Φοινικέλαιο

Το φοινικέλαιο είναι ένα εδώδιμο φυτικό έλαιο που προέρχεται από το μεσοκάρπιο (κοκκινωπό πολφό) των φρούτων ελαιοφοίνικων, κυρίως του Αφρικάνικου ελαιοφοίνικα Elaeis guineensis,[1] και σε μικρότερο βαθμό από τον Αμερικανικό ελαιοφοίνικα Elaeis oleifera και τον φοίνικα μαρίπα Attalea maripa.

Φοινικέλαιο
Φοινικέλαιο από φυτεία παραγωγής στη Γκάνα
Σύσταση
Λιπαρά συστατικά
Κορεσμένα49,3%
Παλμιτικό οξύ:43,5%
Στεατικό οξύ:4,3%
Ολικά ακόρεστα>50%
Μονοακόρεστα37%
Ελαϊκό οξύ: 36,6%
Πολυακόρεστα9,3%
Λινελαϊκό οξύ:9,1%
Ιδιότητες
Ενέργεια ανά 100γρ.884 kcal
Σημείο τήξης36-40 °C
Σημείο καπνού223°C
Πυκνότητα σε 15°C0,921-0,947 kg/l
Ιξώδες σε 20°C54 cP
Δείκτης διάθλασης1,453 - 1,456
Αριθμός Ιωδίου44-58
Αριθμός οξύτητας10
Αριθμός σαπωνοποίησης195-205
Κύβος φοινικέλαιου όπου φαίνεται ο αποχρωματισμός που οφείλεται σε βράσιμο.

Το φοινικέλαιο είναι φυσικά κοκκινωπό στο χρώμα του από τη μεγάλη περιεκτικότητα σε βήτα-καροτίνη. Δεν πρέπει να συγχέεται με το φοινικοπυρηνέλαιο που εξάγεται από τον πυρήνα των ίδιων φρούτων[2] ή το κοκοφοινικέλαιο που προέρχεται από τον πυρήνα του κοκοφοίνικα (Cocos nucifera). Διαφέρουν στο χρώμα (το ακατέργαστο φοινικοπυρηνέλαιο δεν περιέχει καροτενοειδή και δεν είναι κόκκινο), και στα περιεχόμενα κορεσμένα λιπαρά: το έλαιο μεσοκάρπιου φοίνικα έχει 49% κορεσμένα, ενώ το φοινικοπυρηνέλαιο και το έλαιο καρύδας έχουν 81% και 86% κορεσμένα λίπη, αντίστοιχα. Ωστόσο, από το ακατέργαστο κόκκινο φοινικέλαιο κατόπιν επεξεργασίας, αποχρωματισμού και αφαίρεσης των οσμών λαμβάνεται το RBD φοινικέλαιο και δεν περιέχει καροτενοειδή.

Ο ελαιοφοίνικας παράγει τσαμπιά με πολυάριθμα φρούτα των οποίων το σαρκώδες μεσοκάρπιο περικλείει έναν πυρήνα που καλύπτεται από ένα πολύ σκληρό κέλυφος. Για τον FAO το φοινικέλαιο (που προέρχεται από τον πολτό) και οι πυρήνες του φοίνικα θεωρούνται πρωτογενή προϊόντα. Η ταχύτητα εξαγωγής ελαίου από μία παρτίδα κυμαίνεται από 17 έως και 27% για το φοινικέλαιο, σε 4% έως 10% για τους πυρήνες φοίνικα[3].

Το φοινικέλαιο, όπως και το έλαιο καρύδας, είναι πολύ κορεσμένο σε φυτικά λίπη και ημιστερεό σε θερμοκρασία δωματίου.[4] Είναι κοινό συστατικό μαγειρικής στην τροπική ζώνη της Αφρικής, τη Νοτιοανατολική Ασία και μέρη της Βραζιλίας. Χρησιμοποιείται ευρέως στην εμπορική βιομηχανία τροφίμων παγκόσμια λόγω του χαμηλότερου κόστους [5] και της υψηλής οξειδωτικής σταθερότητας (κορεσμός) του καθαρού προϊόντος, όταν χρησιμοποιείται για το τηγάνισμα.[6][7] Μία πηγή ανέφερε ότι το 2015 οι άνθρωποι κατανάλωναν κατά μέσο όρο 7,7 κιλά φοινικέλαιου ανά άτομο.[8]

Η χρήση του φοινικέλαιου σε προϊόντα τροφίμων έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον περιβαλλοντικών ομάδων ακτιβιστών· η υψηλή απόδοση ελαιοπαραγωγής από τα δέντρα ενθάρρυνε την επέκταση της καλλιέργειας, και πολλά Ινδονησιακά δάση αποψιλώθηκαν για να κάνουν χώρο για μονοκαλλιέργεια ελαιοφοινίκων.[9] Έτσι χάθηκαν περιοχές από τον φυσικό οικότοπο των τριών σωζόμενων ειδών ουραγκοτάγκου, εκ των οποίων το είδος Σουμάτρας έχει χαρακτηριστεί ως απειλούμενο.[10] Το 2004, σχηματίστηκε η βιομηχανική ομάδα Στρογγυλή Τράπεζα για Αειφόρο Φοινικέλαιο για να ασχολήθει με τέτοια θέματα.[11] Το 1992, η Κυβέρνηση της Μαλαισίας, ως απάντηση στις ανησυχίες για την αποψίλωση των δασών, υποσχέθηκε ότι η επέκταση των φυτειών ελαοιφοινίκων θα περιοριστεί, με διατήρηση της μισής εθνικής γης ως δασικές εκτάσεις.[12][13] Το Μάρτιο 2017, ένα ντοκιμαντέρ του Deutsche Welle έδειξε ότι με φοινικέλαιο παρασκευάζονται υποκατάστατα γάλακτος για την εκτροφή μόσχων σε τυροκομεία των γερμανικών Άλπεων. Αυτά περιέχουν 30% γάλα σε σκόνη και κατάλοιπα ακατέργαστων πρωτεϊνών από αποβουτυρωμένο γάλα σε σκόνη, ορό γάλακτος σε σκόνη και φυτικά λιπαρά, κυρίως λάδι καρύδας και φοινικέλαιο.[14]

Ιστορία

Ελαιοφοίνικας (Elaeis guineensis)

Οι άνθρωποι χρησιμοποιούν ελαιοφοίνικες τουλάχιστο 5.000 χρόνια. Στα τέλη του 1800, οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν μια ουσία που αναγνώρισαν ως φοινικέλαιο σε έναν τάφο στην Άβυδο που χρονολογείται περί το 3.000 π. Χ.[15] Πιστεύεται ότι το εμπόριο έφερε ελαιοφοίνικες στην Αίγυπτο.[16]

Το φοινικέλαιο του Ε. guineensiss είναι αναγνωρισμένο στην Δύση και τις χώρες της Κεντρικής Αφρικής, και χρησιμοποιείται ευρέως ως μαγειρικό λάδι. Οι ευρωπαίοι έμποροι στις συναλλαγές με τη Δυτική Αφρική περιστασιακά αγόραζαν φοινικέλαιο για χρήση ως μαγειρικό λάδι στην Ευρώπη.

Το φοινικέλαιο έγινε περιζήτητο εμπόρευμα από τους Βρετανούς εμπόρους, για χρήση ως βιομηχανικό λιπαντικό στα μηχανήματα της Βρετανικής Βιομηχανικής Επανάστασης.[17]

Το φοινικέλαιο αποτέλεσε τη βάση για προϊόντα σάπωνος, όπως τα Lever Brothers' (τώρα Unilever), σαπούνι "Sunlight" και την Αμερικανική Palmolive.[18]

Περί το 1870, το φοινικέλαιο ήταν το κύριο εξαγόμενο προϊόν ορισμένων χωρών της Δυτικής Αφρικής, όπως η Γκάνα και η Νιγηρία, αλλά ξεπεράστηκε από το κακάο τη δεκαετία του 1880.[19][20]

Σύσταση

Λιπαρά οξέα

Το φοινικέλαιο, όπως και όλα τα λίπη, αποτελείται από λιπαρά οξέα εστεροποιημένα με γλυκερόλη. Έχει μεγάλη περιεκτικότητα στο ομώνυμο παλμιτικό οξύ, ένα κορεσμένο λιπαρό οξύ 16-ανθράκων, και το μονοακόρεστο ολεϊκό οξύ. Το ακάθαρτο φοινικέλαιο είναι σημαντική πηγή τοκοτριενόλης, μέλος της οικογένειας βιταμινών Ε.[21]

Η κατά προσέγγιση περιεκτικότητα του φοινικέλαιου σε εστεροποιημένα λιπαρά οξέα είναι:[22]

Τα λιπαρά οξέα που βρίσκονται στο φοινικέλαιο
(ως τριγλυκεριδικοί εστέρες)
Λιπαρό οξύpct
Μυριστικό κορεσμένο C14
  
1.0%
Παλμiτικό κορεσμένο C16
  
43.5%
Στεατικό κορεσμένο C18
  
4.3%
Ελαϊκό μονοακόρεστο C18
  
36.6%
Λινελαϊκό πολυακόρεστο C18
  
9.1%
Άλλα λιπαρά/Άγνωστα
  
5.5%
μαύρο: Κορεσμένο; γκρι:Μονοακόρεστο; μπλε: Πολυακόρεατο

Καροτένια

Το κόκκινο φοινικέλαιο είναι πλούσιο σε καροτενοειδή, όπως η άλφα-καροτίνη, βήτα-καροτίνη και το λυκοπένιο, στα οποία οφείλεται το σκούρο κόκκινο χρώμα.[23][24] Το "RBD φοινικέλαιο" που λαμβάνεται από το ακατέργαστο με επεξεργασία, λεύκανση και αφαίρεση οσμών δεν περιέχει καροτένια.

Επεξεργασία και χρήση

Πολλά επεξεργασμένα τρόφιμα περιέχουν φοινικέλαιο ή παράγωγά του.[25]

Καθαρισμός

Μετά από την άλεση ακολουθεί διϋλυση. Η Κλασμάτωση περιλαμβάνει διεργασίες κρυστάλλωσης και διαχωρισμού με τις οποίες λαμβάνονται στερεά (στεατίνη) και υγρά (ολεϊνη) κλάσματα.[26] Στη συνέχεια, οι ακαθαρσίες απομακρύνονται με λιώσιμο και αποκομμίωση. Tο έλαιο φιλτράρεται και αποχρωματίζεται. Με φυσικό εξευγενισμό απομακρύνονται τα ανεπιθύμητα πτητικά αρωματικά συστατικό και λαμβάνεται "εξευγενιμένο, αποχρωματισμένο και άοσμο φοινικέλαιο" (RBDPO), και ελεύθερα λιπαρά οξέα που χρησιμοποιούνται στην παρασκευή  σαπουνιών, απορρυπαντικών σε σκόνη, κ.α. Το RBDPO είναι το βασικό προϊόν φοινικέλαιου που πωλείται στις παγκόσμιες αγορές βασικών προϊόντων. Με περαιτέρω κλασμάτωση λαμβάνεται φοινικέλαιο για μαγειρικό λάδι, και με άλλες επεξεργασίες δίνει άλλα προϊόντα.

Το κόκκινο φοινικέλαιο

Από τη δεκαετία 1990, το κόκκινο φοινικέλαιο εξάγεται με ψυχρή-πίεση από τον καρπό του ελαιοφοίνικα και εμφιαλώνεται για χρήση ως μαγειρικό λάδι, ή ως συστατικό μαγιονέζας και μείγματος φυτικών ελαίων.[27]

Περιέχει 50% κορεσμένα λιπαρά—λιγότερα από το, φοινικοπυρηνέλαιο— 40% ακόρεστα λιπαρά και 10% πολυακόρεστα λιπαρά, και:

Λευκό φοινικέλαιο

Το Λευκό φοινικέλαιο λαμβάνεται με επεξεργασία και ραφινάρισμα. Κατόπιν διεργασίας αποχρωματισμού χάνει το βαθύ κόκκινο χρώμα. Χρησιμοποιείται στην παραγωγή τροφίμων και βρίσκεται σε πληθώρα κατεργασμένων τροφίμων, όπως φυστικοβούτυρο και τσίπς, ψητά και τηγανητά προϊόντα. Υποχρεωτικά αναγράφεται στις ετικέτες των προϊόντων που περιέχεται. 

Υποκατάσταση βουτύρου και τρανς λιπαρών

Η πολύ κορεσμένη φύση του φοινικέλαιου το καθιστά στερεό σε θερμοκρασία δωματίου σε περιοχές με εύκρατο κλίμα, κατάλληλο για φτηνό υποκατάστατο του βουτύρου ή τρανς λιπαρών σε συνταγές που απαιτείται στερεό λίπως, όπως για παρασκευή ζύμης ζαχαροπλαστικής ζύμης και αρτοσκευασμάτων. Η υποχρεωτική επισήμανση των συστατικών τροφίμων στις ετικέτες τους οδήγησε σε μείωση της χρήσης τρανς λιπαρών[28] με υποκατάσταση από φοινικέλαιο.[29] Ωστόσο, έρευνα του 2009 έδειξε ότι το φοινικέλαιο δεν είναι καλός υποκατάστατης για τα τρανς λιπαρά σε άτομα με ήδη αυξημένα επίπεδα LDL,[30] και επιβεβαιώθηκε από έρευνες του USDA.[31]

Βιομάζα και βιοενέργεια

Το χαμηλό του κόστος, οι πολλαπλές του χρήσεις, η υψηλή ανθεκτικότητά του απέναντι στις ακραίες θερμοκρασίες και κατά το τηγάνισμα, έχει ως αποτέλεσμα η βιομηχανία τροφίμων να το χρησιμοποιεί όλο και περισσότερο προκειμένου να αντικαταστήσει άλλα φυτικά έλαια που είναι πιο ακριβά στην παραγωγή τους. Από το 2007, αυτό το εδώδιμο έλαιο είναι το πρώτο σε κατανάλωση αυτήν τη στιγμή στον κόσμο.

Το φοινικέλαιο χρησιμοποιείται παγκοσμίως ως μαγειρικό λάδι με τη μορφή μαργαρίνης, καθώς επίσης και στα γλυκά και στα αρτοπαρασκευάσματα. φοινικέλαιο χρησιμοποιείται για την παραγωγή  μεθυλικού εστέρα και υδροδεοξυγονομένα βιοντίζελ.[32] Ο μεθυλεστέρας φοινικέλαιου προκύπτει με αντίδραση μετεστεροποίησης. Το φοινικέλαιο βιοντίζελ συχνά αναμειγνύεται με άλλα καύσιμα προς μείγματα βιοντίζελ,[33] και είναι σύμφωνο με το Ευρωπαϊκό πρότυπο EN 14214 για τα βιοντίζελ. Το υδροδεοξυγονομένο βιοντίζελ παράγεται με άμεση υδρογονόλυση των λιπαρών σε αλκάνια και προπάνιο. Η μεγαλύτερη παγκόσμια φυτεία φοινικέλαιου βιοντίζελ είναι η φινλανδική Neste Oil στην Σιγκαπούρη, που άνοιξε το 2011 και παράγει υδροδεοξυγονομένο NEXBTL βιοντίζελ.[34]

Σημαντικές ποσότητες φοινικέλαιου που εξάγονται στην Ευρώπη μετατρέπονται σε βιοντίζελ (το 2018: Ινδονησία: 40%, Μαλαισία 30%).[35]

Τα οργανικά απόβλητα που παράγονται κατά την επεξεργασία του φοινικέλαιου, όπως κέλυφη και τσαμπιά, μπορούν να μετατραπούν σε πελλετ βιοκαύσιμα.[36] Τα κατάλοιπα φοινικέλαιου από τηγάνισμα τροφίμων μπορούν να μετατραπούν σε μεθυλεστέρες για βιοντίζελ.[37]

Στην επούλωση τραυμάτων

Μολονότι το φοινικέλαιο εφαρμόζεται σε πληγές για την υποτιθέμενη αντιμικροβιακή δράση του, η αποτελεσματικότητά του δεν έχει επιβεβαιωθεί με επιστημονικές έρευνες.[38]

Παραγωγή

Το 2016, η παγκόσμια παραγωγή φοινικέλαιου εκτιμάται σε 62,6 εκατ. τόνους, 2.7 εκατ. τόνους περισσότερο από το 2015. Η αξία παραγωγής εκτιμήθηκε σε $39,3 Δισ. το 2016, με αύξηση $2,4 Δισ. (ή +7%) από το προηγούμενο έτος[39]. Την περίοδο 1962 - 1982 οι παγκόσμιες εξαγωγές φοινικέλαιου αυξήθηκαν από 0,5 εκατ. σε 2,4 εκατ. τόνους ετήσια και το 2008 η παγκόσμια παραγωγή φοινικέλαιου και φοινικοπυρηνέλαιου ανήλθε σε 48 εκατ. τόνους. Σύμφωνα με προβλέψεις του FAO, μέχρι το 2020 η παγκόσμια ζήτηση για φοινικέλαιο θα διπλασιαστεί, και μέχρι το 2050 θα τριπλασιαστεί.[40]

Παγκόσμιος χάρτης παραγωγών φοινικέλαιου το 2013

Ινδονησία

Η ινδονησία είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός φοινικέλαιου, που το 2006 ξεπέρασε τη Μαλαισία, παράγοντας πάνω από 20,9 εκατ. τόνους.[41][42] Η Ινδονησιακή παραγωγή αναμένεται να διπλασιάστει έως το 2030. Το 2010, το 60% του εξαγόμενου φοινικέλαιου ήταν σε ακατέργαστη μορφή.[43] Τα δεδομένα του FAO δείχνουν ότι την περίοδο 1994-2004 η παραγωγή αυξήθηκε κατά 400%, σε 8,66 εκατ. μετρικούς τόνους.

Μαλαισία

Φυτεία ελαιοφοινίκων στη Μαλαισία

Το 2012 η Μαλαισία, ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος παγκόσμιος παραγωγός φοινικέλαιου,[44] με παραγωγή 18,79 εκατ. τόνους ακατέργαστου φοινικέλαιου από 5,000,000 εκτάρια γης.[45][46] Μολονότι η Ινδονησιακή παραγωγή είναι μεγαλύτερη, η Μαλαισία είναι ο μεγαλύτερος παγκόσμιος εξαγωγέας φοινικέλαιου με εξαγωγή 18 εκατ. τόνους προϊόντων φοινικέλαιου το 2011. Οι κύριοι εισαγωγείς τους είναι οι Κίνα, Πακιστάν,  Ευρωπαϊκή Ένωση, Ινδία και ΗΠΑ.[47]

Φυτεία ελαιοφοινίκων στην Ινδονησία

Νιγηρία

Το 2011 η Νιγηρία ήταν ο τρίτος μεγαλύτερος παραγωγός, με 2,3 εκατομμύρια εκτάρια υπό καλλιέργεια. Μέχρι το 1934, η Νιγηρία ήταν ο μεγαλύτερος παραγωγός στον κόσμο. Στη βιομηχανία συμμετείχαν εξίσου μικρής και μεγάλης κλίμακας παραγωγοί.[48][49]

Ταϊλάνδη

Η Ταϊλάνδη είναι ο τρίτος μεγαλύτερος παραγωγός ακατέργαστου φοινικέλαιου, με παραγωγή δύο εκατ. τόνους ανά έτος, ή 1,2% της παγκόσμιας παραγωγής. Το 95% της Ταϊλανδέζικης παραγωγής καταναλώνεται τοπικά. Το 85% των φυτειών και μονάδων επεξεργασίας βρίσκονται στη νότια Ταϊλάνδη. Το 2016 σε 4,7 έως 5,8 εκατ.  rai  καλλιεργήθηκαν φοίνικες, και απασχολήθηκαν 300.000 αγρότες, σε μικρά κομμάτια γής των 20 rai. To ASEAN ως περιοχή παράγει 52,5 εκατ. τόνους φοινικέλαιου, δηλαδή 85% της παγκόσμιας παραγωγής και 90% των παγκόσμιων εξαγωγών. Η Ινδονησία παράγει το 52,2% των παγκόσμιων εξαγωγών. Η Μαλαισία εξάγει συνολικά το 37.9%. Οι μεγαλύτεροι καταναλωτές φοινικέλαιου είναι οι Ινδία, Ευρωπαϊκή Ένωση και Κίνα, με τις τρεις να καταναλώνουν το 50% των παγκόσμιων εξαγωγών. Το Ταϊλανδέζικο Υπουργείο Εσωτερικού Εμπορίου (DIT) καθορίζει τις τιμές του ακατέργαστου και του εξευγενισμένου φοινικέλαιου. Οι Ταϊλανδέζοι καλλιεργητές έχουν μικρότερη απόδοση συγκριτικά προς τους ομόλογους απο Μαλαισία και  Ινδονησία. Οι Ταϊλανδέζικες καλλιέργειες ελαιοφοινίκων δίνουν 4-17% φοινικέλαιο ενώ οι ανταγωνιστικές χώρες φτάνουν το 20%. Επιπλέον, οι Ινδονησιακές και Μαλαισιανές φυτείες είναι 10 φορές μεγαλύτερες από τις Ταϊλανδέζικες.[50]

Κολομβία

Στη δεκαετία του 1960  σε 18.000 εκτάρια καλλιεργήθηκαν ελαιοφοίνικες. Η Κολομβία είναι πλέον ο μεγαλύτερος παραγωγός φοινικέλαιου στην Αμερική, και το 35% του προϊόντος εξάγεται για βιοκαύσιμο. Το 2006 ο Κολομβιανός συνεταιρσμός καλλιεργητών, Φεντεπάλμα, ανέφερε ότι οι φυτείες ελαιοφοινίκων αυξήθηκαν σε 1,000,000 εκτάρια. Η επέκταση αυτή χρηματοδοτήθηκε εν μέρει από τον Αμερικάνικο Οργανισμό για τη Διεθνή Ανάπτυξη με την πρόθεση να επανεγκατασταθούν απόστρατοι σε αρόσιμη γη, και από την Κολομβιανή κυβέρνηση που πρότεινε αύξηση της καλλιεργήσιμης γης για εξαγόμενα είδη σε από 7.000.000 εκτάρια έως το 2020. Το Φεντεπάλμα δήλωσε ότι τα μέλη του ακολουθούν βατές οδηγίες.[51]

Κάποιοι Αφρο-Κολομβιανοί ισχυρίζονται ότι ορισμένες από αυτές τις νέες φυτείες έχουν απαλλοτριωθεί από αυτούς, όταν αναγκάστηκαν να φύγουν για να γλιτώσουν από τη φτώχεια και τον εμφύλιο πόλεμο, ενώ ένοπλοι φρουροί εκφόβιζαν τον υπόλοιπο λαό για περαιτέρω μειώσεις πληθυσμού, και εμπορεύονταν κόκα και ανθρώπους.[52]

Άλλες χώρες

Δορυφορική εικόνα που δείχνει την αποψίλωση δασών στο Βόρνεο της Μαλαισίας για να δημιουργηθεί χώρος για την καλλιέργεια ελαιοφοινίκων

Μπενίν

Ο φοίνικας είναι γηγενές είδος στους υγροτόπους της δυτικής Αφρικής και στο νότιο Μπενίν ήδη υπάρχουν πολλές φυτείες. Το "Πρόγραμμα Γεωργικής Αναγέννησης" έχει ταυτοποιήσει πολλές χιλιάδες εκτάρια γης ως κατάλληλα για νέες φυτείες φοινικέλαιου για εξαγωγή. Παρά τα οικονομικά οφέλη, Μη-κυβερνητικές οργανώσεις  όπως η Nature Tropicale, ισχυρίζονται ότι τα βιοκαύσιμα θα ανταγωνιστούν την εγχώρια παραγωγή τροφίμων σε ορισμένες αγροτικές τοποθεσίες. Η αποχέτευση των εκτάσεων τύρφης θα έχει αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Υπάρχουν ανησυχίες τα γενετικά τροποποιημένα φυτά θα εισαχθούν στην περιοχή, θέτοντας σε κίνδυνο την τρέχουσα πριμοδότηση που καταβλήθηκε για τις μη Γ.Τ. καλλιέργειες.[53][54]

Καμερούν

Το Καμερούν είχε σε εξέλιξη ένα πρόγραμμα παραγωγής που ξεκίνησε από τα Αγροκτήματα Ηρακλής στις ΗΠΑ,[55] και σταματήσε υπό την πίεση των πολιτικών κοινωνικών οργανώσεων στο Καμερούν. Λίγο νωρίτερα οι Ηρακλής έφυγαν από τη Στρογγυλή Τράπεζα για Αειφόρο Φοινικέλαιο πρώιμα στις διαπραγματεύσεις.[56] Το πρόγραμμα είναι αμφιλεγόμενο, λόγω της αντιπολίτευσης από τους χωρικούς και τη θέση του σε μια ευαίσθητη περιοχή για τη βιοποικιλότητα.

Κένυα

Η εγχώρια παραγωγή της Κένυαs σε εδώδιμα έλαια καλύπτει περίπου το ένα τρίτο της ετήσιας ζήτησης, περίπου 380,000 μετρικούς τόνους. Το υπόλοιπο εισάγεται με κόστος US$140 εκατ. ετήσια, καθιστώντας το λάδι ως τη δεύτερη πιο σημαντική εισαγωγή μετά το πετρέλαιο. Από το 1993 μια νέα υβριδική ποικιλία ανεκτική στο κρύο και υψηλής απόδοσης σε φοινικέλαιο, έχει προωθηθεί από τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών στη δυτική Κένυα. Ανακούφισε το έλλειμμα της χώρας σε εδώδιμα έλαια και αποτέλεσε εξαιρετική εμπορεύσιμη καλλιέργεια, και μάλιστα με περιβαλλοντικό όφελος για την περιοχή, εφόσον δεν ανταγωνίζεται τις καλλιέργειες φυτών για τρόφιμα ή αυτοφυή βλάστηση και παρέχει σταθεροποίηση για το χώμα.[57]

Γκάνα

Στην Γκάνα υπάρχουν πολλά είδη κάρυων φοίνικα, που ίσως συνεισφέρουν σημαντικά στη γεωργία της περιοχής, αλλά περιορίζονται στο τοπικό εμπόριο και στις γειτονικές χώρες. Η παραγωγή επεκτείνεται καθώς μεγάλοι επενδυτές αγοράζουν φυτείες, και η Γκάνα θεωρείται εξαιρετικά αναπτυσσόμενη περιοχή για το φοινικέλαιο.

Κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις

Κοινωνικές επιπτώσεις

Στο Βόρνεο, το δάσος (F) αντικαθίσταται από φυτείες παραγωγής φοινικελαίου (G). Αυτές οι αλλαγές είναι μη αναστρέψιμες για πρακτικούς λόγους (H).

Η βιομηχανία φοινικέλαιου είχε εξίσου θετικές και αρνητικές επιπτώσεις στους εργαζόμενους, τους αυτόχθονες λαούς και τους κατοίκους των κοινοτήτων. Η παραγωγή φοινικέλαιου παρήχε ευκαιρίες απασχόλησης, και αποδείχθηκε ότι βελτιώνει την υποδομή, τις κοινωνικές υπηρεσίες και αντιμετωπίζει τη φτώχεια.[58][59][60] Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις, οι φυτείες είναι εκτάσεις γης που καλλιεργήθηκαν χωρίς άδεια ή αποζημίωση των αυτοχθόνων ανθρώπων που διαβιούσαν στη γη, με αποτέλεσμα κοινωνικές συγκρούσεις.[61][62][63] Οι παράνομοι μετανάστες στη Μαλαισία αύξησαν τις ανησυχίες για τις συνθήκες εργασίας μέσα στη βιομηχανία φοινικέλαιου.[64][65][66]

Ορισμένες κοινωνικές πρωτοβουλίες αξιοποιούν τις καλλιέργειες φοινικέλαιου ως μέρος στρατηγικής για την αντιμετώπιση της φτώχειας. Όπως το πρόγραμμα του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ για υβριδικούς ελαιοφοίνικες στη Δυτική Κένυα, που βελτιώνει τα εισοδήματα και τις δίαιτες των τοπικών πληθυσμών,[67] και στη Μαλαισία η Ομοσπονδιακή Αρχή Χερσαίας Ανάπτυξης και η Ομοσπονδιακή Αρχή Χερσαίας Ενοποίησης και Αποκατάστασης που στηρίζουν την ανάπτυξη της υπαίθρου.[68]

Τρόφιμα ή καύσιμα

Η χρήση του φοινικέλαιου για την παραγωγή βιοντίζελ οδήγησε σε ανησυχίες ότι η ανάγκη για καύσιμα προηγείται της ανάγκης για τροφή, επιφέροντας υποσιτισμό στις αναπτυσσόμενες χώρες. Πρόκειται για τo ζήτημα: τρόφιμα ή καύσιμα. Σύμφωνα με έκθεση του 2008 που δημοσιεύθηκε στο Ανανεώσιμες και Βιώσιμες πηγές Ενέργειας, το φοινικέλαιο ήταν αποφασιστικά βιώσιμη πηγή εξίσου τροφίμων και βιοκαυσίμων, και η παραγωγή βιοντίζελ δεν απειλεί τις προμήθειες εδώδιμου φοινικέλαιου.[69] Σύμφωνα με μελέτη του 2009 που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Περιβαλλοντική Επιστήμη και Πολιτική, το βιοντίζελ φοινικέλαιου ίσως αυξήσει τη ζήτηση για φοινικέλαιο στο μέλλον, με αποτέλεσμα την επέκταση της παραγωγής και προμήθειας τροφίμων.[70]

Περιβαλλοντικές επιπτώσεις

Η καλλιέργεια φοινικέλαιου έχει επικριθεί για τις επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον,[71][72] , όπως την αποψίλωση των δασών, την απώλεια των φυσικών οικοτόπων[73] που έθεσε σε κίνδυνο απειλούμενα είδη, όπως ο ουρακοτάγκος[74][75] και η τίγρη της Σουμάτρας,[76] , καθώς και αυξημένες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.[77] Πολλές φυτείες είναι χτισμένες στην κορυφή υφιστάμενων τυρφώνων, και η εκκαθάριση της γης για καλλιέργεια ελαιοφοινίκων συμβάλλει στην αύξηση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.[78]

Οργανισμοί όπως η Στρογγυλή Τράπεζα για Αειφόρο Φοινικέλαιο ασχολούνται με τη βιωσιμότητα της βιομηχανίας,[79] ενώ η κυβέρνηση της Μαλαισίας υποσχέθηκε ότι το 50% των συνολικών εκτάσεων γης θα παραμείνουν δασικές. Σύμφωνα με έρευνα του Ερευνητικού Εργαστήριου Τροπική Τύρφη,[80] οι φυτείες λειτουργούν ως δεξαμενές άνθρακα μετατρέποντας το διοξείδιο του άνθρακα σε οξυγόνο[81]. Επίσης, σύμφωνα με τη Δεύτερη Εθνική Ανακοίνωση της Μαλαισίας στη Σύμβαση Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή, οι φυτείες πράγματι είναι δεξαμενές άνθρακα[81][82]

Περιβαλλοντικές οργανώσεις όπως οι Greenpeace και οι Φίλοι της Γης είναι αντίθετοι στη χρήση βιοκαυσίμων φοινικέλαιου, υποστηρίζοντας ότι η αποψίλωση των δασών που συσχετίζεται με τις καλλιέργειες ελαιοφοινίκων βλάπτει το κλίμα περισσότερο από ότι οφελεί η μετάβαση σε βιοκαύσιμα και η αξιοποίηση τους ως δεξαμενές άνθρακα.[83][84]

Από τις παγκόσμιες εκτάσεις για παραγωγή φυτικών ελαίων, το 5% που προορίζεται για φοινικέλαιο αποδίδει το 38% των φυτικών ελαίων.[85] Από άποψη αποδοτικότητας, η καλλιέργεια φοινίκων είναι 10 φορές πιο παραγωγική από τις καλλιέργειες σόγιας και ελαιοκράμβης, επειδή πηγές ελαίου είναι εξίσου τα φρούτα και οι σπόροι.

Στρογγυλή Τράπεζα για Αειφόρο Φοινικέλαιο 

Στρογγυλή Τράπεζα Νο. 2 (RT2) στη Ζυρίχη το 2005

Η Στρογγυλή Τράπεζα για Αειφόρο Φοινικέλαιο (Roundtable on Sustainable Palm Oil, RSPO) δημιουργήθηκε το 2004 από τη βιομηχανία ως ομάδα λόμπι, μετά τις ανησυχίες που εξέφρασαν οι μη κυβερνητικές οργανώσεις σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις από την παραγωγή φοινικέλαιου. Ο οργανισμός έχει θεσπίσει διεθνή πρότυπα για την αειφόρο παραγωγή φοινικέλαιου. Προϊόντα που περιέχουν Πιστοποιημένο Αειφόρο Φοινικέλαιο είναι επισημασμένα με το εμπορικό σήμα RSPO. Στα μέλη της Στρογγυλής Τράπεζας περιλαμβάνονται οι ελαιοπαραγωγοί, οι περιβαλλοντικές ομάδες και οι κατασκευαστές που χρησιμοποιούν φοινικέλαιο στα προϊόντα τους.

Οι καλλιεργητές που παράγουν Πιστοποιημένα Αειφόρο Φοινικέλαιο δηλώνουν επιφυλακτικότητα για τον οργανισμό επειδή, αν και πληρούν τα πρότυπα και επωμίστηκαν τις δαπάνες πιστοποίησης, η ζήτηση της αγοράς για το πιστοποιημένο φοινικέλαιο παραμένει χαμηλή. Η χαμηλή ζήτηση έχει αποδοθεί στο αυξημένο κόστος του Πιστοποιημένου Αειφόρου φοινικέλαιο, ενώ οι αγοραστές προτιμούν να αγοράσουν το φτηνότερο μη πιστοποιημένο φοινικέλαιο. Το φοινικέλαιο είναι ως επί το πλείστον ανταλλάξιμο. Το 2011 το 12% του παραγόμενου φοινικέλαιου ήταν πιστοποιημένο "αειφόρο" αλλά μόνο η μισή ποσότητα έφερε την επισήμανση RSPO.[86] Ακόμη και με τόσο μικρό ποσοστό πιστοποίησης, η Greenpeace υποστήριξε ότι οι ζαχαροπλάστες αποφεύγουν τις ευθύνες για το αειφόρο φοινικέλαιο, επειδή τα πρότυπα της Στρογγυλής Τράπεζας υπολείπονται για την προστασία των τροπικών δασών και τον περιορισμό των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου.[87]

Αγορές

Το 2008, η παγκόσμια παραγωγή ελαίων και λιπών ήταν 160 εκατ. τόνοι, εκ των οποίων το φοινικέλαιο και το φοινικοπυρηνέλαιο ήταν οι μεγαλύτερες παραγωγές: 48 εκατομμύρια τόνοι ή 30% της συνολικής παραγωγής. Το σογιέλαιο ήρθε δεύτερος με 37 εκατ. τόνους (23%). Το 38% των ελαίων και των λιπών που παράχθηκαν παγκόσμια ταξίδεψαν υπερωκεάνια. Από τα 60 εκατομμύρια τόνους εξαγόμενων λιπών και ελαίων παγκόσμια, το φοινικέλαιο και το φοινικοπυρηνέλαιο ήταν το 60%. Η Μαλαισία με το 45% του μεριδίου αγοράς κυριάρχησε στο εμπόριο φοινικέλαιου.

Ετικέτες τροφίμων

Παλαιότερα, το φοινικέλαιο μπορούσε να αναφερθεί ως "φυτικό λίπος" ή "φυτικό έλαιο" στις ετικέτες των τροφίμων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), αλλά από τον Δεκέμβριο 2014 αυτοί οι γενικοί όροι απαγορεύτηκαν. Οι παραγωγοί τροφίμων υποχρεούνται να αναφέρουν το συγκεκριμένο τύπο φυτικού λίπους που χρησιμοποιήθηκε. Τα φυτικά λάδια και λίπη μπορούν να κατηγοριοποιηθούν στον κατάλογο συστατικών υπό τον όρο "φυτικά έλαια" ή "φυτικά λίπη", αλλά ο όρος πρέπει να ακολουθείται από αναγραφή της φυτικής προέλευσης (π. χ., φοίνικας, ηλιοτρόπιο, ή ελαιοκράμβη) και τη φράση "σε μεταβαλλόμενες αναλογίες".[88]

Αλυσίδες εφοδιασμού

Η Στρογγυλή Τράπεζα εφαρμόζει διάφορα προγράμματα για την προμήθεια φοινικέλαιου στους παραγωγούς.[89]

  • Κράτηση και αξίωση: καμία εγγύηση ότι το τελικό προϊόν περιέχει πιστοποιημένο αειφόρο φοινικέλαιο, ή ότι υποστηρίζει πιστοποιημένους καλλιεργητές και αγρότες
  • Προστατευμένη ταυτότητα: ο τελικός χρήστης θα έχει τη δυνατότητα να ενημερωθεί για την αλυσίδα εφοδιασμού του φοινικέλαιου, έως το συγκεκριμένο μύλο και φυτεία από όπου προέρχεται,
  • Διαχωρισμός: η επιλογή αυτή εγγυάται ότι το τελικό προϊόν περιέχει πιστοποιημένο φοινικέλαιο
  • Ισοζύγιο μάζας: το διυλιστήριο επιτρέπεται να πωλήσει φοινικέλαιο ισοζυγισμένης μάζας ίσης με τη μάζα πιστοποιημένου αειφόρου φοινικέλαιου που αγόρασε.

Το GreenPalm (Πράσινος Φοίνικας) είναι ένας από τους λιανοπωλητές στο εμπορικό πρόγραμμα Κράτηση και Αξίωση. Μέσω του GreenPalm ο παραγωγός μπορεί να πιστοποιήσει μία ορισμένη ποσότητα με το λογότυπο GreenPalm. Ο αγοραστής του φοινικέλαιου μπορεί να χρησιμοποιήσει εξίσου τα σήματα RSPO και GreenPalm στις ετικέτες των προϊόντων.

Διατροφή και υγεία

Το φοινικέλαιο είναι σημαντική πηγή θερμίδων και λίπους, και βασική τροφή σε πολλές κουζίνες.[90][91] Το 2015 κατά μέσο όρο παγκόσμια, η ανθρώπινη κατανάλωση ήταν 7,7 κιλά φοινικέλαιου ανά άτομο. Οι επιπτώσεις του φοινικέλαιου στην υγεία έχουν εκτιμηθεί πρωτύτερα, αλλά η ποιότητα της κλινικής έρευνας θεωρείται ανεπαρκής.[92] Συνεπώς, οι έρευνες ήταν επικεντρωμένες στις δυσμενείς επιπτώσεις της κατανάλωσης φοινικέλαιου και παλμιτικού οξέος, και συμπέραναν ότι πρόκειται κύρια για κορεσμένα λίπη, και ότι στη διατροφή πρέπει να προτιμώνται τα πολυακόρεστα λίπη.[93][94]

Οι υψηλές θερμοκρασίες χρησιμοποιούνται για την αφαίρεση του φυσικού κόκκινου χρώματος που έχει αλλά και για την εξουδετέρωση της έντονης μυρωδιάς του..Αυτή η διαδικασία ωστόσο, απελευθερώνει γλυκιδόλη, μία ένωση που θεωρείται ότι προκαλεί όγκους. Οι υποστηρικτές του φοινικέλαιου ωστόσο στη βιομηχανόα ισχυρίζονται ότι χρησιμοποιούν έλαιο, το οποίο υποβάλλεται σε επεξεργασία κάτω από ελεγχόμενες θερμοκρασίες και αυτό μετά την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ασφάλεια των Τροφίμων.[95]

Παλμιτικό οξύ

Η υπερβολική πρόσληψη παλμιτικού οξέος, που αποτελεί το 44% του φοινικέλαιου, αυξάνει τα επίπεδα των χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεϊνών και της ολικής χοληστερόλης στο αίμα, και έτσι αυξάνεται ο κίνδυνος καρδιαγγειακών παθήσεων.[96] Επίσης, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και το αμερικανικό Εθνικό Ινστιτούτο Καρδιάς, Πνευμόνων και Αίματος, έχουν ενθαρρύνει τους καταναλωτές να περιορίσουν την κατανάλωση φοινικέλαιου, παλμιτικού οξέος και τροφίμων πλούσιων σε κορεσμένα λίπη.[97][98]

Βιβλιογραφία