Εκκλησίας (βλ. παραπάνω), εκτός από τα εξής:

  1. Έσδρας Α΄
  2. Τωβίτ
  3. Ιουδίθ
  4. Μακκαβαίων Α
  5. Μακκαβαίων Β΄
  6. Μακκαβαίων Γ΄
  7. Σοφία Σολομώντος
  8. Σοφία Σειράχ
  9. Βαρούχ
  10. Επιστολή Ιερεμίου

Επίσης, δεν αποδέχονται ως κανονικό τον 151ο Ψαλμό και τμήματα των βιβλίων της Εσθήρ και του Δανιήλ.

Υποσημειώσεις

Βλέπε επίσης

Εξωτερικοί σύνδεσμοι