Ταϊλανδική γλώσσα

επίσημη γλώσσα της Ταϊλάνδης

Η ταϊλανδική γλώσσα, γνωστή και ως τάι ή σιαμέζικη, είναι η εθνική και επίσημη γλώσσα της Ταϊλάνδης. Επομένως, είναι μητρική γλώσσα των Ταϊλανδών αλλά και της μεγάλης πλειονότητας Ταϊλανδών Κινέζων. Είναι τμήμα της ομάδας τάι της οικογένειας Τάι-Καντάι γλωσσών. Πάνω από τις μισές λέξεις προέρχονται από τη Πάλι, τα σανσκριτικά και τα παλιά Χμερ. Είναι τονική και αναλυτική γλώσσα.

Ταϊλανδική
ภาษาไทย και ภาษาไทย‎
Προφοράpʰāːsǎː tʰāj
ΠεριοχήΤαϊλάνδη
Μητρική σε20 εκ.
ΤαξινόμησηΤάι-Καντάι
Σύστημα γραφήςΤαϋλανδικό αλφάβητο και Romanization of Thai language
Κατάσταση
Επίσημη γλώσσαΤαϊλάνδη
Αναγνωρισμένη μειονοτική γλώσσαΚαμπότζη
ΡυθμιστήςΒασιλική Εταιρεία της Ταϊλάνδης
ISO 639-1th
ISO 639-2tha
ISO 639-3tha
Linguasphere47-AAA-b
Glottologthai1261[1]

Τα ταϊλανδικά είναι η μητρική γλώσσα περισσότερων από 20 εκατομμύρια κατοίκων (2000). Τα πρότυπα ταϊλανδικά βασίζονται στην γλώσσα των μορφωμένων τάξεων της Μπανγκόκ.[2][3] Πέρα από τα ταϊλανδικά, στην Ταϊλάνδη ομιλούνται και άλλες ταϊλανδικές γλώσσες. Αν και γλωσσολόγοι συνήθως ταξινομούν αυτά τα ιδιώματα ως συγγενικές, αλλά ξεχωριστές γλώσσες, ενώ όσοι τα μιλούν τα θεωρούν τοπικές διαλέκτους ή παραλλαγές της «ίδιας» γλώσσας ή «διαφορετικού είδους ταϊλανδικά».[4] Τα ταϊλανδικά είναι αμοιβαία κατανοητά με τα λαοτινά, τη γλώσσα του Λάος. Οι δύο γλώσσες γράφονται με ελαφρώς διαφορετικές γραφές αλλά είναι γλωσσολογικά όμοιες.[5]

Τα ταϊλανδικά χρησιμοποιούν το ταϊλανδικό αλφάβητο, το οποίο προέρχεται από τη γραφή Βράχμι.

Παραπομπές

Wikipedia